Το σοκαριστικό μέγεθος της αποχής στις πρόσφατες Ευρωεκλογές εμπεριέχει το μήνυμα ότι βρισκόμαστε μπροστά σε κίνδυνο απόσπασης σημαντικών τμημάτων της κοινωνίας από την πολιτική, έναν ουσιαστικό κίνδυνο κρίσης της πολιτικής εκπροσώπησης. Κατέδειξε ταυτόχρονα και το γεγονός ότι έχουμε εισέλθει σε μία νέα φάση ρευστοποίησης των πολιτικών συσχετισμών, όπου οι προκλήσεις για όλο το πολιτικό σύστημα και ιδιαίτερα για το ΠΑΣΟΚ είναι μεγάλες, καθώς εμπεριέχουν τη δυνατότητα μιας νέας, δυναμικής παρέμβασής του στο πολιτικό τοπίο, επανασυνδέοντας το εκλογικό σώμα με το πολιτικό σύστημα. Μετατρέποντας δηλαδή την απογοήτευση και την αποστασιοποίηση των Πολιτών σε εμπιστοσύνη και δημιουργική συμμετοχή.
Πιο συγκεκριμένα, η κατάρρευση της απήχησης του ΣΥΡΙΖΑ στις διπλές εθνικές εκλογές του 2023 ανέδειξε ένα μεγάλο κενό στον χώρο της κεντροαριστεράς, ωθώντας τους απογοητευμένους ψηφοφόρους του προς όλες σχεδόν τις κατευθύνσεις του πολιτικού χάρτη. Η αποτυχία αυτού του κόμματος να επιτελέσει τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η προφανής αδυναμία του να συγχρονιστεί με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η κοινωνία μετά την οικονομική κρίση αλλά, κυρίως, οι οδυνηρές μνήμες από την περίοδο της διακυβέρνησής του, αποτέλεσαν τον καταλύτη των πολιτικών εξελίξεων διαμορφώνοντας ένα εντελώς νέο σκηνικό.
Την ίδια χρονική περίοδο, η Νέα Δημοκρατία, αξιοποιώντας προς όφελός της τις δυνατότητες που της παρείχαν η κυβερνητική της θέση, η απουσία ουσιαστικής εναλλακτικής πρότασης αλλά και η διάθεση μεγάλου τμήματος του εκλογικού σώματος να τιμωρήσει τον ΣΥΡΙΖΑ, κατήγαγε άνετη εκλογική νίκη, σχηματίζοντας για δεύτερη συνεχόμενη φορά αυτοδύναμη κυβέρνηση. Γεγονός, που ερμηνεύτηκε λανθασμένα από την ίδια ως ανέκριτη έγκριση των επιλογών της, απελευθερώνοντας και ενισχύοντας τις πλέον αρνητικές πτυχές της φυσιογνωμίας της, όπως η οικονομίστικη θεώρηση της πολιτικής, η προχειρότητα και η αποσπασματικότητα στην αντιμετώπιση των προβλημάτων, η μονομερής επιβολή των αποφάσεων και των επιλογών της, η έλλειψη κοινωνικής ενσυναίσθησης καθώς και η προώθηση της κουλτούρας του ατομικισμού και του ελιτισμού ως μέσα και πρότυπα επιβίωσης, ασφάλειας και ευημερίας.
Στοιχεία που δεν πέρασαν απαρατήρητα από το εκλογικό σώμα, το οποίο, μη έχοντας πλέον τον φόβο της ακυβερνησίας, αποστασιοποιήθηκε επιδεικτικά από τη Νέα Δημοκρατία στις πρόσφατες ευρωεκλογές αποσπώντας από τις δυνάμεις της περίπου ένα εκατομμύριο ψηφοφόρους. Ψηφοφόροι που ακολούθησαν στον δρόμο της αποχής τούς περίπου επιπλέον 340 χιλιάδες πολίτες που απομακρύνθηκαν από τη δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ, εκδηλώνοντας δια της στάσης τους το πρωτοφανές έλλειμα πολιτικής εκπροσώπησής τους, το οποίο δυστυχώς ούτε το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να τους προσφέρει, αδυνατώντας, ανάμεσα στις συμπληγάδες του νεοφιλελευθερισμού της Νέα Δημοκρατίας και του λαϊκισμού του ΣΥΡΙΖΑ, να διαγράψει μία ξεκάθαρη αυτόνομη πορεία με κοινωνική ευαισθησία, δυναμισμό και κοινή λογική.
Το συντριπτικό μέγεθος της αποχής στις Ευρωεκλογές του 2024, που έφτασε το 60%, αλλά και οι ήττες και της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ στις Δημοτικές και Περιφερειακές εκλογές που προηγήθηκαν, δημιουργούν την πεποίθηση ότι το ρήγμα στις σχέσεις τους με την κοινωνική πλειοψηφία λαμβάνει ήδη οργανικά και μόνιμα χαρακτηριστικά.
Για την μεν κυβέρνηση, πρώτ’ από όλα γιατί απέτυχε -και αποτυγχάνει καθημερινά- να αντιμετωπίσει τα καθημερινά προβλήματα των πολιτών σε κρίσιμα ζητήματα που αφορούν στο κόστος διαβίωσης, στην ποιότητα εργασίας, στις δημόσιες δομές, στις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις, στις ανισότητες και τις διακρίσεις, στην κοινωνική ζωή αλλά και το μοντέλο ηγεσίας και τους θεσμούς. Πρόκειται ουσιαστικά για μία κυβέρνηση που σέρνεται διαρκώς πίσω από τις εξελίξεις, με προφανή αδυναμία να κατανοήσει τις συνθήκες που τις δημιουργούν και να προωθήσει οριστικές λύσεις.
Επιπλέον όμως γιατί το μεγαλύτερο τμήμα αυτών των ψηφοφόρων βρίσκεται τοποθετημένο έξω από τα παραδοσιακά όρια επιρροής της Νέα Δημοκρατίας στον άξονα δεξιά – αριστερά. Πρόκειται ουσιαστικά για ψηφοφόρους που ως επί το πλείστον ζουν από την εργασία τους ή τη σύνταξή τους και αυτοπροσδιορίζονται ως κεντρώοι, φιλελεύθεροι, μετριοπαθείς, κεντροαριστεροί και μεσαία τάξη, οι οποίοι ανήκουν στις γενεσιουργές δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ και αποτέλεσαν για πολλά χρόνια τον κορμό της μεγάλης εκλογικής του επιρροής.
