Ομιλία στην ημερίδα “Νέοι, πολιτικοί και Εκπαίδευση” – 26.03.2024
Φίλες και φίλοι,
Συζητάμε σήμερα ένα ιδιαίτερα σοβαρό θέμα το οποίο συχνά ο δημόσιος διάλογος είναι επιδερμικός, ανούσιος, μακριά από τις μεγάλες προκλήσεις της εποχής και τις παθογένειες που πρέπει να ξεπεράσει το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα στο σύνολό του. Έχω την αίσθηση ότι ενώ η τεχνολογική επανάσταση, η ψηφιοποίηση, η τεχνητή νοημοσύνη δείχνουν ότι το μέλλον ξεκίνησε, εμείς συζητάμε για πολλά χρόνια τα προβλήματα του παρελθόντος που επειδή ποτέ δεν λύνονται βαθιά, ριζικά, η κατάσταση χειροτερεύει.
Το εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να προσαρμοστεί κατεπειγόντως στη σημερινή εποχή. Οι μαθητές, το κέντρο κάθε προσπάθειας στην εκπαίδευση, πρέπει να προετοιμάζονται για τον κόσμο, για διεθνή ανταγωνισμό, όχι για το στενό ελληνικό χώρο. Έχουν να αντιμετωπίσουν και αυτό θα εντείνεται χρόνο με τον χρόνο ένα άκρως ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον.
Τα βασικά στοιχεία που πρέπει να αποκομίζει ο μαθητής μέσα από το σχολείο είναι η ικανότητα για κριτική σκέψη, η συγκέντρωση πληροφοριών από πολλαπλές πηγές, η αξιολόγηση των πηγών, η σύνθεση. Η μάθηση να εστιάζει στον τρόπο μάθησης για ένα κόσμο που συνέχεια αλλάζει και όχι σε αποστήθιση πληροφοριών. Να μην χανόμαστε σε επουσιώδη πράγματα και να χάνονται οι καλές προθέσεις σε πολυπλοκότητα. Με μια αμερικάνικη προσέγγιση που βασίζεται σε ουσία και αποτέλεσμα, σε απλότητα αλλά και σε βαθύτητα. Να εμβαθύνουμε στην ελληνική γλώσσα, στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία, στον Πλάτωνα και Αριστοτέλη, στην βαθιά ουσιαστική αγάπη για τη χώρα μας που θα τους συνοδεύει όταν βρίσκονται έξω από τα σύνορα της. Είναι σημαντικό στις μέρες μας είναι να δημιουργούμε χαρακτήρες και προσωπικότητες, είναι το ίδιο σημαντικό με το να δίνουμε γνώσεις.
Το εκπαιδευτικό σύστημα οφείλει να είναι μαθητοκεντρικό, το αντίθετο από αυτό που κάνει σήμερα το ελληνικό σχολείο. Σημαντικός ο ρόλος του καθηγητή στην τάξη, η πηγή έμπνευσης, να διευκολύνει τη διαδικασία μάθησης. Για να το επιτύχουμε είναι απαραίτητο ο καθηγητής να έχει την δυνατότητα να αποδώσει ό,τι καλύτερο μπορεί, να παρέχουμε ένα περιβάλλον δημιουργικό, ελεύθερο, εκκολαπτήριο νέων ιδεών και νέων προσεγγίσεων, ένα ουσιαστικό ακαδημαϊκό περιβάλλον.
Το σημερινό σχολείο μπορεί και πρέπει να βάλει τέτοιους στόχους. Μπορεί να δώσει την εκπαίδευση που χρειάζεται ο μαθητής και το σχολείο του 21ου αιώνα. Για να ολοκληρώσει όμως με επιτυχία μια τέτοια προσέγγιση χρειάζεται την συνδρομή της πολιτείας. Με ακριβώς την αντίθετη νοοτροπία που είχε η πολιτεία μέχρι σήμερα.
Χρειάζεται πλαίσιο αποκέντρωσης και αυτονομίας, με υψηλή μόνο εποπτεία.
