Ο Δήμος Χαϊδαρίου συγκεντρώνει πληθυσμό περί τους 50.000 κατοίκους. Έτι περαιτέρω, εντός των χωρικών ορίων του βρίσκονται κοινωνικές, περιβαντολλογικές και πολιτιστικές υποδομές με συνεχή επισκεψιμότητα, όπως είναι το Αττικό Νοσοκομείο, τα ψυχιατρικά Νοσοκομεία Δαφνί και Δρομοκαΐτειο, το Θέατρο Χαϊδαρίου αλλά και το Πάρκο Ιστορικής Μνήμης και Περιβαλλοντικής Ευαισθητοποίησης.
Εντούτοις, οι μετακινήσεις των πολιτών από και προς το Δήμο καθίστανται προβληματικές, ελλείψει επαρκούς και αποτελεσματικής συγκοινωνίας. Ειδικότερα, μέχρι σήμερα, ο μοναδικός σταθμός Μετρό που εξυπηρετεί το Χαϊδάρι είναι αυτός της Αγίας Μαρίνας της γραμμής 3, ο οποίος όμως βρίσκεται στα σύνορα των Δήμων Χαϊδαρίου και Αγίας Βαρβάρας και αρκετά μακριά από το κέντρο της πόλης. Η δε, λεωφορειακή διασύνδεση με έτερους δήμους παρουσιάζει δυσλειτουργίες και καθυστερήσεις, ταλαιπωρώντας εν τέλει τους χρήστες των μέσων.
Δεδομένου ότι η συγκοινωνιακή σύνδεση του Δήμου Χαϊδαρίου είναι ιδιαίτερα προβληματική, ελλείψει μέσων σταθερής τροχιάς.
Δεδομένου ότι η επέκταση του μετρό στο Δήμο αποτελεί ζήτημα πολιτισμού και αναβάθμισης της καθημερινότητας της πολυπληθούς τοπικής κοινωνίας.
Κατόπιν τούτων ερωτάσθε κ. Υπουργέ,
Υπάρχουν σχέδια και πότε για την επέκταση του μετρό εντός του Δήμου Χαϊδαρίου, με σταθμό που να εξυπηρετεί τον συγκεκριμένο Δήμο ;
Σήμερα το πρωί ήμουν καλεσμένη στην εκπομπή του Δημήτρη Καμπουράκη και του Παναγιώτη Στάθη, «Ώρα Ελλάδος». Στη συζήτηση μας σχολιάσαμε την ψήφιση της τροπολογίας με την οποία αποτρέπεται η είσοδος εγκληματικών οργανώσεων, όπως η Χρυσή Αυγή, στη Βουλή. Παράλληλα δεν θα μπορούσα να μην επισημάνω το πρόβλημα των σχολικών κτιρίων στο Αιγάλεω στον Υπουργό Εσωτερικών ο οποίος παραβρίσκονταν στην συζήτηση μας.
Σχετικά με κτιριακό πρόβλημα των σχολείων του Αιγάλεω, είπα στον Υπουργό:
«Κύριε Πέτσα ξέρετε καλά ποια είναι η κατάσταση των σχολείων του Αιγάλεω που επλήγησαν από τον σεισμό του 2019 και ακόμα δεν έχει γίνει τίποτα για να αποκατασταθούν. Είναι μια κατάσταση που σε καμία περίπτωση δεν τιμά την Ελληνική πολιτεία.
Με αλλεπάλληλες Κοινοβουλευτικές παρεμβάσεις, κ. Υπουργέ σας έχουμε επισημάνει ότι από το 2019 υπάρχουν σχολεία στο Αιγάλεω που έχουν τεράστια θέματα, και όμως εδώ και 4 χρόνια μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί δεν μπορούν να βρουν λύση και είναι σε απόγνωση. Δώστε επιτέλους μια λύση.»
Αναφορικά με την τροπολογία – “μπλόκο” στις εγκληματικές οργανώσεις σαν την Χρυσή Αυγή, ανέφερα :
«Χθες ήταν μια πολύ σημαντική ημέρα για τη Βουλή. Θα έπρεπε όλα τα κόμματα, ακόμα και αν είχαμε κάποιες ενστάσεις και διαφοροποιήσεις, να πούμε ένα ξεκάθαρο «όχι» και να βάζαμε όλοι μαζί ένα «μπλόκο» σε εγκληματικές οργανώσεις όπως η Χρυσή Αυγή και τους επίδοξους μιμητές της.
Το ΠΑΣΟΚ προσήλθε στον διάλογο και κατέθεσε τις θέσεις και τις προτάσεις του, που η Κυβέρνηση εν τέλει αποδέχθηκε. Σε θέματα όπως η πραγματική ηγεσία, όπου η Κυβέρνηση έκανε δεκτή την πρόταση του ΠΑΣΟΚ, ή για το ζήτημα της συνταγματικότητας, για την οποίο ζητήσαμε και γνωμοδότησε η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής, ότι δεν τίθεται θέμα αντισυνταγματικότητας.
