Ευχαριστώ πολύ, κυρία Πρόεδρε.
Κυρία Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πριν απ’ όλα, θα ήθελα να εκφράσω την οδύνη μου, τη βαθιά μου θλίψη για την απώλεια του εκλεκτού συναδέλφου, του αγαπητού φίλου, ενός εξαιρετικού Βουλευτή, αλλά κυρίως ενός ευγενέστατου ανθρώπου, μιας ευγενικής και πολύ όμορφης ψυχής, του Νεκτάριου Σαντορινιού. Θα ήθελα να εκφράσω τα συλλυπητήριά μου στην οικογένειά του και βεβαίως, στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.
Το ΠΑΣΟΚ, αφουγκραζόμενο τις ανάγκες και τις υπαρκτές αγωνίες της κοινωνίας, κατέθεσε δύο επίκαιρες νομοθετικές πρωτοβουλίες. Η πρώτη είναι σχετική με την προστασία της πρώτης κατοικίας, ένα τεράστιο ζήτημα το οποίο αφορά εκατομμύρια Έλληνες πολίτες. Και η δεύτερη είναι σχετική με το επίδομα ανεργίας των εποχικά εργαζομένων. Και είναι και αυτή, νομίζω, μία πολύ σοβαρή πρωτοβουλία, η οποία είναι αναγκαία να γίνει και να υπερψηφιστεί.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θεωρώ πως όλοι κατανοούμε ότι έχει δημιουργηθεί ένα πάρα πολύ μεγάλο πολιτικό και κοινωνικό θέμα με την απόφαση του Αρείου Πάγου, όπου εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες βρίσκονται πλέον πραγματικά σε κατάσταση αγωνίας, σε κατάσταση ανασφάλειας για τις κατοικίες τους.
Η ολομέλεια του Αρείου Πάγου σε διάσκεψή της φέρεται -λέω «φέρεται», γιατί ακόμα δεν έχει καθαρογραφεί η απόφαση, αλλά το αποτέλεσμα αυτής έχει γίνει γνωστό, έχει διαρρεύσει- να αποφάνθηκε και δη με ισχυρότατη πλειοψηφία και με διαδικασίες fast track ότι οι διαχειριστές των funds οι οποίοι εδρεύουν στην Ελλάδα μπορούν να ενεργούν δικαστικές πράξεις και να προβαίνουν σε πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης με τη δική τους επωνυμία και όχι ως πληρεξούσιοι των funds, ανοίγοντας με αυτόν τον τρόπο τον δρόμο για μια σειρά πλειστηριασμών ακόμη και πρώτων κατοικιών, σύμφωνα με το υπάρχον πλέον νομικό πλαίσιο.
Αυτό αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική και δυσμενέστατη δικαστική εξέλιξη, η οποία επηρεάζει τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων οικογενειών. Το πρόβλημα το οποίο προκύπτει είναι μείζον, καθώς ποτέ άλλοτε –ποτέ!- καταναλωτές και επιχειρήσεις δεν απειλούνταν με τόσο μαζικούς πλειστηριασμούς και ποτέ δεν ήταν τόσο απροστάτευτοι, όπως είναι αυτή τη στιγμή, όπως είναι σήμερα.
Ο υπάρχων εξωδικαστικός μηχανισμός έχει αποδειχθεί από την πράξη, κυρίες και κύριοι της Νέας Δημοκρατίας, απολύτως μη αποτελεσματικός, αφήνοντας πολίτες και νοικοκυριά εντελώς μετέωρα. Για τον λόγο αυτό και προς άρση τόσο του νομοθετικού, αλλά και κυρίως του πραγματικού αυτού κενού, και σε μία περίοδο τεράστιας ακρίβειας, πληθωρισμού, διαδοχικών αυξήσεων επιτοκίων, σε μια εποχή που είναι εξαιρετικά δυσχερής για τα νοικοκυριά, το ΠΑΣΟΚ κατέθεσε την παρούσα τροπολογία, αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα λήψης μέτρων για την προστασία της πρώτης κατοικίας.
Και αυτό αποτελεί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, την ελάχιστη οφειλόμενη πράξη ευθύνης. Έχουμε χρέος να στηρίξουμε όσους δεν άντεξαν για λόγους αντικειμενικών συνθηκών μέσα στην κρίση, όσους χρειάζονται μια δεύτερη ευκαιρία αξιοπρέπειας. Δεν θα αφήσουμε τους πιο ευάλωτους να νιώσουν μόνοι τους. Δεν θα αφήσουμε τη μεσαία τάξη μετέωρη. Δεν θα αφήσουμε τους νέους ανθρώπους να αισθάνονται ότι δεν έχουν προοπτικές.