Για τη δε Αξιωματική Αντιπολίτευση, γιατί εκτός από τις τεράστιες απώλειες των σχεδόν 1,2 εκατομμύρια ψηφοφόρων από το 2019, έχει απωλέσει και την πολιτική της ταυτότητα ως αποτέλεσμα της επιμονής της στον ισοπεδωτικό λόγο και τον αρνητισμό, αλλά και τη φυσική ηγετική της ομάδα, μπαίνοντας σε μία ενδοσκοπική φάση πειραματισμού και αναζήτησης νέας στρατηγικής και ρόλου στο πολιτικό σκηνικό.
Το ΠΑΣΟΚ, υπό αυτές τις συνθήκες, είχε κάθε δυνατότητα να διευρύνει θεαματικά την εκλογική του επιρροή ανακαταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση και αποκαθιστώντας τον ρόλο του ως πόλου του πολιτικού συστήματος και κύριου εκφραστή του τεράστιου χώρου από τις παρυφές της Νέας Δημοκρατίας έως εκείνες του ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων δυνάμεων της αριστεράς.
Δυστυχώς όμως δεν τα κατάφερε, για μία σειρά από λόγους που οφείλουμε τώρα να αναδείξουμε, να κατανοήσουμε και να αντιμετωπίσουμε, κερδίζοντας το στοίχημα αυτής της ανεπανάληπτης ιστορικής ευκαιρίας, τόσο για να αποκαταστήσουμε την πολιτική μας κληρονομία, όσο, κυρίως, για να γίνουμε ξανά η δύναμη της ευθύνης και της προοπτικής για τη χώρα μας.
Σε αυτό το πλαίσιο, κάθε προσπάθεια εκλογίκευσης και ωραιοποίησης της μέχρι τώρα πορείας μας, λειτουργεί αποπροσανατολιστικά, συσκοτίζοντας τις αιτίες που καθήλωσαν ουσιαστικά το Κίνημά μας σε μία πολιτική και εκλογική στασιμότητα. Κι’ αυτό γιατί όλο το προηγούμενο διάστημα δεν καταφέραμε ουσιαστικά να διαμορφώσουμε μία ολοκληρωμένη εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, ενώ οι θέσεις και οι προτάσεις μας σε σημαντικά θέματα εξέπεμπαν θολά και αντιφατικά μηνύματα στην κοινωνία, δημιουργώντας σύγχυση σχετικά με την ταυτότητα και τις πολιτικές μας επιδιώξεις. Εικόνα που επιβαρύνθηκε περαιτέρω από την επιλογή της ηγεσίας να υιοθετήσει έναν μεταλλαγμένο πολιτικό λόγο που προσομοίαζε στην ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ, διατηρώντας ίσως την ψευδαίσθηση της μαζικής άδραξης ψηφοφόρων από αυτόν τον χώρο, ενώ την ίδια περίοδο μεγάλες κοινωνικές ομάδες που δυσαρεστούνταν από την κυβερνητική πολιτική αναζητούσαν φορέα πολιτικής εκπροσώπησης.
Παρόλα αυτά, ο ορίζοντας παραμένει ακόμη ανοιχτός, αν τολμήσουμε σήμερα -τώρα- να κάνουμε τις απαραίτητες τομές και αλλαγές, που θα συγχρονίσουν το Κίνημα μας με τις πραγματικές ανάγκες και τις προσδοκίες της μη εκπροσωπούμενης κοινωνικής πλειοψηφίας, απελευθερώνοντας τις τεράστιες πολιτικές της δυνάμεις.
Ένας δρόμος που περνάει μέσα από την αποκρυστάλλωση της πολιτικής μας φυσιογνωμίας και του ρόλου μας ως οργανισμού ικανού να αφουγκράζεται τις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας και να τις μεταβολίζει σε θέσεις, πρόγραμμα και τελικά πολιτικές επιδιώξεις.
Η χώρα έχει ανάγκη από ένα ΠΑΣΟΚ που δεν μένει στην ασφαλή ζώνη της κριτικής, της διαφωνίας ή της καταψήφισης, αλλά συνενώνει και κινητοποιεί πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις διεκδικώντας την επίλυση των προβλημάτων, τη βελτίωση της καθημερινότητας και τη σταθερή άνοδο του βιοτικού επιπέδου των πολιτών.
Η χώρα έχει ανάγκη από ένα ΠΑΣΟΚ που βρίσκει το θάρρος να αναλαμβάνει την ευθύνη της άποψής του, ανεξάρτητα από τις θέσεις των άλλων πολιτικών φορέων, την τρέχουσα πολιτική συγκυρία ή τους υπάρχοντες πολιτικούς συσχετισμούς.
Η χώρα έχει ανάγκη από ένα ΠΑΣΟΚ που επενδύει στην τεχνοκρατική και διαχειριστική επάρκεια του πολιτικού του οργανισμού και των στελεχών του, ως αναπόσπαστο μέρος της ικανότητάς του να διαμορφώνει εφαρμόσιμες λύσεις και να διαχειρίζεται θέσεις ευθύνης.
Η χώρα έχει ανάγκη από ένα ΠΑΣΟΚ που αντιλαμβάνεται τον ρόλο της ηγεσίας του ως ιδεολογικού φορέα και εκφραστή των εθνικών και κοινωνικών αναγκών, διαμορφώνοντας το όραμα και το σχέδιο για την πορεία του Κινήματος και της χώρας προς το μέλλον.
Σε αυτό το πλαίσιο, η επικείμενη εκλογική αναμέτρηση για την ανάδειξη της νέας ηγεσίας του Κινήματος λαμβάνει ιστορικά χαρακτηριστικά. Κι’ αυτό γιατί εν πολλοίς θα απαντήσει αν και πώς το ΠΑΣΟΚ πρόκειται να καθορίσει το ίδιο τις πολιτικές εξελίξεις που το αφορούν ή θα ακολουθήσει μία γραμμική και ετεροκαθοριστική πορεία προς το μέλλον, με άγνωστο αποτέλεσμα.