Αντίθετα, ζήτημα αντισυνταγματικότητας θα εγείρονταν (σύμφωνα με τα άρθρα 29 και 51 του Συντάγματος) αν, όπως ζητούσε ο ΣΥΡΙΖΑ, περιεχόταν αναφορά στην ιδεολογία. Με το γεγονός ότι μπαίνει μόνο ως κριτήριο η καταδίκη για συμμετοχή σε εγκληματική ή τρομοκρατική οργάνωση εξασφαλίζεται η συνταγματικότητα του νόμου.
Ο Ελληνικός λαός θα κρίνει τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ στην χθεσινή ψηφοφορία. Το ΠΑΣΟΚ ήδη από το 2013 είχε ξεκάθαρη και αταλάντευτη στάση απέναντι στην Χρυσή Αυγή και ήμασταν οι πρώτοι που κάναμε ενημερωτική εκστρατεία εναντίον της. Ενώ η αείμνηστη Φώφη Γεννηματά, αμέσως μετά την δίκη της Χρυσής Αυγής, ήταν η πρώτη που επεσήμανε την ανάγκη νομοθετικού πλαισίου αντιμετώπισης τέτοιων εγκληματικών οργανώσεων. Και να θυμίσω, ότι το ΠΑΣΟΚ ποτέ δεν μίλησε για “σοβαρή” Χρυσή Αυγή, όπως είχε κάνει η ΝΔ ή για το ότι “όλες η ψήφοι είναι ίδιες” όπως είχε πει ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν επί διακυβέρνησής του πέρναγε κρίσιμα νομοσχέδια με τις ψήφους της Χρυσής Αυγής.»
Συζητάμε σήμερα μια ιδιαίτερα σημαντική νομοθετική ρύθμιση που σχετίζεται με ένα μείζον θέμα Δημοκρατίας.
Η Δημοκρατία μας έχει χρέος να αντιμετωπίσει ένα ορατό κίνδυνο. Η εγκληματική δράση της «Χρυσής Αυγής» είναι πολύ νωπή όπως νωπά παραμένουν και τα αισθήματα ντροπής από την προκλητική παρουσία των νεοναζιστών στο Ελληνικό Κοινοβούλιο. Το αμετανόητο «αντισυστημικό» ακροδεξιό ακροατήριο απειλεί να βρει, στο πρόσωπο του Κασιδιάρη, ένα νέο κοινοβουλευτικό πολιτικό προσωπείο, αξιοποιώντας και τις κερκόπορτες του Συντάγματος, της δικαιοσύνης και του εκλογικού νόμου.
Το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής τάχθηκε πρώτο καθαρά και αταλάντευτα απέναντι στο «φαινόμενο» Χρυσή Αυγή.
Δεν ψαρέψαμε ποτέ σε θολά νερά μιλώντας για σοβαρή και μη σοβαρή Χρυσή Αυγή, για ευπρόσδεκτες και μη ευπρόσδεκτες ψήφους. Είμαστε το πρώτο κόμμα που χαρακτήρισε τη Χρυσή Αυγή ως εγκληματική οργάνωση. Η αείμνηστη Φώφη Γεννηματά αμέσως μετά τη δίκη της Χρυσής Αυγής κάλεσε εγκαίρως κι επανειλημμένως την κυβέρνηση να φέρει ρύθμιση για να μην έχει πολιτικά δικαιώματα η Χρυσή Αυγή.
Εμείς συνεπώς θα θέλαμε να έχει ήδη ψηφιστεί αυτή η ρύθμιση.
Η κυβέρνηση θυμήθηκε τώρα λίγο πριν τις εκλογές να νομοθετήσει, ενώ έχει αφήσει τον Κασιδιάρη να δρα πολιτικά ανενόχλητος επί τρία χρόνια και να κάνει προεκλογική εκστρατεία μέσα από τη φυλακή. Αυτή είναι η πικρή αλήθεια και δεν μπορούμε να μη το τονίσουμε.
Υπάρχουν και ορισμένα άλλα θέματα που πρέπει να σημειώσουμε. Η μεγάλη καθυστέρηση της δικαιοσύνης να ολοκληρώσει την πρωτόδικη εκδίκαση της υπόθεσης – η δίκη επαναλαμβάνεται μόλις αυτές τις μέρες σε δεύτερο βαθμό – συνοδεύτηκε από μια αδικαιολόγητη επανάπαυση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης που θεώρησαν ίσως ότι η φυλάκιση των εγκληματιών ήταν αρκετή για να εξαφανιστεί ο νεοναζιστικός κίνδυνος. Οι δημοσκοπήσεις αποδεικνύουν πόσο λάθος έκαναν.
Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, τώρα όπως και πάντα, δρα στο θέμα αυτό πάνω από τη μικροκομματική λογική. Γι’ αυτό καταθέσαμε αρμοδίως παρατηρήσεις στην αρχική τροπολογία που είδε το φως της δημοσιότητας.
Στο Κοινοβούλιο, λειτουργώντας όπως πάντα θεσμικά, καθώς το ζήτημα δεν προσφέρεται για μικροκομματική εκμετάλλευση, καταθέτουμε προτάσεις περαιτέρω βελτίωσης στην κατεύθυνση της αντιμετώπισης συγκεκριμένα και αποκλειστικά του φαινομένου εγκληματική οργάνωση να έχει ενδυθεί τον μανδύα του πολιτικού κόμματος.
Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής κατέθεσε παρατηρήσεις στην κατεύθυνση:
Α) Του ορισμού της έννοιας της πραγματικής ηγεσίας
Β) Του περιορισμού του ρυθμιστικού πεδίου της τροπολογίας στην περίπτωση κατά την οποία πολιτικό κόμμα υποκρύπτει εγκληματική οργάνωση
Γ) της πρόβλεψης δικονομικών εγγυήσεων στη διαδικασία ενώπιον του Α’ Τμήματος του Αρείου Πάγου
Δ) της απαραίτητης έκφρασης γνώμης επί των νομοτεχνικών στοιχείων της διάταξης από την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Οι κοινοβουλευτικές δυνάμεις καλούνται τις επόμενες μέρες να εξαιρέσουν το θέμα αυτό από την προεκλογική τους ατζέντα. Ο Κασιδιάρης και η αποκρουστική παρέα του δεν προσφέρονται για πολιτικές και ιδεολογικές αντιπαραθέσεις που αφήνουν έτσι κι αλλιώς αδιάφορη την εκλογική του πελατεία. Όπως επίσης δεν προσφέρονται για μικροκομματικούς υπολογισμούς εκλογικών ποσοστών ή ιδεοληπτικών προκαταλήψεων. Οι δημοκρατικοί θεσμοί δεν μπορούν να ανεχτούν την άμεση ή έμμεση συμμετοχή των φυλακισμένων μελών εγκληματικών οργανώσεων. Ας μην επιχειρήσουν κάποιοι, μετά από τις δραματικές εμπειρίες που βίωσε η χώρα στη μεταπολίτευση, να προσδώσουν στο έγκλημα ιδεολογικά δήθεν χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, ας μην έχουμε την αυταπάτη ότι με τον αποκλεισμό του «κόμματος Κασιδιάρη» θα επέλθει και η ουσιαστική αντιμετώπιση ενός προβλήματος που δεν αντιμετωπίζει μόνο η χώρα μας. Τα κενά και οι αδυναμίες της φιλελεύθερης δημοκρατίας σπρώχνουν ολοένα και περισσότερους πολίτες στο περιθώριο των εξελίξεων καθιστώντας τους πιο ευάλωτους στον αντισυστημικό λαϊκισμό. Τα αυταρχικά καθεστώτα αποκτούν θιασώτες, ο θρησκευτικός φονταμεταλισμός συσπειρώνει φανατικούς, ο κάθε λογής ρατσισμός ανοίγει πληγές στο σώμα της ανθρωπότητας, οι νοσταλγοί του ναζισμού κάνουν, ανοιχτά ή συγκαλυμμένα, την εμφάνισή τους σε διάφορα μέρη του πλανήτη.
Είναι φανερό ότι οι μεγάλοι αυτοί κίνδυνοι δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο με νομοθετικά μπλοκαρίσματα της τελευταίας στιγμής. Είναι καιρός να γίνει μια ουσιαστική και σε βάθος συζήτηση για το θέμα της συμμετοχής κομμάτων στην πολιτική ζωή της χώρας, κατά το πρότυπο άλλων χωρών, η οποία να λάβει υπ’ όψη της όλες τις συνταγματικές και δημοκρατικές παραμέτρους.
Παράλληλα, η συντεταγμένη πολιτεία οφείλει να διαμορφώσει ένα πλέγμα πολιτικών κοινωνικής ενσωμάτωσης των πολιτών που οδηγούνται στην περιθωριοποίηση και, κυρίως, να δημιουργήσει ένα εκπαιδευτικό σύστημα ικανό να αναδεικνύει διαχρονικά πολίτες μορφωμένους και υπεύθυνους, ικανούς να ανταποκριθούν στις σύγχρονες προκλήσεις.
Σήμερα το πρωί ήμουν καλεσμένη στην εκπομπή του Γιώργου Παπαδάκη και της Μαρίας Αναστασοπούλου, «Καλημέρα Ελλάδα» στον ΑΝΤ1. Στην συζήτηση μας αναφερθήκαμε στην ακρίβεια που μαστίζει την κοινωνία και στο ενδεχόμενο μετεκλογικών συνεργασιών.