Άλλωστε, αυτό είχαμε κάνει και τα πολύ δύσκολα χρόνια, τα χρόνια των μνημονίων και της πρωτοφανούς τότε οικονομικής κρίσης απέναντι στην πιο σκληρή τρόικα με τον ν. 3869 του 2010 για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, έναν νόμο που σήμερα πολλοί, μα πάρα πολλοί, επικαλούνται. Για να θυμηθούμε και να ξαναδούμε κάποιες πολύ σοβαρές και σημαντικές αλήθειες.
Η κύρια και αποτελεσματική προστασία της πρώτης κατοικίας θεσμοθετήθηκε, λοιπόν, το 2010 από την κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, με Πρωθυπουργό τότε τον Γιώργο Παπανδρέου, μέσα στη δίνη της οικονομικής κρίσης. Και βεβαίως, «αρχιτέκτονας» τότε ήταν ο σημερινός γραμματέας του τομέα ιδιωτικού χρέους του ΠΑΣΟΚ, ο Δημήτρης Σπυράκος. Ήταν τότε Γενικός Γραμματέας Προστασίας του Καταναλωτή.
Τον «νόμο Κατσέλη» του ΠΑΣΟΚ τότε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν τον ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ το 2010. Ο νόμος αυτός, ο ν. 3869 του 2010, καταργήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ με τον ν. 4605 του 2019. Η δε προστασία της κύριας κατοικίας καταργήθηκε με τον πτωχευτικό νόμο της Νέας Δημοκρατίας, τον ν. 4738 του 2020.
Σήμερα στην Ελλάδα η κύρια κατοικία επί της ουσίας μπορεί να προστατευθεί για περίπου τρεισήμισι χιλιάδες το πολύ ευάλωτους δανειολήπτες, οι οποίοι εντάσσονται στην περίμετρο υπαγωγής στον Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων του πτωχευτικού νόμου της Νέας Δημοκρατίας.
Μέχρι τις 31.12.2022 -και οι αριθμοί είναι αμείλικτοι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι- έχουν ενταχθεί μόλις είκοσι ευάλωτοι δανειολήπτες στο σχετικό ενδιάμεσο πρόγραμμα του Υπουργείου Οικονομικών, αφού δυόμισι χρόνια μετά ο φορέας που η Νέα Δημοκρατία έχει ψηφίσει ακόμα δεν έχει συσταθεί.
Άρα, λοιπόν, απέναντι σε όλες αυτές τις δήθεν μεταρρυθμίσεις -ο Θεός να τις κάνει- εμείς αυτό το οποίο λέμε είναι ότι χρειάζονται μέτρα, άμεσα μέτρα προστασίας της κύριας κατοικίας εδώ και τώρα.
Η τροπολογία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ προβλέπει προστασία της κύριας κατοικίας στη φιλοσοφία του νόμου του ΠΑΣΟΚ του 2010 με επικαιροποιημένα κριτήρια: Με καθορισμό χαμηλότερων δόσεων και σταθερό χαμηλό επιτόκιο για τις ρυθμίσεις δανείων. Με επιδότηση από το δημόσιο δόσεων αποπληρωμής για αποδεδειγμένα αδύναμους δανειολήπτες. Με προστασία της αγροτικής γης. Με ένα συνολικό πλαίσιο διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους που μεταξύ άλλων προβλέπεται η πρόνοια για 120 δόσεις για τα χρέη στην εφορία και στον ΕΦΚΑ με κούρεμα 30% της οφειλής για τους συνεπείς. Και βεβαίως, προβλέπει λύση για ένα θέμα το οποίο απασχολεί χιλιάδες Έλληνες συμπολίτες μου κι έχει να κάνει με το ελβετικό φράγκο. Εξίσου σημαντική πρόβλεψη αποτελεί και η διάταξη του άρθρου 5 της τροπολογίας μας, με την οποία κατοχυρώνεται το δικαίωμα προαίρεσης του δανειολήπτη στην αγορά του δανείου του. Αυτό είναι κάτι το οποίο θα έπρεπε να είχε εφαρμοστεί προ πολλού.