Αυτό το ραντεβού με τη νέα σελίδα της ιστορίας του ΠΑΣΟΚ, δεν μπορεί παρά να σηματοδοτήσει την επανασύνδεσή μας με την πλατιά κοινωνική πλειοψηφία και την ανανεωμένη επαφή μας με τα πλέον σύγχρονα προοδευτικά πολιτικοοικονομικά ρεύματα της Ευρώπης και του κόσμου. Επιδίωξη που προϋποθέτει ασφαλώς και μία ηγεσία με διαφορετικά πολιτικά, τεχνοκρατικά και επικοινωνιακά χαρακτηριστικά, που θα συμβολίσει το τολμηρό άνοιγμα στη νέα εποχή, κινητοποιώντας την τεράστια δυναμική του Κινήματός μας.
Το ΠΑΣΟΚ, μέσα από την πενηντάχρονη παρουσία του στα δημόσια πράγματα, έχει αφήσει ένα αναντικατάστατο στίγμα στην πορεία της χώρας, προωθώντας την εθνική αυτοπεποίθηση, τον εκδημοκρατισμό του πολιτικού συστήματος, την ανάπτυξη της οικονομίας, τον εκσυγχρονισμό του κράτους και την κοινωνική πρόοδο. Αυτή η πολιτική κληρονομία, που πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ενιαίο σύνολο με τις θετικές και τις αρνητικές εκδοχές της, αποτελεί το μεγάλο ιδεολογικό και γνωσιακό ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα και μπορεί να εγγυηθεί την ικανότητά μας να ανταποκριθούμε με επιτυχία στις προκλήσεις του παρόντος και του μέλλοντος.
Για να αποκτήσει όμως το ΠΑΣΟΚ νέα προοπτική, πρέπει πρώτ’ από όλα να οργανώσει το πολιτικό και οργανωτικό του οικοσύστημα με τρόπο ώστε να μπορεί να αφουγκράζεται και να κατανοεί τις σύγχρονες ανάγκες των πολιτών και να διαμορφώνει τις λύσεις που ανταποκρίνονται στα προβλήματά τους, στο υπεύθυνο πάντα πλαίσιο της διασφάλισης της κοινωνικής συνοχής και της εθνικής προοπτικής και ευημερίας.
Ένα προοδευτικό κόμμα όπως το ΠΑΣΟΚ οφείλει να προσφέρει ερμηνείες για τις δυναμικές που διέπουν την εξέλιξη, να προσδιορίζει με ποιες πραγματικότητες θα συγκρουστεί αλλά και να μιλάει με τη γλώσσα της νέας εποχής.
Οι έννοιες με τις οποίες παραδοσιακά ταυτίστηκε το ΠΑΣΟΚ, όπως η Ελευθερία, η Δημοκρατία, η Ισότητα, η Αξιοπρέπεια, ο Ανθρωπισμός, η Αλληλεγγύη και η Κοινωνική Δικαιοσύνη, οφείλουν τώρα να βρουν καινούργιο νόημα για να εκφράσουν τις ανάγκες μιας διαφορετικής εποχής. Το ενδιαφέρον μας πρέπει να εστιαστεί στις νέες διαταξικές μορφές ανισότητας, αδικίας, εκμετάλλευσης και αποκλεισμού, που ανακύπτουν στις αναπτυγμένες κοινωνίες, λαμβάνοντας υπόψη τον διεθνή τρόπο οργάνωσης της οικονομικής δραστηριότητας, τις αλλεπάλληλες προκλήσεις που θέτει η τεχνολογική εξέλιξη, τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής αλλά και την εθνική υπογεννητικότητα σε έναν κόσμο που αυξάνει εκθετικά τον πληθυσμό του.
Σε αυτό το πλαίσιο, τα κύρια ζητούμενα είναι η διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης θεώρησης σχετικά με τις δυναμικές και τις προκλήσεις που αναπτύσσονται στις σύγχρονες διεθνοποιημένες κοινωνίες, η χάραξη της στρατηγικής που θα επιτρέψει την εποικοδομητική παρέμβαση στις εξελίξεις καθώς και ο σχεδιασμός των πολιτικών που υπηρετούν τους γενικούς σκοπούς της.
Αυτός ο συστημικός τρόπος αντιμετώπισης των κοινωνικών φαινομένων, μπορεί αφενός να διασφαλίσει τη συνοχή και τη συμπληρωματικότητα των προτεινόμενων πρωτοβουλιών και μεταρρυθμίσεων αφετέρου να συμβάλει στην ανάπτυξη μιας διαφορετικής κουλτούρας πολιτικής δράσης, που δεν επηρεάζεται από ιδεοληψίες, προκαταλήψεις και συσχετισμούς, αλλά εστιάζει την προσοχή της αποκλειστικά στο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
Η πολιτική μας δραστηριότητα δεν πρέπει πλέον να εξαντλείται στην ανάλυση της πραγματικότητας, στην ανάδειξη των προβλημάτων και στην αποτύπωση λύσεων και θέσεων. Οφείλει επιπλέον να επιδιώκει -ανεξάρτητα από τη θέση μας στον πολιτικό χάρτη- την εφαρμογή του πολιτικού μας προγράμματος, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες, κινητοποιώντας κοινωνικές δυνάμεις και διαμορφώνοντας συγκλίσεις, συνεργασίες και συναινέσεις, προς όφελος των πολιτών και της χώρας. Μία κουλτούρα που -εκτός των άλλων- θα προωθήσει την ώσμωση των ιδεών και του δυναμικού μας με τον χώρο της εφαρμοσμένης πολιτικής, ενισχύοντας τα διαχειριστικά και κυβερνητικά μας χαρακτηριστικά.
Η περίοδος της εξόδου της Ελλάδας από την υπερδεκαετή βαθιά οικονομική κρίση, βρήκε τη χώρα μας σε έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο, με κύρια χαρακτηριστικά:
Απόρροια αυτών των εξελίξεων είναι σε μεγάλο βαθμό οι αλλεπάλληλες κρίσεις που ζήσαμε ως παγκόσμια κοινότητα τα τελευταία χρόνια, όπως η πανδημία, οι πόλεμοι και η ενεργειακή κρίση, οι οποίες λόγω του συστημικού τους πλέον χαρακτήρα τείνουν να γίνουν μέρος μιας νέας κανονικότητας.