Σχετικά με το μείζoν θέμα της ακρίβειας, επισήμανα:
«Είναι απαράδεκτο να επικαλείται η Κυβέρνηση ότι εφαρμόζει Σοσιαλιστικές πολιτικές, δεν μπορούν να κοροϊδεύουν έτσι τους πολίτες. Τι σχέση μπορεί να έχουν αυτές οι πολιτικές που εφαρμόζονται από την Κυβέρνηση, με τον Σοσιαλισμό και το Κέντρο. Πως μπορεί να θεωρηθεί η κατάργηση της γονικής παροχής για αντικειμενική αξία ως τις 800.000 ευρώ ανά άτομο, ότι είναι μέτρο που αφορά την μεσαία τάξη και τους μη προνομιούχους; Σε καμία περιοχή της Δυτική Αθήνας δεν υπάρχει τέτοια αντικειμενική αξία.
Το ζητούμενο όμως είναι ότι ο κόσμος υποφέρει από την ακρίβεια και η Κυβέρνηση δεν λαμβάνει ουσιαστικά μέτρα για την ανάσχεση της, όπως επανειλημμένως την έχουμε προτρέψει, προτείνοντας και συγκεκριμένα μέτρα.»
Αναφερόμενη στο ενδεχόμενο μετεκλογικών συνεργασιών, τόνισα:
«Στόχος του ΠΑΣΟΚ στις επερχόμενες εκλογές είναι η ενδυνάμωση των ποσοστών μας, ώστε να μπορέσουμε την επόμενη ημέρα, με μια ισχυρή τρίτη εντολή σχηματισμού Κυβέρνησης, να καλέσουμε σε συζητήσεις συνεργασίας με βάση τις σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές που θέλουμε να εφαρμόσουμε.
Όμως ας είμαστε ξεκάθαροι, όλοι βλέπουμε ποια είναι η αυτάρεσκη και αλαζονική στάση της ΝΔ που επιζητεί την αυτοδυναμία είτε από τις πρώτες, είτε από τις δεύτερες ή και με τρίτες εκλογές όπως εσχάτως “διαρρέουν”.
Από την άλλη την ίδια ουσιαστικά στάση έχει και ο ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί τι άλλο θα μπορούσε να είναι όταν καλεί σε μια θολή προοδευτική δήθεν συνεργασία αλλά όχι ηττημένων, όταν όλες οι τελευταίες μετρήσεις τον δείχνουν να υπολείπεται της ΝΔ;
Σε κάθε περίπτωση τις όποιες μετεκλογικές κινήσεις των κομμάτων θα τις υπαγορεύσει η λαϊκή ετυμηγορία. Κανείς δεν μπορεί να μιλά πριν εκφραστεί η λαϊκή βούληση στις κάλπες και χωρίς προγραμματικές συγκλίσεις .»
Στις επόμενες εκλογές θα είστε υποψήφια στην Δυτική Αθήνα, μια νευραλγική περιφέρεια για το ΠΑΣΟΚ στην Αττική. Ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα των κατοίκων εκεί;
Το 2019 οι πολίτες του Δυτικού Τομέα μου έκαναν την τιμή να τους εκπροσωπήσω στην Βουλή. Από την πρώτη μέρα πήγα σε κάθε γειτονιά. Μίλησα σε σπίτια, σε χώρους εργασίας, σε δημόσιες επιχειρήσεις, σε λαϊκές, σε μικρές συγκεντρώσεις, σε βιοτεχνίες, σε μαγαζιά. Αφουγκράστηκα τον παλμό του κόσμου. Είδα τις αγωνίες του. Το αγώνα της καθημερινότητας. Την οικονομική πίεση. Την ανασφάλεια από τη διεθνή κατάσταση. Το άγχος της διαχείρισης του χρόνου, ειδικά για εμάς τις γυναίκες. Την αγωνία για το μέλλον των παιδιών μας. Τώρα θα είμαι υποψήφια και πάλι. Θέλω να συνεχίσω να παλεύω, σε αυτά θέλω να δώσω λύσεις. Ήδη έχουμε κάνει πολλά με την κοινή προσπάθεια με τους φορείς και τους πολίτες της περιοχής πολλά. Έχω καταθέσει εκατοντάδες ερωτήσεις και επερωτήσεις, αναφορές στην Βουλή για την προώθηση λύσεων στα προβλήματα της περιοχής.
