Κυρίες και κυρίοι συνάδελφοι,
Δεν μπορώ να μην αναφερθώ στο πολιτικό θέμα των ημερών που κυριαρχεί στις πολιτικές συζητήσεις και αναλύσεις. Σ΄ αυτή την συγκυρία που επικρατεί η ανασφάλεια για το μέλλον λόγω του πολέμου στην Ουκρανία αλλά και της ακρίβειας που συμπιέζει το εισόδημα των εργαζομένων και την αγοραστική δυνατότητα των νοικοκυριών, τα ανεπαρκή μέτρα της Κυβέρνησης και την αλλοπρόσαλλη αντιπολιτευτική τακτική του ΣΥΡΙΖΑ , φαίνεται να αναζητείται ελπίδα.
Αναφέρομαι στην ελπίδα που σηματοδοτεί η δυναμική επανεμφάνιση του ΠΑΣΟΚ και η μαζική επιστροφή ανθρώπων της Παράταξης στο κόμμα που αγάπησαν και πίστεψαν. Μέσα σε πέντε μήνες καταπλήξαμε δύο φορές. Η πρώτη ήταν όταν 270.000 πολίτες ψήφιζαν για τον νέο Πρόεδρό μας επιλέγοντας τον Νίκο Ανδρουλάκη και σηματοδοτώντας την θέληση να αναδιαταχθούν οι πολιτικοί συσχετισμοί, την θέληση για ανανέωση και την προσδοκία ενός ολόκληρου κόσμου για μια υπέρβαση και νέα προοπτική. Η δεύτερη ήταν την Κυριακή που πέρασε, σε μια περίοδο που είχαν αρχίσει να γράφονται αναλύσεις για κάμψη της παρουσίας του ΠΑΣΟΚ, αναλύσεις που διαψεύστηκαν από πάνω από 170.000 μέλη που προσήλθαν στις κάλπες και ψήφισαν για αλλαγή του τίτλου, για επιστροφή στο σήμα του ΠΑΣΟΚ, για να διαδραματίσουμε και πάλι πρωταγωνιστικό ρόλο.
Τώρα οδεύουμε στο Συνέδριό μας, με δύναμη, ενθουσιασμό, πίστη ότι θα τα καταφέρουμε να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες των πολιτών, διαμορφώνοντας σαφές σοσιαλδημοκρατικό στίγμα, αποσαφηνίζοντας παραπέρα τις προτάσεις μας για το μέλλον, για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και την εναλλακτική πρότασή μας για το μέλλον της χώρας. Γιατί το ΠΑΣΟΚ επέστρεψε.
Και μιλώντας για σοβαρή εναλλακτική πρόταση κυρίες και κύριοι συνάδελφοι δεν μπορώ να μην αναφερθώ στην τροπολογία που κατέθεσε το ΠΑΣΟΚ, το Κίνημα Αλλαγής, για την ουσιαστική αντιμετώπιση του μεγαλύτερου προβλήματος που αντιμετωπίζουν σήμερα οι Έλληνες πολίτες, και δεν είναι άλλο από την επέλαση αυτού του μεγάλου κύματος ακρίβειας και ειδικά ενεργειακής ακρίβειας.
Οι ευθύνες τις Κυβέρνησης είναι τεράστιες. Σαφώς και δεν παραβλέπουμε το γεγονός ότι το πρόβλημα της ακρίβειας είναι παγκόσμιο, είναι πανευρωπαϊκό. Όμως η διαχείριση από την πλευρά της Κυβέρνησης, υπήρξε αποσπασματική, ελλιπής και καθυστερημένη και βεβαίως δεν έγινε από κοινωνική ευαισθησία για την οποία οψίμως δήθεν κόπτεστε αλλά προέρχεται από το βάρος των αρνητικών δημοσκοπίσεων.