Ως αποτέλεσμα, η ανάκτηση του βιοτικού επιπέδου της ελληνικής κοινωνίας ναρκοθετείται διαρκώς από νέα προβλήματα: το κόστος διαβίωσης αυξάνεται σταθερά υπερβαίνοντας πλέον κάθε όριο αντοχής της μέσης οικογένειας, ο φόβος και η ανασφάλεια για το μέλλον εντείνονται, η εγκληματικότητα και η παραβατικότητα έχουν μεταφερθεί στις γειτονιές, οι δημόσιες δομές παιδείας, υγείας και πρόνοιας υποβαθμίζονται σε δεύτερης κατηγορίας για εκείνους που δεν έχουν να πληρώσουν, ο άκρατος ατομικισμός έχει εγκατασταθεί ως κυρίαρχη κουλτούρα επιβίωσης, η άσκηση βίας και η επιβολή έχουν καταστεί ο βασικός τρόπος επίλυσης των διαφορών, τα ψυχολογικά και ψυχικά νοσήματα πολλαπλασιάζονται, ενώ το πλήθος των διακρίσεων και των αποκλεισμών παραμένει επίκαιρο και σε πολλές περιπτώσεις αναβαθμισμένο.
Σε αυτό το εκρηκτικό κοκτέιλ ζητημάτων που αντιμετωπίζει πλέον η ελληνική κοινωνία, έρχονται να προστεθούν καινούργια υπαρξιακά ζητήματα, όπως ο δημογραφικός μαρασμός που απειλεί την πορεία της χώρας και την οικονομοτεχνική αλυσίδα της αλληλεγγύης των γενεών, η κλιματική αλλαγή που διαταράσσει ήδη τη γεωργική παραγωγή και τον τουρισμό, η τεχνητή νοημοσύνη που σηματοδοτεί την αυτονόμηση των μηχανών από τους ανθρώπους με άγνωστες συνέπειες αλλά και η επαναφορά του εθνικισμού και της ακροδεξιάς στην Ευρώπη ως μέσο αντίδρασης στην αδυναμία κατανόησης του σύγχρονου κόσμου και της εργασιακής, οικονομικής και κοινωνικής περιθωριοποίησης μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ισχυρότερη δέσμευση του μεταπολεμικού δυτικού κόσμου παύει πλέον να ισχύει. Το παρόν δεν είναι πια καλύτερο από το παρελθόν. Οι σημερινοί νέοι ατενίζουν το μέλλον με την προοπτική να είναι η πρώτη γενιά που ίσως ζήσει χειρότερα από την προηγούμενη.
Δυστυχώς, πενήντα χρόνια μετά την Μεταπολίτευση, τα προβλήματα της χώρας μας παραμένουν βαθιά ηθικά, θεσμικά, οικονομικά και εν τέλει πολιτικά. Κι’ αυτό γιατί το Πολιτικό Σύστημα αποτυγχάνει επιδεικτικά να ανταποκριθεί στο πρωταρχικό καθήκον κάθε ηγεσίας: να αντιληφθεί το σχήμα του μέλλοντος και να χαράξει τον δρόμο προς την ευημερία. Αντίθετα αναλώνεται σε μία επιδερμική και αποσπασματική διαχείριση των ζητημάτων, στη στείρα επανάληψη φτωχών αναλύσεων και ξεπερασμένων ιδεολογημάτων αλλά και στον διαμοιρασμό ρόλων και την επιδίωξη της εξουσίας ως μέσο προσωπικής σταδιοδρομίας και ανέλιξης. Μία αποτυχημένη πολιτική κουλτούρα που ανέδειξε γλαφυρά την αδυναμία της να εγγυηθεί την προστασία της κοινωνίας με τον αποκρουστικό τρόπο που διαχειρίστηκε πριν, κατά τη διάρκειά τους αλλά και μετά, πλήθος τραγικών γεγονότων, όπως οι πυρκαγιές στο Μάτι, το δυστύχημα στα Τέμπη και οι πλημμύρες στη Θεσσαλία.
-Ελλάδα ισχυρή, με φωνή και κύρος, με παρέμβαση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και σε όλα τα διεθνή fora.
Η Ελλάδα είναι χώρα ευρωπαϊκή, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Αποτελεί αναπόσπαστο μέλος της ευρύτερης δυτικής συμμαχίας, κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ και στρατηγικό εταίρο των ΗΠΑ. Οφείλει πάντα με σαφή και καθαρό τρόπο να υπερασπίζεται αυτόν τον προσανατολισμό και να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων, χωρίς ταυτοτικές αμφιταλαντεύσεις, αμφιθυμίες και ενοχές.
Η Ελλάδα είναι παράγοντας σταθερότητας και ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή. Υπερασπίζεται σθεναρά την κυριαρχία της στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου, του Δικαίου της Θάλασσας και των Συνθηκών, αντιμετωπίζοντας δυναμικά κάθε αμφισβήτηση. Δεν αναγνωρίζει κανένα διμερές ζήτημα που κατά καιρούς εφευρίσκει η Τουρκία, πέραν εκείνου της οριοθέτησης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, βάσει της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας του 1982. Είναι -και πρέπει να είναι- χώρα πρωταγωνιστής στην περιοχή της, αντιτασσόμενη σε κάθε μορφή επεκτατισμού και αναθεωρητισμού. Γι’ αυτό υπερψηφίζουμε πάντα τις δαπάνες για τον εξοπλισμό της χώρας.
Η Ελλάδα, με μοχλό την προνομιακή της θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οφείλει να εργάζεται για τον εξευρωπαϊσμό των γειτονικών της κρατών, προωθώντας την πολιτική και θεσμική τους αναβάθμιση ως μέρους του σχεδίου για τη σταθερότητα, την ασφάλεια και την ευημερία στην περιοχή. Έχει καθοριστικό ρόλο στην ενταξιακή πορεία της Αλβανίας επιδιώκοντας μέσω αυτής την μετεξέλιξή της σε Κράτος Δικαίου αλλά και της Βόρειας Μακεδονίας, υποχρεώνοντάς τη να τηρήσει τις συμβατικές της υποχρεώσεις. Η Ελλάδα δεν αποδέχεται τη διχοτόμηση της Κύπρου, που επιβάλει (De Facto) εδώ και πενήντα χρόνια η παράνομη τούρκικη εισβολή και κατοχή και υποστηρίζει ενεργά τον Κυπριακό λαό στη διεκδίκηση μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης, που θα επιτρέψει την επανένωση του νησιού και την ευημερία του λαού του. Η Ελλάδα υποστηρίζει κάθε προτεινόμενη λύση στο πλαίσιο του ΟΗΕ που υπηρετεί τα συμφέροντα του Κυπριακού λαού.