Τα θέματα των δυσκολιών ανταπόκρισης των νοικοκυριών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην ακρίβεια, η προβληματική κατάσταση των νοσοκομείων όπως το ΑΤΤΙΚΟ, το Γενικό Νοσοκομείο Δυτικής Αττικής Αγία Βαρβάρα, οι Ψυχιατρικές Κλινικές και συνολικά τα προβλήματα του Ε.Σ.Υ στον Δυτικό Τομέα, η αντιμετώπιση των φαινομένων εγκληματικότητας και της παραβατικότητας, τα σοβαρά θέματα των κτιριακών εγκαταστάσεων των σχολείων, τα ζητήματα περιβαλλοντικής υποβάθμισης της περιοχής και η ανάγκη υπογειοποίησης των πυλώνων υψηλής τάσης αποτελούν κορυφαία προβλήματα που απασχολούν, που ανησυχούν τους πολίτες. Ταυτόχρονα η περιοχή έχοντας κάνει σημαντικά βήματα από την εποχή των Κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και του δημοκρατικού προγραμματισμού με την συμβολή σημαντικών Δημάρχων και της Αυτοδιοίκησης , διψάει για ανάπτυξη, για περιβαλλοντική αναβάθμιση με την αναβάθμιση του όρους Αιγάλεω και του Ποικίλου Όρους, την αντιμετώπιση των προβλημάτων από την λειτουργία του ΧΥΤΑ Φυλής. Σ΄ αυτά πρέπει να επικεντρώσουμε, σ΄ αυτά πρέπει να συνεχίσουμε τον αγώνα να δώσουμε λύσεις.
Από το ΠΑΣΟΚ λέτε πώς βρίσκεστε στην «απέναντι όχθη» από τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Τι ακριβώς σημαίνει αυτό στην πράξη; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά εκείνα που θα μπορούσαν να κάνουν τους προοδευτικούς πολίτες να σας εμπιστευτούν;
Ζήσαμε τα τελευταία χρόνια δύο μοντέλα διακυβέρνησης που έχουν απογοητεύσει τους πολίτες. Ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε επί θητείας του συνώνυμο της προσπάθειας ελέγχου της Δικαιοσύνης και των Μ.Μ.Ε , της κατάχρησης εξουσίας και των παιγνίων ακόμα και με την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, της φοροκαταιγίδας και της συνύπαρξης και συνεργασίας με την ακροδεξιά. Άνοιξε ουσιαστικά τον δρόμο στην Ν.Δ κάνοντας τον μεσαίο ουσιαστικά χώρο έντρομο να αναζητήσει μια αλλαγή από τον λαϊκισμό, τα ψέματα, την αδυναμία. Η Ν.Δ διέψευσε όσους πίστευαν ότι μπορεί να προωθήσει μεγάλες και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στο ΕΣΥ, την Παιδεία, την Δημόσια Διοίκηση, την Δικαιοσύνη. Έδειξε την αδυναμία της να διαχειριστεί τις κρίσεις που περάσαμε και περνάμε, επιδεικνύοντας μοναδική αυταρέσκεια, αλλά και τοξικότητα επιλογών. Αύξησε τις ανισότητες, πήρε μέτρα που οικονομικά ευνόησαν πολύ λίγους. Πολλοί κλάδοι όπως στην ενέργεια, τα διυλιστήρια, τα supermarket κ.ά σπάνε ρεκόρ τζίρων και κερδών, όταν τεράστια τμήματα της ελληνικής κοινωνίας δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα. Έδειξε ιδιαίτερη ροπή προς τις υποκλοπές και μετά στην αδιαφάνεια και στο μπλοκάρισμα λειτουργίας θεσμών για να μην αποκαλυφθεί η αλήθεια.
Σ΄ αυτούς όλους τους πολίτες που είδαν τα όρια των δύο απευθυνόμαστε, λέγοντας ότι χρειάζεται μια αλλαγή συσχετισμών, ότι χρειάζεται να δυναμώσει η παρουσία του ΠΑΣΟΚ, ώστε να μπορεί να επιβάλει πολιτικές που θα αλλάζουν την πορεία της χώρας. Σήμερα περισσότερο παρά ποτέ, τίθενται επιτακτικά θέματα, όπως η αντιμετώπιση των ανισοτήτων και η στήριξη των εισοδημάτων, η αύξηση των μισθών και συντάξεων μετά από δέκα χρόνια κρίσης και η ενίσχυση του ΕΣΥ, ο βαθύς εκσυγχρονισμός του Δημοσίου και της Δικαιοσύνης αλλά και η ενδυνάμωση των θεσμών, η διασφάλιση της διαφάνειας. Σε αυτά αναφερόμαστε αναλυτικά στο Πρόγραμμά μας και με τις προτάσεις αυτές θεωρώ ότι μπορούμε να πείσουμε τους πολίτες για την ανάγκη μιας νέας Αλλαγής.