Δεν υπήρξε ποτέ από την πλευρά της ΝΔ, καμία ολοκληρωμένη στρατηγική για την ενεργειακή μετάβαση, αντιθέτως υπήρξε το ολέθριο σφάλμα να είμαστε η μοναδική χώρα που εν μέσω της ενεργειακής κρίσης αύξησε την εξάρτηση της από το εισαγόμενο φυσικό αέριο.
Βεβαίως αντίστοιχες ευθύνες έχει και ο ΣΥΡΙΖΑ γιατί το ίδιο έκανε κατά τη διακυβέρνηση του. Έργο του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν το χρηματιστήριο ενέργειας και ο τρόπος με τον οποίο υλοποιήθηκε και πληρώνουμε σήμερα ακριβά; Όχι άλλα «κροκοδείλια δάκρυα» λοιπόν και από τους δύο.
Με αυτά και αυτά το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων έχει δεχθεί ένα πάρα πολύ μεγάλο πλήγμα. Το ΠΑΣΟΚ ήδη από τον Σεπτέμβριο πρότεινε την έγκαιρη λήψη μέτρων, όμως όλα όσα έγιναν ήταν αποσπασματικά και καθυστερημένα. Ακόμα και η ίδια η αύξηση του κατώτατου μισθού έχει εξανεμισθεί αφού το άλμα του πληθωρισμού στο 10,2 % .
Με την τροπολογία την όποια καταθέσαμε προτείνουμε την καθιέρωση πλαφόν 10% στη τιμή της λιανικής ενέργειας, σε σχέση με αυτό που πλήρωναν οι πολίτες πριν την κρίση. Επίσης προτείνουμε την απαγόρευση διακοπής του ρεύματος σε νοικοκυριά για χρεώσεις που υπερβαίνουν το πλαφόν και τέλος γενναίες δόσεις για τα χρέη που έχουν συσσωρευθεί και τα οποία πνίγουν τα νοικοκυριά.
Παράλληλα μιλώντας σοβαρά, ολιστικά με πραγματική μεταρρυθμιστική διάθεση, προτείνουμε ουσιαστική ενίσχυση των προγραμμάτων εξοικονόμησης ενέργειας και ενθάρρυνση των προγραμμάτων αξιοποιήσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας από τους πολίτες με προγράμματα όπως φωτοβολταϊκά στις στέγες και ενεργειακές κοινότητες.
Καλές είναι οι μεγάλες επενδύσεις – για τις οποίες αποκλειστικά εσείς ενδιαφέρεστε – όμως το άλφα και το ωμέγα είναι η καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας για την οποία η χώρα μας κατέχει θλιβερή πρωτιά στην ΕΕ.
Αυτό αποτελεί ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα αντιμετώπισης της ενεργειακής ακρίβειας με έναν διευρυμένο χρονικό ορίζοντα, όχι για ένα έτος όπως είναι τα δικά σας μέτρα. Αυτό είναι ένα πραγματικό, Σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα, μια πρόταση την οποία θα νιώσουν άμεσα οι Έλληνες πολίτες στη τσέπη τους.
Και επειδή σήμερα είδε το φως της δημοσιότητας, με καθυστέρηση μηνών, το πόρισμα της ΡΑΕ, δυστυχώς οι διευκρινήσεις επιβεβαιώνουν τις ανησυχίες μας. Γιατί η πολυδιαφημισμένη από τον Πρωθυπουργό φορολόγηση με 90% των υπερκερδών των εταιριών, τελικά φαίνεται θα γίνει με «εκπτώσεις».
Δεν θα φορολογηθεί το συνολικό ποσό των 930 εκατομμυρίων ευρώ, αλλά υποπολλαπλάσιο το οποίο για ακόμη μια φορά δεν προσδιορίζεται, καθώς περιμένουμε νέους υπολογισμούς.