Αντιλαμβανόμαστε την Ενωμένη Ευρώπη ως το κοινό μας σπίτι, όπου κάθε λαός μπορεί να διατηρεί και να αισθάνεται άνετα με την ιδιαίτερη ταυτότητα και τον πολιτισμό του. Είμαστε υπερήφανοι για την πατρίδα μας, αλλά και υπερήφανοι για το ιστορικό κεκτημένο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ένα κεκτημένο που δεν μπορεί ωστόσο να εργαλειοποιείται για την επίτευξη πολιτικών στόχων, ούτε να διαιρείται σε ταχύτητες ανάλογα τις πολιτικές προτεραιότητες, την ωριμότητα και τα συμφέροντα κάθε κράτους-μέλους.
Διεκδικούμε τη μεταρρύθμιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την κατεύθυνση της ισχυροποίησης των δημοκρατικών θεσμών της, τη διαμόρφωση αυτόνομης κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας, την αυτονομία της από τον αμερικανικό παράγοντα σε ζητήματα άμυνας, την προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής αλλά και την προστασία των συνόρων και των κρατών μελών της. Θεωρούμε την ισχυροποίηση του ρόλου της ΕΕ στη διεθνή σκηνή «ζωτικής σημασίας», ιδιαίτερα σε μία εποχή γεωπολιτικών αναταραχών, έντονου ανταγωνισμού. Πιστεύουμε ότι μία αυτόνομη ΕΕ είναι η μόνη βιώσιμη λύση σε ένα ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον, όπου η μόνη του σταθερά είναι οι διαρκείς μεταβολές. Σε αυτήν την προσπάθεια, μεταξύ των άλλων, οφείλουμε να προωθήσουμε την ατζέντα της συντονισμένης Ευρωπαϊκής αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, ως ζήτημα κορυφαίας προτεραιότητας.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα κερδίσει το στοίχημα της νομιμοποίησής της στα μάτια των πολιτών της, μόνο όταν οι μελλοντικές γενιές αισθανθούν το ευρωπαϊκό περιβάλλον ως το υγιές, δημιουργικό και ασφαλές πεδίο δραστηριοποίησης και εξέλιξής τους.
-Ελλάδα με ισχυρό Κοινωνικό Κράτος που παρέχει ποιοτικές υπηρεσίες στους Έλληνες και στηρίζει κάθε πολίτη όταν βρεθεί σε αδυναμία στη ζωή του.
Οφείλουμε να ξαναγράψουμε από την αρχή, μαζί με την ελληνική κοινωνία, ένα νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο. Επιδιώκουμε οι Ελληνίδες και οι Έλληνες να αισθανθούν ξανά αυτοπεποίθηση για το μέλλον τους, απολαμβάνοντας τη σιγουριά ότι το κράτος ως εκπρόσωπος του κοινωνικού συνόλου έχει διαμορφώσει για εκείνους ένα ασφαλές, δίκαιο και δημιουργικό περιβάλλον, που τους επιτρέπει να ζουν με αξιοπρέπεια και προοπτική.
–Αντιμετωπίζουμε την ακρίβεια. Παρεμβαίνουμε στον πυρήνα των ζητημάτων που τροφοδοτούν την ακρίβεια, αντιμετωπίζουμε συστημικά τα ζητήματα, σπάζοντας τους αλλεπάλληλους κύκλους κλιμάκωσης των τιμών στην ενέργεια και τα τρόφιμα. Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στην ενέργεια, προωθούμε τις επενδύσεις στη διεθνή διασυνδεσιμότητα του δικτύου, στην αποθήκευση της παραγωγής των ΑΠΕ, την αυτοματοποιημένη επιστροφή των υπερκερδών στο λιανικό τιμολόγιο και την αντιστάθμιση των επιπτώσεων της χρηματιστηριακής διαμόρφωσης των τιμών στην χονδρική.
–Ενισχύουμε τα εισοδήματα. Αξιοποιούμε την ανάπτυξη της οικονομίας και τα αυξημένα έσοδα για να προωθήσουμε την αναδιάρθρωση της φορολογικής κλίμακας, την κατάργηση της τεκμαρτής φορολόγησης, στοχευμένες φοροαπαλλαγές αλλά και να άρουμε επιτέλους τα απόνερα των μνημονίων, όπως: τον γενικό ΦΠΑ που ανέβηκε από το 18 στο 24%, το τέλος επιτηδεύματος, τον ΕΝΦΙΑ, την περικοπή των Δώρων στους Δημόσιους Υπαλλήλους και τους Συνταξιούχους, την προσωπική διαφορά σε τμήμα των συνταξιούχων και την κατάργηση του ΕΚΑΣ.
Αντιλαμβανόμαστε ως αυτονόητη υποχρέωση της Πολιτείας την προστασία των χιλιάδων χαμηλοσυνταξιούχων που ζουν σήμερα με λίγα περισσότερα χρήματα από 300 ευρώ ανά μήνα. Επιδιώκουμε τη θέσπιση ειδικών μέτρων άμεσης ανακούφισης, όπως άλλωστε δεν διστάσαμε να κάνουμε ακόμη και μέσα στην περίοδο των μνημονίων, όταν διατηρήσαμε και επεκτείναμε το ΕΚΑΣ, παρέχοντάς το συνολικά σε 430 χιλιάδες δικαιούχους.