Πολλές φορές έχετε ακούσει την κατηγορία πως κρατάτε ίσες αποστάσεις απέναντι στην κυβέρνηση και στην αξιωματική αντιπολίτευση. Τι απαντάτε σ’ αυτήν την κριτική;
Δεν κατανοώ τον όρο ίσες αποστάσεις, δεν τον συμμερίστηκα ποτέ και στην πράξη υπονομεύει την αυτόνομη πορεία της. Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα κόμμα που έδειξε στην πορεία του ότι έβαλε την σφραγίδα του σε ό,τι θετικό έγινε σ΄ αυτή τη χώρα. Προχωράμε με αυτονομία και δεν διστάζουμε να πούμε μεγάλα ΝΑΙ ή μεγάλα ΟΧΙ με αφετηρία τις δικές μας θέσεις. Σε εμάς δεν ταιριάζει ο ετεροκαθορισμός, η αναζήτηση ψεύτικων ισορροπιών ή πολιτικές μοιρογνωμόνιου. Σε εμάς ταιριάζει η σοσιαλδημοκρατική πολιτική και ταυτότητά μας και η σταθερότητα σε αρχές και αξίες , Πολιτικές που διασφαλίζουν τη χώρα απέναντι στην Τουρκική απειλή, που διασφαλίζουν την Κοινωνική Δικαιοσύνη και μια κοινωνία ισχυρή που βλέπει με αισιοδοξία το μέλλον.
Η ΝΔ κάνει λόγο για σταθερότητα και συνέπεια, την οποία συνδέει με τον στόχο της αυτοδυναμίας. Είναι, θεωρείτε, τα δύο σημεία τόσο ευθέως συνδεδεμένα; Τι ρόλο παίζει η υπόθεση των υποκλοπών;
Κάθε κόμμα έχει το δικαίωμα να θέτει οποιοδήποτε στόχο πιστεύει. Αυτό που δεν έχει δικαίωμα είναι να συνδέει αυθαίρετα και επικοινωνιακά όρους σαν κι αυτούς που αναφέρετε με τους κομματικούς στόχους. Για παράδειγμα, η σταθερότητα είναι κάτι που θέλουμε όλοι οι Έλληνες ιδιαίτερα μετά την δεκαετία των μνημονίων και των συνεχών κρίσεων που έχουμε ζήσει. Από πότε ένα κόμμα εμφανίζεται ως το μόνο που μπορεί να την διασφαλίσει; Από πότε κάθε άλλη λύση επιβουλεύεται την σταθερότητα; Δηλαδή αν γινόταν κατορθωτό να γίνει μια Κυβέρνηση στην βάση αρχών, αξιών και πραγματικών , προωθητικών συγκλίσεων και συμφωνίας για όλα τα πρόσωπα που θα μπορούσαν να εγγυηθούν την υλοποίηση των συμφωνηθέντων, θα ήταν επικίνδυνο για την σταθερότητα;
Πριν από λίγες μέρες είδαμε τον Αλέξη Τσίπρα από την περιφέρειά σας, στο Περιστέρι, να χαρακτηρίζει την επιλογή του ΠΑΣΟΚ για διμέτωπο «ανιστόρητη» και να αφήνει υπόνοιες για «εκβιασμό» του Νίκου Ανδρουλάκη μέσω των υποκλοπών. Απομακρύνει αυτή η στάση το όποιο ενδεχόμενο «προοδευτικής συγκυβέρνησης»;
Ο κ. Τσίπρας πρέπει να καταλάβει ότι δεν μπορεί να μιμείται τον Ανδρέα Παπανδρέου, να μιλάει εκ μέρους της ιστορίας του ΠΑΣΟΚ, ούτε να εκφράζει χυδαίες υπόνοιες περί εκβιασμού του Προέδρου μας και του Κόμματός μας. Το ΠΑΣΟΚ δεν γίνεται όμηρος κανενός και δεν εκβιάζεται από κανένα. Με την τακτική του αυτή δείχνει ότι δεν διδάχθηκε τίποτα από την αντιδημοκρατική αντιπολιτευτική πολιτική του διαστήματος 2011-2015 όταν μας βάφτιζε δοσίλογους, Κυβέρνηση Τσολάκογλου, όταν χαρακτήριζε αργυρώνητο όποιον βουλευτή ήθελε να ψηφίσει τον Σ. Δήμα για Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Πράττει αμετανόητος τα ίδια. Ουσιαστικά στήνει μια παράσταση και πάλι, θέλοντας να πιέσει το ΠΑΣΟΚ, αποκαλύπτοντας ότι όλο αυτό το ευφυολόγημα της Προοδευτικής Διακυβέρνησης ήταν ένα ανειλικρινές κατασκεύασμα με ορατή στόχευση τις ψήφους του Κόμματός μας. Ανησυχεί από την διαφαινόμενη πτώση του ΣΥΡΙΖΑ και την ταυτόχρονη άνοδο του ΠΑΣΟΚ σε σχέση με τα αποτελέσματα του 2019.