Καλούμε λοιπόν την Κυβέρνηση να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και των κ. Πρωθυπουργό να αναλογιστεί το πολύ βαρύ τίμημα το οποίο έχουν πληρώσει οι Έλληνες πολίτες και να μην βγάζει εκτός κάδρου όσους υπερκερδοσκοπούν. Γιατί το ζητούμενος είναι το πως θα υπάρξει ένας δίκαιος επιμερισμός του βάρους ανάμεσα στους Έλληνες πολίτες, στο Κράτος και στους παρόχους.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Αναφορικά τώρα με το φερόμενο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Υγείας, επί του οποίου κληθήκαμε σήμερα να τοποθετηθούμε με τίτλο “Γιατρός για όλους, ισότιμη και ποιοτική πρόσβαση στις υπηρεσίες του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας και στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και άλλες διατάξεις”, με μεγάλο ενδιαφέρον άκουσα τις προηγηθείσες συζητήσεις στην Επιτροπή και τις απόψεις των Φορέων.
Ας ξεκινήσουμε από κάτι αδιαμφισβήτητο: Το ΕΣΥ νοσεί. Αυτοί θα μπορούσαν να είναι κάποιοι διαχρονικά επίκαιροι τίτλοι στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, εάν δεν είχαμε καθημερινά τόσα και τόσα θέματα να μας απασχολούν ως επί τω πλείστον, αρνητικά. Δυστυχώς αυτή είναι μια πραγματικότητα που ο καθένας μας εύκολα μπορεί να διαπιστώσει, χωρίς να χρειάζεται να είναι ιατρός ή να διαθέτει ειδικές ιατρικές γνώσεις. Σε αυτό θα συμφωνεί άλλωστε η πλειονότητα των ασθενών, των εργαζομένων στο χώρο αλλά και γενικότερα των πολιτών. Πρόκειται για μια αντίληψη η οποία έχει κυριαρχήσει στην κοινωνία, και όχι άδικα, με ένα Σύστημα Υγείας που δεν αποπνέει εμπιστοσύνη, με δεκάδες προβλήματα και ένα σύστημα που ασθενεί.
Πρέπει συνεπώς να γίνουν ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις και τομές στο χώρο της Υγείας. Για να δούμε λοιπόν.
Το Υπουργείο Υγείας φέρνει ένα ακόμα νομοσχέδιο, το οποίο επιθυμεί όπως παρουσιάσει ως ρηξικέλευθο και πρωτοπόρο, με έναν άκρως τίτλο Γιατρός για όλους, ισότιμη και ποιοτική πρόσβαση. Η μεγάλη μεταρρύθμιση όπως την παρουσιάζετε.
Ας είμαστε λίγο πιο μετριοπαθείς και συγκρατημένοι γενικότερα κ. Υπουργέ στις εκάστοτε εξαγγελίες και διαρροές μας, γιατί παρατηρείται πλέον μια κατάχρηση των όρων μεταρρύθμιση και τομή, οπότε και χάνουν την πραγματική έννοια τους οι λέξεις αυτές. Τα πάντα βέβαια θα κριθούν στην πράξη, οπότε και εκεί θα φανούν τα αποτελέσματα των προσπαθειών σας.
Για να αντιληφθούμε λίγο και την έννοια των όρων και να διδαχθούμε από την πολιτική μας ιστορία, ήταν Δεκέμβριος του 1983 όταν από αυτή εδώ τη Βουλή ψηφίστηκε ο πρώτος νόμος για το Εθνικό Σύστημα Υγείας, για το ΕΣΥ. Πρόκειται για μια από τις πιο ιστορικές, ουσιαστικές και σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο χώρο της υγείας που φέρει ανεξίτηλα τη σφραγίδα της παράταξης μας του ΠΑΣΟΚ, του Ανδρέα Παπανδρέου αλλά και του Γεωργίου Γεννηματά. Μια παράταξη που άλλωστε αποδεδειγμένα και έμπρακτα έχει δείξει πως σε πρώτο πλάνο τοποθετεί τον πολίτη και την ιατροφαρμακευτική και νοσηλευτική κάλυψη των αναγκών του ελληνικού πληθυσμού. Τότε λοιπόν από εμάς τέθηκαν οι βάσεις για την παροχή δωρεάν υπηρεσιών, με νέα νοσοκομεία, περιφερειακά και νομαρχιακά, δημιουργία υποδομών και του ΕΚΑΒ, με την πραγματική ισότιμη πρόσβαση των πολιτών σε αυτά. Αυτό ήταν όντως μια πραγματική μεταρρύθμιση στο χώρο της υγείας αγαπητέ κ. Υπουργέ. Γιατί η μεταρρύθμιση κ. Υπουργέ προκύπτει εκ του ιδίου του περιεχομένου του εκάστοτε νομοσχεδίου και όχι απλά επειδή το ονομάζουμε έτσι.