Καλώ, λοιπόν, τους συναδέλφους όλων των κομμάτων να υπερψηφίσουν την τροπολογία του ΠΑΣΟΚ. Η αποδοχή από όλα τα κόμματα αυτής της τροπολογίας-πρωτοβουλίας για την επαναφορά της προστασίας της κύριας κατοικίας των αδύναμων δανειοληπτών από τους πλειστηριασμούς και τους εκβιασμούς των funds συνιστά μια στάση ευθύνης.
Τώρα πριν μπω στο σημερινό νομοσχέδιο, δεν μπορώ κι εγώ με τη σειρά μου να μην αναφερθώ στο μείζον θέμα το οποίο αφορά σε ολόκληρο τον καλλιτεχνικό κόσμο και τον δημόσιο διάλογο γενικότερα. Και μιλώ, βεβαίως, για την άνευ προηγουμένου αναστάτωση που προκάλεσε στον καλλιτεχνικό κόσμο η έκδοση του Προεδρικού Διατάγματος 85/2022, που κατέταξε τους επαγγελματίες του πολιτισμού στην κατηγορία των αποφοίτων λυκείου.
Στη συνέχεια, βέβαια, μετά από τον ορυμαγδό των αντιδράσεων οι οποίες υπήρξαν, ο κ. Μητσοτάκης ακύρωσε εν τοις πράγμασι το εν λόγω Προεδρικό Διάταγμα, σε ένα ρεσιτάλ δημαγωγίας και ανέξοδων υποσχέσεων. Γιατί το λέω αυτό; Μα, κυρία Υπουργέ, το λέω γιατί διακηρύσσετε ότι δεν θα μετακυλήσετε την επίλυση του προβλήματος στην επόμενη κυβέρνηση, όμως προαναγγέλλετε την ίδρυση Ανωτάτης Σχολής Παραστατικών Σπουδών για το 2025.
Περιμένουμε να δούμε μετά από τόσες πιέσεις τι θα προκύψει και την Τετάρτη από τη συνάντηση του Πρωθυπουργού με τους καλλιτέχνες, όμως δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για την κατάσταση η οποία δημιουργείται με τους μέχρι τώρα αποφοίτους των ιδιωτικών καλλιτεχνικών σχολών και με τα αδιαβάθμητα πτυχία τους, όπως επίσης και για τη διαβάθμιση των πτυχίων που θα συνεχίσουν να δίνουν αυτές οι σχολές.
Και βεβαίως λέτε ανακρίβειες όταν ισχυρίζεστε ότι δεν επηρεάζεται με αυτό τον τρόπο το καλλιτεχνικό έργο των καλλιτεχνών, όταν είναι γνωστό ότι μιλάμε κυρίως για το διδακτικό και για το διοικητικό τους έργο, καθώς, ναι, καλλιτέχνες εργάζονται και σε αυτές τις θέσεις και διδακτικές και διοικητικές. Θα μπορούσατε, λοιπόν, και να έχετε κάνει έναν σοβαρό και ουσιαστικό διάλογο από την πρώτη στιγμή, αλλά και να λύσετε το θέμα αντί να το ρίχνετε στις μετεκλογικές Καλένδες.
Εμείς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με αίσθημα αγάπης -και κυριολεκτούμε- και ευθύνης προς τους καλλιτέχνες μας και χωρίς να επηρεαζόμαστε από τις μικροκομματικές ιαχές και από την προσπάθεια μικροκομματικής εκμετάλλευσης ενός τόσο ευαίσθητου και σοβαρού ζητήματος, προσερχόμαστε με αίσθηση χρέους μιας παράταξης η οποία διαχρονικά έχει αποδείξει στην πράξη, με πολλαπλούς πολιτιστικούς θεσμούς, πόσο πιστεύει στον σύγχρονο πολιτισμό, με την αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη, με τομές και μεταρρυθμίσεις που έκαναν διαχρονικά για τον πολιτισμό όλες οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ.
Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, απέναντι σε τόσο ευαίσθητα ζητήματα. Γιατί η μικροκομματική εκμετάλλευσή τους, εν τέλει, φοβάμαι ότι αποβαίνει εις βάρος των ίδιων των καλλιτεχνών, εις βάρος των δίκαιων και σωστών αιτημάτων τους. Και κανείς, μα κανείς δεν μπορεί να βάλει μια μικροκομματική ομπρέλα απέναντι σε ένα κίνημα, ένα πραγματικό κίνημα, το οποίο έχει και στοιχεία αυθορμητισμού, το οποίο έχει την αγωνία ενός ολόκληρου χώρου, ενός ολόκληρου κλάδου για το μέλλον και για την προοπτική του.