Με ρωτάτε αν απομακρύνεται το ενδεχόμενο της « προοδευτικής διακυβέρνησης». Θα σας απαντήσω με ερωτήματα. Πότε ήταν ορατό σενάριο; Ο ΣΥΡΙΖΑ που το πρότεινε πότε εμφάνισε ένα προγραμματικό πλαίσιο μιας πιθανής συνεργασίας; Από πότε οι οπαδοί των « αρμών της εξουσίας» και του δόγματος «την δεύτερη φορά θα είναι αλλιώς» , αυτοί που χρησιμοποίησαν προστατευόμενους μάρτυρες για να κυνηγήσουν χωρίς κατηγορία δέκα στελέχη της αντιπολίτευσης , όσοι προσπάθησαν να ελέγξουν το ραδιοτηλεοπτικό σκηνικό μπορούν να εκλαμβάνονται εξ ορισμού ως προοδευτικοί οι ίδιοι; Από πότε αυτοί που συνεργάστηκαν κυβερνητικά με τον Π. Καμμένο και την ακροδεξιά, αλλά και με την καραμανλική πτέρυγα της Ν.Δ μπορούν να εμφανίζονται ως αυθεντική «αντιδεξιά δύναμη». Είδαμε, ζήσαμε καταστάσεις, καταλάβαμε. Με αυτά τα ίδια φτηνά τρυκ ο Α. Τσίπρας θα βρεθεί προ εκπλήξεων όταν ανοίξουν οι κάλπες.
Σύμφωνα με τα όσα ειπώθηκαν από τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ στην τελευταία Κεντρική Επιτροπή, με προϋπόθεση το ισχυρό ποσοστό το ΠΑΣΟΚ θα επιδιώξει σχηματισμό κυβέρνησης την πρώτη Κυριακή, στην βάση του προγράμματος του κόμματος. Εσείς πώς βλέπετε το ενδεχόμενο μιας μετεκλογικής συνεργασίας;
Ο Πρόεδρός μας, Ν. Ανδρουλάκης, είπε το αυτονόητο στην Κ.Π.Ε. και αυτό δυσαρέστησε πολλούς. Όλη αυτή η συζήτηση περί μετεκλογικών συνεργασιών, γίνεται εδώ και καιρό σε ένα γενικό επίπεδο άνευ ουσίας. Η πραγματικότητα είναι ότι από την μια πλευρά έχουμε την ΝΔ που δηλώνει ότι επιδιώκει αποκλειστικά και μόνο την αυτοδυναμία. Ουσιαστικά καίει τις πρώτες εκλογές και τελευταία διαρρέει μάλιστα ότι αν χρειαστεί μπορεί να γίνουν και τρίτες εκλογές. Ο δε ΣΥΡΙΖΑ από την άλλη πλευρά, προτείνει μια θολή προοδευτική συνεργασία, χωρίς να αναφέρεται σε κανένα προγραμματικό πλαίσιο. Εμείς ως ΠΑΣΟΚ έχουμε διαφοροποιημένη θέση από εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ, σε μια σειρά θεμάτων όπως η εξωτερική και αμυντική πολιτική, η αλλαγή και κατάργηση συγκεκριμένων άρθρων του νόμου Κατρούγκαλου. Τι λένε γι’ αυτά; Ταυτόχρονα δηλώνουν ότι δεν θέλουν να σχηματίσουν Κυβέρνηση ηττημένων, όταν σε όλες τις δημοσκοπήσεις φαίνεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υπολείπεται αρκετών μονάδων της ΝΔ, και εξαπολύουν μια αήθη επίθεση κατά του Προέδρου μας, του Νίκου Ανδρουλάκη με υπόνοιες εκβιασμού. Ουσιαστικά μας λένε και αυτοί ότι δεν θέλουν καμία συνεργασία αλλά ένα δεκανίκι. Άρα το μόνο που επιδιώκουν είναι να αλιεύσουν ψήφους από την εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ. Κάτι τέτοιο δεν θα το επιτρέψουμε.
Όλα τα Κόμματα κατά την προεκλογική περίοδο ζητούν από τους πολίτες να τα ψηφίσουν για να εφαρμόσουν αυτά που προτείνουν με βάση τις θέσεις και τις αξίες τους. Κανένα Κόμμα παγκοσμίως δεν ζητά την ψήφο των πολιτών για να συνεργαστεί με κάποιο άλλο. Και εν τέλει τις όποιες μετεκλογικές συνεργασίες θα τις διαμορφώσουν δύο παράγοντες, η λαϊκή ετυμηγορία και δυνατότητα προγραμματικών συγκλίσεων.
Αυτές τις μέρες ψηφίζεται η διάταξη για την απαγόρευση του κόμματος του Ηλία Κασιδιάρη. Πιστεύετε πως το πολιτικό σύστημα έχει διδαχθεί από τα όσα συνέβησαν το 2012; Είναι αρκετή η κίνηση για να κρατήσει εγκληματικές οργανώσεις εκτός Βουλή;
Προφανώς είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, που δεν χωρά να γίνει ζήτημα μικροπολιτικής εκμετάλλευσης. Το μήνυμα του πολιτικού κόσμου θα πρέπει να είναι ενιαίο για την ανάγκη ύπαρξης ενός «μπλόκου» στην Χρυσή Αυγή και κάθε εγκληματικού μορφώματος και θα πρέπει η Κυβέρνηση να ακούσει προσεκτικά και τις προτάσεις της αντιπολίτευσης. Είδαμε πάθαμε και μάθαμε, και θα είναι κυριολεκτικά ντροπή για την Δημοκρατία μας να επανέλθει η Χρυσή Αυγή με μεταλλαγμένη μορφή στο Κοινοβούλιο.