Χρειάζεται ελευθερία στο να δίνει έμφαση στην ύλη και στο τρόπο διδασκαλίας της.
Να δίνει ευκαιρίες στους καθηγητές του να εκπαιδευτούν για ένα διαφορετικό σχολείο, να είναι καινοτόμοι.
Να αξιοποιεί με τον καλύτερο τρόπο τα μέσα που έχει στη διάθεση του και τις εγκαταστάσεις του.
Να έχει ευθύνη και να λογοδοτεί για τα αποτελέσματα του. Και εδώ υπάρχει η «μαγική λέξη» αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και της σχολικής μονάδας.
Πρόσφατα έγινε μια μεγάλη συζήτηση για την ίδρυση μη κερδοσκοπικών μη Κρατικών Πανεπιστημίων. Οι θέσεις των κομμάτων και όλων μας είναι γνωστές και ας μην ξαναγυρίζουμε πίσω. Ο Νόμος ψηφίστηκε, στο επόμενο διάστημα θα δούμε τα βήματα που θα γίνουν και θα φανεί ποιες απόψεις τελικά θα δικαιωθούν και ποιες θα διαψευστούν. Εύχομαι για το καλό της κοινωνίας και των νέων, να δούμε σοβαρά Πανεπιστήμια, σοβαρές επενδύσεις. Ωστόσο, θέλω να σημειώσω, ότι η όλη υπόθεση όπως εξελίχθηκε, περικλείει τον κίνδυνο μιας αυταπάτης.
Όσο θετικά και να προχωρήσει – όπως λέει η Κυβέρνηση- η υπόθεση των μη Κρατικών Α.Ε.Ι, δεν έχουμε να κάνουμε με κάποια μεγάλη Μεταρρύθμιση. Όπως σε όλη την Ευρώπη, η ποιότητα και ο ρόλος της τριτοβάθμιας καθορίζεται από το δημόσιο Πανεπιστήμιο. Κατά την άποψή μου, αυτό δεν κινδυνεύει από τα μη Κρατικά, αλλά κυρίως από τον εαυτό του. Είναι βαριά άρρωστο και πιστεύω ότι δεν είναι εύκολο να αντιμετωπιστεί η αυτή η αρρώστια. Δεν γιατρεύεται με συνεχώς αυξανόμενη χρηματοδότηση, όσο επιβεβλημένη και αν είναι αυτή, γιατί τα προβλήματά του είναι κυρίως δομικά.
Από την άποψη της γεωγραφικής κατανομής, τα πανεπιστήμια αναπτύχθηκαν στην ίδια λογική με την οποία παλιότερα το Κράτος έφτιαχνε στρατόπεδα σε πόλεις, ουσιαστικά ανταποκρινόμενο στο οικονομικό αίτημα των τοπικών κοινωνιών που αντιμετώπιζαν το θέμα της ίδρυσης σχολών παντού σαν μοχλό τόνωσης της τοπικής αγοράς και ανάπτυξης. Ακόμα και στον πρόσφατο Νόμο ανακοινώθηκε για παράδειγμα η ίδρυση Σχολής ψυχολογίας στο Δημοκρίτειο. Αμφιβάλλω αν υπήρχε κάποια μελέτη, κάποια προσέγγιση που να στοιχειοθετεί ειδικά αυτή την ίδρυση, όταν υπάρχουν δεκάδες αντίστοιχες σχολές σ΄ όλη την Ελλάδα.
Από την άποψη δε της ακαδημαϊκής ατμόσφαιρας, τα πανεπιστήμια πληρώνουν το κόστος της μακροχρόνιας οπισθοδρομικής κομματικοποίησης, της ουσιαστικής ανελευθερίας και της ανομίας. Από την άποψη της εσωτερικής οργάνωσης τα Α.Ε.Ι στερούνται στοιχειώδους αυτονομίας λειτουργώντας περίπου ως προέκταση των δημοσίων υπηρεσιών του Υπουργείου Παιδείας.