Παρατηρώ πάντως μια εμμονή σας με τη συγκεκριμένη λέξη. Όταν μάλιστα το ίδιο το νομοσχέδιο σας δεν είναι και τόσο νέο ή πρωτοποριακό όπως θέλετε να το παρουσιάσετε προς τα έξω, αλλά στην ουσία αποτελεί αποτελεί αναδιατυπώσεις παλαιότερων νόμων και δη των ν. 4238/2014 και 4486/2017. Και μάλιστα περιέχει μια σειρά από ασάφειες και πληθώρα εξουσιοδοτήσεων, δείχνοντας για πολλοστή φορά τη γενικευμένη κυβερνητική προχειρότητα και ανοργανωσιά στη νομοθέτηση. Αποτελεί δε, μια τουτέστιν θεωρητική προσέγγιση του θέματος χωρίς να αποσαφηνίζει τον τρόπο που θα γίνουν όλα αυτά που περιγράφονται, αφήνοντας τα εκκρεμή στο απροσδιόριστο μέλλον και στην υπουργική βούληση. Οι αμοιβές των ιατρών σε τι ύψος θα κυμαίνονται ; Ποια τα κίνητρα και αντικίνητρα για την εγγραφή σε προσωπικό γιατρό ; Ποιο θα είναι το πλαίσιο συνεργασίας δημοσίου και ιδιωτικού τομέα ; Αυτά είναι μόνο μερικά Βασικά ερωτήματα που παραμένουν αναπάντητα στο παρόν νομοσχέδιο.
Αυτά για να είμαστε λίγο πιο εγκρατείς στις δηλώσεις μας, μην δημιουργούνται λανθασμένες εντυπώσεις αλλά και προσδοκίες.
Η εμπειρία τώρα της πανδημίας κατάφερε με εμφαντικό τρόπο να αναδείξει τα χρόνια προβλήματα ενός γερασμένου συστήματος εθνικής δημόσιας υγείας, με τρανταχτές ελλείψεις σε υποδομές, σε προσωπικό, σε χρηματοδότηση αλλά και σε οργάνωση. Συγχρόνως κατέδειξε την ανάγκη για λήψη νομοθετικών πρωτοβουλιών οι οποίες θα συνεισφέρουν αποτελεσματικά στην ενδυνάμωση και εκσυγχρονισμό του ΕΣΥ. Αναβάθμιση της υγείας εδώ και τώρα λοιπόν.
Η επιδεικνυόμενη από μέρους σας εσωστρέφεια πάντως δεν συμβάλλει προς το σκοπό αυτό. Ο χώρος της υγείας, όπως ασφαλώς γνωρίζετε, δεν είναι ένα κομματικό ζήτημα, όπως αρέσκεστε να το χειρίζεστε. Θα ήθελα λοιπόν να μάθω κ. Υπουργέ εάν αυτή τη φορά προηγήθηκε κάποιος διάλογος ή κάποια συνεργασία με τους ενδιαφερόμενους φορείς και τις παρατάξεις ; Γιατί οι διαρροές και η μέτρηση των αντιδράσεων δεν αποτελεί υγιή διάλογο.
Η ουσιαστική δημόσια υγεία κ. Υπουργέ απαρτίζεται από την πρόληψη, από την εύκολη και ισότιμη πρόσβαση των πολιτών και ασφαλώς από την αντιμετώπιση των ασθενειών, σωματικών αλλά και ψυχικών. Και αυτά θα πρέπει να πετύχουμε θέτοντας στο επίκεντρο τον πολίτη που θα χρησιμοποιεί ένα λειτουργικό και ποιοτικό σύστημα υγείας.