Γι’ αυτό καλούμε την Κυβέρνηση να ανταποκριθεί στο αίτημα των καλλιτεχνών ώστε οι απόφοιτοι των σχολών ανώτερης εκπαίδευσης να λάβουν κατ’ αρχάς την αντιστοίχηση την οποία δικαιούνται. Αυτό πρέπει να γίνει με την τροποποίηση του Προεδρικού Διατάγματος ώστε οι απόφοιτοι να εντάσσονται στην κατηγορία που πράγματι ανήκουν και με τροποποίηση του εθνικού πλαισίου προσόντων κατά τρόπο που θα υπάρχει ανώτερη και ανώτατη εκπαίδευση.
Το ζήτημα είναι ηθικό και αφορά όλους τους αποφοίτους της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης και όχι περιοριστικά, όπως το θέτει η Κυβέρνηση, ότι αφορά μόνο όσους απασχολούνται στο Δημόσιο ή σε άλλες θέσεις. Οι απόφοιτοι αυτών των σχολών πρέπει να έχουν το δικαίωμα εξομοίωσης των τριετών σπουδών τους μέσω προγράμματος και κύκλου σπουδών που θα παρακολουθήσουν με τα αντίστοιχα πανεπιστημιακά τμήματα και να τους δοθεί η δυνατότητα για απόκτηση παιδαγωγικής επάρκειας μέσω της ΑΣΠΑΙΤΕ. Άλλωστε, οι απόφοιτοι τριετών σπουδών από το εξωτερικό αναγνωρίζουν τα πτυχία τους μέσω ΔΟΑΤΑΠ και συνεπώς θα έπρεπε και οι απόφοιτοι των καλλιτεχνικών σχολείων να έχουν το δικαίωμα να περνούν μια διαδικασία αναγνώρισης των σπουδών τους, επιτυγχάνοντας ισοτιμία και αντιστοιχία.
Καλούμε, λοιπόν, την Κυβέρνηση να ακούσει αυτές τις θέσεις, να ακούσει αυτές τις προτάσεις, να αναλάβει σήμερα τις ευθύνες της απέναντι στους εργαζόμενους καλλιτέχνες, απέναντι στους σπουδαστές, απέναντι στην ελληνική κοινωνία που στην συντριπτική της πλειοψηφία στηρίζει τον αγώνα τους. Είμαστε δίπλα στον αγώνα τους για αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και διαβίωσης.
Αντίστοιχη ρύθμιση θα πρέπει να υπάρξει και να συμπεριλάβει το σύνολο των πτυχιούχων εργαζομένων μουσικών και τραγουδιστών. Η εργασιακή κατοχύρωση και αξιοπρέπεια αποτελεί δημοκρατικό και κοινωνικό δικαίωμα όλων των καλλιτεχνών.
Τώρα δυο λόγια σε σχέση με το σημερινό νομοσχέδιο, όπου μεταξύ άλλων ιδρύονται και τα πέντε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου στα συγκεκριμένα μουσεία τα οποία αναφέρετε. Λέτε ότι είναι εκσυγχρονισμός. Πολύ ωραία. Πώς ακριβώς, όμως, γίνεται αυτό, κυρία Υπουργέ; Πώς ακριβώς γίνεται ο εκσυγχρονισμός; Ο εκσυγχρονισμός γίνεται με ένα μαγικό ραβδί επειδή εσείς δημιουργείτε πέντε νέα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου; Γιατί εδώ, εκ των πραγμάτων, άμα θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, έχουμε να κάνουμε ουσιαστικά με ένα διοικητικό πείραμα -αυτό κάνετε- στα πέντε από τα μεγαλύτερα μουσεία της χώρας, με ένα πραγματικά αβέβαιο αποτέλεσμα και εξίσου αβέβαιη την ύπαρξη προηγούμενης μελέτης λειτουργικότητας, αλλά και βιωσιμότητας του εγχειρήματος.
Επαρκής διάλογος με τους αρμόδιους φορείς πολύ φοβάμαι ότι για ακόμη μία φορά δεν προηγήθηκε. Αυτό, όμως, φαντάζομαι είναι πολύ λεπτά γράμματα, πολύ μικρά γράμματα για την Κυβέρνηση. Δεν είναι κάτι το οποίο μας έχει συνηθίσει. Πάντως, εάν είχατε κάνει αυτόν το διάλογο τον οποίο σας λέμε, θα γνωρίζατε πως πλήθος επιστημονικών φορέων και προσωπικοτήτων εξέφρασαν την έντονη επιφύλαξή τους για το παρόν νομοσχέδιο δηλώνοντας την αντίθεσή τους με τη μετατροπή των μουσείων σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και βεβαίως, την κατ’ αποτέλεσμα αποκοπή τους και από την Αρχαιολογική Υπηρεσία.