–Αναβαθμίζουμε την ποιότητα εργασίας. Ενισχύουμε τις επενδύσεις που παράγουν υψηλής προστιθέμενης αξίας θέσεις εργασίας, αντίστοιχες με τα πλούσια εκπαιδευτικά προσόντα της νέας γενιάς. Προωθούμε νέο εργασιακό πλαίσιο στην κατεύθυνση της εξισορρόπησης της εργασιακής με την προσωπική ζωή (worklifebalance), την άρση των διακρίσεων πρόσβασης και ανέλιξης στην αγορά εργασίας (σεξιστικές, ηλικιακές, φιλοσοφικές, αισθητικές κ.α.) και την προστασία της μητρότητας (αλλά και της πατρότητας), ιδιαίτερα στο περιβάλλον των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Στεκόμαστε με κοινωνική ευαισθησία δίπλα στους εργαζόμενους, επιδιώκοντας τη σταδιακή μείωση του χρόνου εργασίας και αντιτασσόμαστε σε κάθε είδους νομοθέτημα προς την αντίθετη κατεύθυνση.
–Εκσυγχρονίζουμε τις δημόσιες δομές. Ανασχεδιάζουμε τις δομές παιδείας και υγείας στην κατεύθυνση της εξυπηρέτησης των αναγκών της πραγματικής ζωής, του εκσυγχρονισμού των εγκαταστάσεών τους και της ανταγωνιστικότητάς τους έναντι των ιδιωτικών παρόχων, εξοικονομώντας οικονομικούς και άλλους πόρους από τους πολίτες. Μέτρο της επιτυχίας μας είναι το να καταστούν οι ιδιωτικές δαπάνες παιδείας και υγείας περιττές.
Επενδύουμε στην Παιδεία, με σύγχρονα προγράμματα που αναπτύσσουν τις γνώσεις, την κριτική ικανότητα, τη συνδυαστική σκέψη και τις δεξιότητες. Θέτουμε στο επίκεντρο τούς μαθητές ως ανθρώπινες οντότητες, προωθώντας αρχές και αξίες, πρότυπα σεβασμού στον άνθρωπο, τον σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων και την ισότητα των φύλων. Οραματιζόμαστε μία Ελλάδα Διεθνές Κέντρο Εκπαίδευσης και Πολιτισμού στηριγμένη στο ανεκτίμητο αξιακό φορτίο πλήθους επιστημών και τεχνών που εμπεδώθηκαν εδώ κατά την αρχαιότητα, όπως η Φιλοσοφία, τα Μαθηματικά, η Ιατρική, το Θέατρο και πολλά άλλα. Ένα πλαίσιο που θα μας επιτρέψει να ξεφύγουμε από τη μυωπική οπτική της διαφύλαξης ενός στενού και εσωστρεφούς πανεπιστημίου. Σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να αναθεωρηθεί το άρθρο 16 του Συντάγματος και παράλληλα να στηριχθεί γενναία και ουσιαστικά το Δημόσιο Πανεπιστήμιο.
Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στο Ε.Σ.Υ. επιδιώκουμε την ολική αναγέννησή του μέσα από τη διεύρυνση του δικτύου πρωτοβάθμιας υγείας, την άρτια στελέχωση των νοσοκομείων με οικονομικά και θεσμικά κίνητρα σε γιατρούς και νοσηλευτές, την αναβάθμιση των κτιριακών υποδομών αλλά και την αναδιοργάνωση του τρόπου λειτουργίας του προς την κατεύθυνση της μείωσης του χρόνου ανταπόκρισης και εξυπηρέτησης των πολιτών.
–Επιλύουμε το στεγαστικό. Δημιουργούμε πολιτικές παροχής ισχυρών κινήτρων ανοίγματος των κλειστών διαμερισμάτων, μετατροπής μέρους των AIRBNB σε αστική κατοικία και ενθάρρυνσης της οικοδομικής δραστηριότητας σε συγκεκριμένες αστικές και περιαστικές περιοχές. Παρεμβαίνουμε στην τακτοποίηση των εκκρεμοτήτων των κόκκινων στεγαστικών δανείων προς την κατεύθυνση της απόδοσης των ακινήτων σε χρήση και παρέχουμε τραπεζικές εγγυήσεις και επιδοτήσεις επιτοκίων προκειμένου οι τράπεζες να χορηγούν νέα στεγαστικά δάνεια, ιδιαίτερα στους ανθρώπους που ανήκουν στη χαμένη στεγαστική γενιά της οικονομικής κρίσης.
–Εστιάζουμε στη συμπεριληπτικότητα και στην προσαρμοστικότητα. Δημιουργούμε ειδικές παροχές και προγράμματα για ανθρώπους που αντιμετωπίζουν ακραία φτώχεια, ειδικά προβλήματα ή προβλήματα προσαρμογής στην εξέλιξη της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας λόγω της διεθνοποίησης της εργασίας ή των αλλαγών της τεχνολογίας. Αναπτύσσουμε την κουλτούρα της παρέμβασης του κοινωνικού συνόλου προκειμένου να υποστηριχθεί κάθε τμήμα ή μέλος του όταν βρεθεί σε φάση αδυναμίας στη ζωή του.
Είναι θέμα αξιοπρέπειας για μία χώρα η αντιμετώπιση των φαινομένων φτώχειας, η ουσιαστική στήριξη χιλιάδων συμπολιτών μας που δεν τα βγάζουν πέρα. Είναι θέμα τιμής για την κοινωνία μας η αντιμετώπιση των φαινομένων παιδικής φτώχειας στην οποία βρισκόμαστε σε μια από τις χειρότερες θέσεις στην Ευρώπη.
–Αποκεντρώνουμε τις υποδομές. Σχεδιάζουμε το νέο πρόγραμμα δημόσιων έργων με γνώμονα τη σύγκλιση της περιφέρειας με το επίπεδο των υποδομών της Αττικής. Επενδύουμε σε έργα που εκσυγχρονίζουν τις μεγάλες περιφερειακές πόλεις και τις περιοχές με σημαντική εμπορική και τουριστική δραστηριότητα.
–Επαναφέρουμε την ασφάλεια στις γειτονιές. Εστιάζουμε το έργο της αστυνομίας και των άλλων δημόσιων δομών ασφάλειας στα καθημερινά προβλήματα των κατοίκων, όπως οι κλοπές και η παραβατικότητα, εμπεδώνοντας το αίσθημα ασφάλειας και της υποστήριξης στην καθημερινή ζωή των πολιτών. Με εκσυγχρονισμό και ενίσχυση της ΕΛ.ΑΣ. και πιο έντονη παρουσία στις γειτονίες.