Πως θα γίνει τώρα αυτό πράξη όταν αντί να ισχυροποιείται η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας με μόνιμες προσλήψεις, απλά καμουφλάρονται οι πάγιες και διαρκείς ανάγκες μέσω συμβάσεων με ιδιώτες, με μπαλώματα δηλαδή ; 1,5 σχεδόν έτος πάντως έχει παρέλθει από την προκήρυξη για τις ΤΟΜΥ χωρίς να έχουν έως τώρα τελεσφορήσει. Η δε, δήλωση του Πρωθυπουργό στην ΔΕΘ του 2020 για προσλήψεις 4.000 μόνιμων νοσηλευτών, παραμένουν στο επίπεδο των δηλώσεων. Πως θα γίνει και με ποια κίνητρα θα γίνει η στελέχωση των απομακρυσμένων ιδίως περιοχών που παρουσιάζουν μειωμένο ενδιαφέρον κάλυψης από τους ιατρούς ;
Το ΕΣΥ που σήκωσε το κύριο βάρος της πανδημίας επί τόσο καιρό, παραμένει υποστελεχωμένο. Τα δεδομένα υπαρκτά κενά θέσεων του ΕΣΥ έχετε την εντύπωση ότι θα καλυφθούν υποχρεώνοντας ιδιώτες να υπηρετήσουν στις θέσεις αυτές ; Ή μήπως θα επιτύχει ο θεσμός του “Προσωπικού Γιατρού” επειδή απλά αλλάξατε σε ονομασία τον “Οικογενειακό Γιατρό” ; Πολιτική βούληση απαιτείται και στήριξη του θεσμού με ικανοποιητικές αποζημιώσεις και παροχή κινήτρων. Δεν φταίει το όνομα κ. Υπουργέ.
Τη δε, Υπηρεσία ΥΠΕΔΥΦΚΑ, σπεύσατε να την καταργήσετε παραδίδοντας την ελεγκτική διαδικασία σε ιδιώτες ελεγκτές, όταν μάλιστα η εν λόγω υπηρεσία αυτή που εσείς απαξιώνετε έχει λάβει βραβείο νέων μεθόδων της τεχνολογίας στη συνεδρίαση του ευρωπαϊκού δικτύου για την καταπολέμηση της απάτης και της διαφθοράς στο χώρο της υγείας.
Προς τη σωστή κατεύθυνση αντιθέτως, κινείται θεωρητικά τουλάχιστον η εισαγωγή παροχών για την κατ’ οίκον νοσηλεία των συμπολιτών μας που αδυνατούν να μετακινηθούν στις μονάδες υγείας. Πρακτικά βέβαια αυτό, μένει να φανεί. Την ίδια ώρα όμως όπως σημείωσε και ο Πρόεδρος της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία, άγνωστο γιατί, η ΕΣΑΜΕΑ με το άρθρο 20 τίθεται εκτός ΔΣ του ελεγκτικού συμβουλίου του ΕΟΠΠΥ.
Κλείνοντας θα ήθελα να προσθέσω ότι στο επίκεντρο των πολιτικών μας επιδιώξεων βρίσκεται η παροχή ποιοτικών υπηρεσιών παροχών δημόσιας υγείας, προσβλέποντας προς τον πολίτη αλλά και τον εργαζόμενο στο χώρο της υγείας. Όλοι μας αναγνωρίζουμε ότι θα πρέπει να διορθωθούν τάχιστα οι δεδομένες αστοχίες και τα διαγνωσμένα προβλήματα, όμως αυτό θα πρέπει να γίνει με ορθολογικό και ουσιαστικό τρόπο. Χωρίς πολλά λόγια λοιπόν και τυμπανοκρουσίες, αλλά με πολύ δουλειά ώστε να αποκτήσουμε το ΕΣΥ που μας αξίζει.