Πρόκειται για μια εξ ολοκλήρου επιχειρούμενη αλλαγή της μουσειακής πολιτικής της χώρας που έχει γίνει, ναι, χωρίς κανέναν ευρύ διάλογο προηγουμένως, χωρίς να φαίνεται όλο αυτό να εντάσσεται σε έναν προηγούμενο ευρύτερο στρατηγικό σχεδιασμό, χωρίς να υπάρχει μια ικανοποιητική και εις βάθος μελέτη-διαβούλευση.
Ο εκσυγχρονισμός των μουσείων, κυρία Υπουργέ, δεν επέρχεται απλά με μια διοικητική μετονομασία και σίγουρα όχι δια της διάσπασης και της αποκοπής τους από τον κορμό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.
Ένα μουσείο, άλλωστε, έχει επιστημονικούς, έχει ερευνητικούς, έχει εκπαιδευτικούς σκοπούς. Ένα μουσείο συνδέεται άμεσα με την πολιτισμική ταυτότητα της χώρας και βεβαίως με την εικόνα της διεθνώς. Ως εκ τούτου, ο σκοπός και η ύπαρξη ενός μουσείου δεν μπορεί να ταυτίζεται αποκλειστικά και μόνο με μια στείρα κερδοφορία. Αντιθέτως, οι κυρίαρχοι σκοποί και η οργάνωση αυτών οφείλουν να περιστρέφονται γύρω από την ίδια τη διαφύλαξη της πολιτισμικής μας κληρονομιάς, της ιστορικής μας μνήμης, της τόσο πλούσιας, της τόσο ζηλευτής πραγματικά για τη χώρα μας, για την οποία είμαστε όλοι περήφανοι. Άρα, λοιπόν, φοβάμαι πολύ ότι η όποια τυχόν μεταρρύθμιση, που λέτε ότι προχωράτε, δυστυχώς δεν αντιμετωπίζει το ζήτημα ολιστικά. Σας υπενθυμίζω, βέβαια, και το άρθρο 24 του Συντάγματος, κατά το οποίο η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του κράτους και δικαίωμα του καθενός, τονίζοντας τη σημασία της προστασίας του πολιτισμικού περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς με ιδιαίτερη έμφαση στα μνημεία.
Με την προτεινόμενη οργανωτική μετατροπή των μουσείων σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου τίθεται υπό ερωτηματικό η δομική και η λειτουργική ενότητα αυτού του ενιαίου συστήματος διοίκησης και διαχείρισης της πολιτισμικής μας κληρονομιάς. Πραγματικά, δεν μπορούμε να καταλάβουμε για ποιο λόγο το κάνετε και τι ακριβώς θέλετε να επιτύχετε. Υπό την τρέχουσα οργανωτική τους δομή, που περιορίζονταν τα αρχαιολογικά μουσεία, δεν θα μπορούσαν δηλαδή αυτό να το κάνουν; Πώς δικαιολογείται η μετατροπή αυτή και για ποιο λόγο κρίνεται ότι είναι η πιο ενδεδειγμένη; Για ποιο λόγο κρίνεται ότι είναι η πιο αποτελεσματική λύση; Το επικαλούμενο success story του Μουσείου της Ακρόπολης, το οποίο θέλετε να μας παρουσιάσετε ως παράδειγμα, δεν πείθει. Η εκχώρηση και η ανάθεση στα μουσεία Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου αρμοδιοτήτων διαχείρισης της πολιτισμικής μας κληρονομιάς, οι οποίες ανάγονται στον σκληρό πυρήνα της κρατικής εξουσίας, σαφώς και εγείρουν θέματα, εγείρουν ζητήματα, διασπώντας συνάμα και τη δομική και λειτουργική ενότητα του Υπουργείου Πολιτισμού και αποψιλώνουν την Αρχαιολογική Υπηρεσία εις βάρος της προστασίας της αρχαιολογικής μας κληρονομιάς ως ενός ενιαίου και αδιάσπαστου συνόλου.
Σας ευχαριστώ.