–Ενισχύουμε τον Πολιτισμό. Αντιλαμβανόμαστε τις πολιτιστικές δραστηριότητες ως στοιχείο της εύρυθμης κοινωνικής λειτουργίας, της σφυρηλάτησης συλλογικής ταυτότητας και της εξερεύνησης των δυνατοτήτων της ανθρώπινης διάνοιας. Υποστηρίζουμε, διευκολύνουμε και ενισχύουμε τη διενέργεια πλήθους πολιτιστικών δραστηριοτήτων, όπως θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες, εκθέσεις τέχνης κ.λπ., κρατώντας τις πολιτιστικές μας ρίζες ζωντανές. Βάζουμε πιο δυναμικά την τέχνη και τον πολιτισμό στα σχολεία.
–Προσεγγίζουμε σοβαρά τον Ελληνισμό της διασποράς. Αξιοποιούμε τις αστείρευτες δυνάμεις και δυνατότητες της Ελληνικής Ομογένειας απανταχού της Γης, που «διψάει» για επικοινωνία με την πατρίδα. Αυτούς τους συμπατριώτες μας αναζητούμε και διευκολύνουμε στις σχέσεις τους με την πατρίδα και τη συμμετοχή τους στα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα. Είμαστε υπέρ της επιστολικής ψήφου για όλους τους Έλληνες και πριν από όλα για τους Έλληνες του απόδημου Ελληνισμού.
–Αντιμετωπίζουμε ουσιαστικά το δημογραφικό πρόβλημα. Το δημογραφικό πρόβλημα στη χώρα μας, είναι από τα πιο προβληματικά παγκοσμίως και μας κατατάσσει στην πρώτη εξάδα των γηρασκουσών χωρών. Το 1960 το όριο αναπλήρωσης γενεάς ήταν 2,1 τέκνα ανά γυναίκα, ενώ το 1987 «έπεσε» στο 1,5 και από τότε βαίνει μειούμενο. Το αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων, η κοινωνικοοικονομική κρίση του 2010 και η μαζική μετανάστευση νέων την ίδια περίοδο, μας οδήγησαν σε δραματικά μεγαλύτερη μείωση του πληθυσμού μας. Για την αντιμετώπιση αυτού του σοβαρού ζητήματος προωθούμε, μεταξύ άλλων, αποτελεσματικά, πάγια και στοχευμένα μέτρα, όπως:
–Ελλάδα με Αποκέντρωση στηριγμένη στην ισχυρή Αυτοδιοίκηση και στη συμμετοχή των πολιτών, που αντιμετωπίζει επιτέλους τις παθογένειες ενός υπερσυγκεντρωτικού Κράτους.
Το ελληνικό κράτος παραμένει υπερσυγκεντρωτικό και γραφειοκρατικό, καθώς ακόμη και οι μεγάλες παρεμβάσεις, όπως η δημιουργία των ΚΕΠ και η πρόσφατη ψηφιοποίηση, στηρίχθηκαν στη λογική της παράκαμψης ή της ψηφιοποίησης της γραφειοκρατίας και όχι στην ουσιαστική επίλυσή της.
Ο πρώτος άξονας της πολιτικής μας αφορά στον ολικό ανασχεδιασμό των διαδικασιών που σχετίζονται με τις υπηρεσίες που παρέχει το κράτος στους πολίτες του, με γνώμονα τις σύγχρονες ανάγκες και την αξιοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρει η τεχνολογία στον πυρήνα της προετοιμασίας και της υλοποίησης των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Ο δεύτερος άξονας αφορά στην αποκέντρωση των αρμοδιοτήτων της Κεντρικής Εξουσίας, από την οποία ακόμη και σήμερα εξαρτάται περίπου το 90% των ζητημάτων που αντιμετωπίζουν οι πολίτες στην καθημερινότητά τους. Προωθούμε ένα νέο εκτεταμένο πρόγραμμα παραχώρησης αρμοδιοτήτων στην Τοπική και Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση με στόχο να φέρουμε την εξουσία πιο κοντά στα προβλήματα και να ενθαρρύνουμε τις τοπικές κοινωνίες να συμμετέχουν ενεργότερα στα θέματα που τους αφορούν.
Θεσμοθετούμε τη στοχοθέτηση σε όλο το φάσμα της δημόσιας διοίκησης και την αξιολόγηση με μέτρο την ικανοποίηση των πολιτών, ενώ καταργούμε τον κομματισμό στην επιλογή και την ανέλιξη των ανώτατων στελεχών των Υπουργείων.
-Ελλάδα με νέο αναπτυξιακό πρότυπο και ίσες ευκαιρίες για όλους.
Ενισχύουμε την ποιοτική εκδοχή του τουριστικού μας προϊόντος, εστιάζοντας στην κατασκευή υποδομών, στην επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και στην ανάπτυξη νέων μορφών τουρισμού και στην διασύνδεση του με τον αγροτοδιατροφικό τομέα. Παράλληλα, όμως, προωθούμε δράσεις και πολιτικές προστασίας των τουριστικών προορισμών από την αλλοίωση του φυσικού τους τοπίου, τον αφανισμό της τοπικής κουλτούρας και γενικότερα την έκθεσή τους στις επιπτώσεις του υπερτουρισμού.
Ανασχεδιάζουμε την Αγροτική Ανάπτυξη, με έμφαση στην αξιοποίηση της τεχνολογίας, στον σχεδιασμό της παραγωγής ανά περιοχή αλλά και στη διαρκή επιμόρφωση και στήριξη των αγροτών και την ενίσχυση του αγροτοδιατροφικού τομέα. Αναλαμβάνουμε πρωτοβουλίες ενίσχυσης των εξαγωγών των αγροτικών προϊόντων, προωθώντας τον συντονισμό και τις πρωτοβουλίες των αγροτικών συλλογικοτήτων. Προστατεύουμε τους αγρότες από τις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης, του κεντρικού σχεδιασμού της παραγωγής και της κλιματικής αλλαγής.
Αντιμετωπίζουμε τη στήριξη του πρωτογενή τομέα ως εργαλείο αποκέντρωσης και τόνωσης των τοπικών οικονομιών και μέρος του σχεδίου μας για την περιφερειακή ανάπτυξη. Ενός σχεδίου που αντιμετωπίζει την οικονομική και πληθυσμιακή στασιμότητα της άλλοτε κραταιάς ελληνικής περιφέρειας, απελευθερώνοντας και πάλι τις παραγωγικές της δυνατότητες και βάζοντας φραγμό στην εσωτερική και εξωτερική μετακίνηση των κατοίκων της, και ιδιαίτερα των νέων.