Από την άποψη τέλος της ποιότητας σπουδών, ο δημόσιος διάλογος συγκαλύπτει συνήθως τη χαμηλή στάθμη με την επίκληση των υψηλών επιδόσεων και τα διεθνή εύσημα πολλών ακαδημαϊκών δασκάλων και τις επιτυχίες ακόμα περισσότερων αποφοίτων των ελληνικών Α.Ε.Ι στο εξωτερικό. Αυτό είναι αληθές, αλλά δεν διαψεύδει, δεν μπορεί να διασκεδάσει τις επιδόσεις των μέσων όρων όπως αποτυπώνονται στις διεθνείς κατατάξεις.
Ωστόσο, το μείζον πρόβλημα με το ελληνικό Πανεπιστήμιο είναι ότι η διάρθρωσή του αντανακλά και επιδεινώνει τις στρεβλώσεις του οικονομικού- κοινωνικού μοντέλου της χώρας, της αγοράς εργασίας. Πλήθος δικηγόρων, εξειδικευμένων γιατρών αλλά όχι αρκετοί γενικοί γιατροί, στρατιές κοινωνιολόγων, ανθρωπολόγων κ.λ.π.
Ας επιστρέψουμε όμως σ΄ αυτά που σημείωσα αρχικά. Οι ειδικοί έχουν προειδοποιήσει και η ετήσια πανωλεθρία της PISA το επιβεβαιώνει. Το μείζον πρόβλημα δεν είναι η τριτοβάθμια, αλλά οι προηγούμενες βαθμίδες. Η μεταρρύθμισή τους έχουν την δική τους αυτοτέλεια. Ειδικά όμως για την δευτεροβάθμια ο τρόπος εισαγωγής στα Α.Ε.Ι παραμορφώνει πια την ποιότητα, τις μεθόδους και το κόστος της. Είναι αναγκαία επομένως η θέσπιση του εθνικού απολυτηρίου ή όπως αλλιώς ονομαστεί.
Παράλληλα δεν μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια σε κρίσιμα θέματα: Υπάρχει ανάγκη αύξησης της δημόσιας δαπάνης που ακόμα βρίσκεται πολύ μακριά από τον μέσο όρο ευρωπαϊκά. Δεν μπορεί στην εποχή που διανύουμε να μην διασφαλίζεται ένας Η/Υ ανά μαθητή και εκπαιδευτικό.
Να διασφαλίσουμε ότι μέχρι Γ΄ Γυμνασίου θα υπάρχει πιστοποίηση γνώσης Η/Υ και τουλάχιστον μίας ξένης γλώσσας. Είναι κατεπείγουσα ανάγκη να δοθεί προτεραιότητα και βάρος στην επαγγελματική εκπαίδευση και στην Δια Βίου Μάθηση.
Είναι επιβεβλημένο να διαμορφωθεί πραγματικό σύστημα αξιολόγησης αφού το σημερινό είναι γραφειοκρατικό, επιδερμικό, αναποτελεσματικό. Θα πρέπει να δούμε την Ενισχυτική διδασκαλία, πολύ περισσότερο σε μια εποχή που η οικονομική κατάσταση δυσκολεύει τα νοικοκυριά και να μην επιτρέψουμε να διευρυνθούν οι ανισότητες.
Χρειαζόμαστε ασφαλή από κάθε άποψη σχολεία, πολύ περισσότερο σε μια περίοδο κατακόρυφης αύξησης της νεανικής παραβατικότητας και βίας, σχολεία που να καλλιεργούν ανθρώπινες αξίες και δημιουργικά πρότυπα και σ΄ αυτή την κατεύθυνση πρέπει να αξιοποιήσουμε ειδικούς για ψυχολογική υποστήριξη.
Φίλες και φίλοι,
Ήθελα να δώσω ένα περίγραμμα σκέψεων για το πλαίσιο αλλαγών που έχει ανάγκη το εκπαιδευτικό σύστημα. Ένα είναι σίγουρο. Αυτές οι αλλαγές πρέπει να ξεκινήσουν χθες. Κάθε καθυστέρηση την πληρώνουν οι νέοι άνθρωποι, την πληρώνει η χώρα.