Ανάπτυξη σημαίνει ύπαρξη ευκαιριών για όλους και ιδιαίτερα τους νέους, προκειμένου να αποκτήσουν την αυτοπεποίθηση να διεκδικήσουν τον ρόλο τους στη ζωή, αξιοποιώντας τις ικανότητές τους με τρόπο δημιουργικό και καινοτόμο.
Η Ελλάδα χρειάζεται ένα νέο σχέδιο, ένα νέο συμπεριληπτικό Μοντέλο Κοινωνικής Συνύπαρξης και ώσμωσης των διαφορετικών προσεγγίσεων και δυναμικών.
Το ΠΑΣΟΚ χρειάζεται ριζικές τομές στη δομή και τη λειτουργία του, ώστε να είναι σε θέση να διαδραματίσει τον κρίσιμο ρόλο που οραματιζόμαστε.
Να εκσυγχρονίσει τις οργανωτικές του δομές προωθώντας την ενεργή συμμετοχή των μελών του τόσο στα τοπικά θέματα όσο και σε εκείνα της κεντρικής πολιτικής σκηνής.
Να διευρύνει και να ενδυναμώσει τη σχέση του με την κοινωνική πλειοψηφία σε κάθε γεωγραφική περιοχή, σε κάθε κοινωνικό και επαγγελματικό χώρο. Να σφυρηλατήσει ξανά τον Κινηματικό του χαρακτήρα.
Να αναπτύξει τα κυβερνητικά του χαρακτηριστικά μέσα από την επιδίωξη της εφαρμογής των πολιτικών του ήδη από τη θέση της αντιπολίτευσης και την ανάδειξη μιας νέας ηγετικής ομάδας με επιτυχημένη παρουσία στην οικονομική και κοινωνική ζωή της Ελλάδας αλλά και διεθνώς.
Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα κόμμα πατριωτικό, προοδευτικό και μεταρρυθμιστικό, ιδεολογικός φορέας του Κεντρώου χώρου και της Σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα. Υπήρξε για δεκαετίες και παραμένει το κόμμα της Κεντροαριστεράς στον τόπο μας και πορεύεται στην πολιτική ζωή με λόγο καθαρό, λογικό, πειστικό και υπεύθυνο, αντίθετο προς κάθε είδους λαϊκισμό και μακριά από κάθε ετεροπροδιορισμό. Απευθύνεται και εκφράζει αυθεντικά όλους τους πολίτες από τις παρυφές της Νέας Δημοκρατίας μέχρι τον ΣΥΡΙΖΑ.
Το ΠΑΣΟΚ είναι ένας αυτόφωτος πολιτικός χώρος, που δεν καθορίζει τη στάση του από τους συγκυριακούς κομματικούς συσχετισμούς. Πιστεύει -και το έχει αποδείξει στα χρόνια της βαθιάς οικονομικής κρίσης- στις συγκλίσεις, στις συναινέσεις και στις συνεργασίες που προκύπτουν ως εθνικές και κοινωνικές αναγκαιότητες και όχι ως σημαία ευκαιρίας για κομματική επιβίωση. Γι΄αυτό και πρέπει να πορευτεί με αυτονομία, με καθαρό ορίζοντα, ξεκάθαρο πολιτικό στίγμα και προοπτική, χωρίς να αναζητά «σωτηρία» μέσα από νεφελώδεις, φαντασιακές προτάσεις συνύπαρξης με κόμματα που ανήκουν σε άλλους ιδεολογικούς, πολιτικούς και αξιακούς χώρους, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και η Δημοκρατική Αριστερά.
Το ΠΑΣΟΚ ανακτά την πολιτική του αυτοπεποίθηση ξαναγράφοντας ημέρα με την ημέρα τη νέα σελίδα της ιστορίας του. Μιλώντας στο μυαλό αλλά και στην καρδιά των εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών που αποστασιοποιήθηκαν απογοητευμένοι και πληγωμένοι τα σκληρά χρόνια της οικονομικής κρίσης. Πολίτες που αντιλαμβάνονται σήμερα ότι παρά τα σημαντικά του λάθη, το ΠΑΣΟΚ δεν τους πρόδωσε ποτέ. Αγωνίστηκε ακόμη και στις πιο σκοτεινές ώρες για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους και έδειξε πρώτο τον δύσκολο δρόμο της αποκατάστασης της εθνικής οικονομίας από την καταστροφή.
Το ΠΑΣΟΚ είναι εδώ, για να επανενώσει γενιές, αντιλήψεις και απόψεις για το μέλλον.
Το ΠΑΣΟΚ είναι παντού, σε συνεχή διάλογο με την κοινωνία, σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας.
Το ΠΑΣΟΚ ανήκει στα μέλη και τους φίλους του. Ανήκει στην ελληνική Κοινωνία.
Το ΠΑΣΟΚ έχει βαθιές ρίζες, αξίες και παρακαταθήκες στην Κοινωνία. Μία κοινωνία που καλείται στις 6 Οκτωβρίου μαζικά και δημοκρατικά να αποφασίσει ποιο ΠΑΣΟΚ θα εκπροσωπήσει τα συμφέροντά της τα επόμενα πολλά χρόνια.
Όσο μεγαλύτερη είναι η συμμετοχή, τόσο δυνατότερη, δημοκρατικότερη και πιο ενωμένη θα βγει η παράταξή μας από την εσωκομματική εκλογική διαδικασία.
Με αυτές τις σκέψεις και τις προτάσεις θέτω στην αξιολόγηση του εκλογικού σώματος την υποψηφιότητά μου για την προεδρία του ΠΑΣΟΚ.
Σας καλώ να τολμήσουμε! Να ξαναφέρουμε το ΠΑΣΟΚ στην κοινωνία! Να σπείρουμε με την ψήφο μας τη θέληση και τη δύναμή μας, ώστε να δρέψουμε αύριο -όλοι μαζί- τους καρπούς αυτής της νέας πορείας!
Με εκτίμηση,
Νάντια Γιαννακοπούλου