Το ΠΑΣΟΚ από την πρώτη στιγμή είχε υποστηρίξει ότι η Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση. Βέβαια και ο αγώνας για την αντιμετώπιση του φασισμού και του νεοναζισμού γίνεται στην κοινωνία, όμως το κύριο πλήγμα για την Χρυσή Αυγή ήταν όταν μπήκε στην φυλακή, άρα χρειάζεται και θεσμική αντιμετώπιση.
Εμείς ως κόμμα έχουμε καταθέσει τις προτάσεις μας στην Κυβέρνηση για το ζήτημα. Κατ’ αρχάς θα πρέπει ο νόμος να έχει σαφήνεια, ώστε να μην υπάρξει περιθώριο συνταγματικής αμφισβήτησης του. Φανταστείτε αυτός ο νόμος να κριθεί αντισυνταγματικός, θα έχουμε ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα και θα ηρωοποιηθούν η Χρυσή Αυγή και οι μιμητές της. Κατά την γνώμη μας είναι πολύ σημαντικό να γνωμοδοτήσει και η επιστημονική υπηρεσία της Βουλής και να αντιμετωπιστεί το ζήτημα της πραγματικής ηγεσίας.
Σήμερα το πρωί ήμουν καλεσμένη στην εκπομπή «Σήμερα» του ΣΚΑΪ, όπου με τον Δημήτρη Οικονόμου και τον Άκη Παυλόπουλο συζητήσαμε για την αντιθεσμική συμπεριφορά της Κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και την τραγωδία που βιώνει η Τουρκία μετά το τελευταίο χτύπημα του Εγκέλαδου.
Αναφορικά με τον σεισμό στην Τουρκία, σημείωσα:
«Πραγματικά τα λόγια είναι λίγα για να εκφράσουν το δράμα που βιώνουν στην γειτονική χώρα, είναι μια ανείπωτη τραγωδία. Το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι να εκφράσουμε την αλληλεγγύη μας στον δοκιμαζόμενο λαό της Τουρκίας. Είναι αναγκαίο να υπάρξει άμεση αποστολή διεθνούς Βοήθειας. Και Βέβαια είναι πολύ σημαντικό ότι η Ελλάδα – και πολύ σωστά – ανταποκρίθηκε άμεσα για την παροχή βοήθειας.
Το σημαντικό είναι να βρεθούν και να σωθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι μέσα στα συντρίμμια. Τα ειλικρινή συλλυπητήρια όλων μας, όλου του Ελληνικού λαού, στις οικογένειες των ανθρώπων που έχασαν την ζωή τους και να ευχηθούμε οι τραυματίες να αναρρώσουν γρήγορα.»
Σχετικά με την αντιθεσμική συμπεριφορά της Κυβέρνησης και την συκοφαντική επίθεση του ΣΥΡΙΖΑ κατά του Προέδρου μας, Νίκου Ανδρουλάκη, τόνισα:
«Ας δούμε την μεγάλη εικόνα. Από την μια έχουμε μια Κυβέρνηση η οποία είναι με την πλάτη στον τοίχο λόγω της θεσμικής εκτροπής με την αποκάλυψη του σκανδάλου των παράνομων παρακολουθήσεων. Και από την άλλη έχουμε το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, που προφανώς βρισκόμενη σε πανικό λόγω των χαμηλών ποσοστών συσπείρωσης που παρουσιάζουν οι δημοσκοπήσεις, κάνει το ένα λάθος μετά το άλλο.
Αρχικά με την κατάθεση πρότασης μομφής, που είχε ως αποτέλεσμα να συσπειρώσει την Κυβέρνηση. Στη συνέχεια με την αντιθεσμική και παράλογη απόφαση να μην συμμετέχει στην Κοινοβουλευτική διαδικασία. Και έρχεται ο κ. Τσίπρας, να παραστήσει τον κήνσορα της Δημοκρατίας, νομίζοντας ότι απευθύνεται σε λωτοφάγους και ο λαός έχει ξεχάσει ποια ήταν τα πεπραγμένα του όταν είχε την διακυβέρνηση της χώρας.
Αυτό που βλέπουν οι Έλληνες πολίτες είναι ότι και τα δύο κόμματα είναι ακόμα αμετανόητα. Βλέπουν την Κυβέρνηση, να παρουσιάζει μια τελείως αντιθεσμική συμπεριφορά και μια Αξιωματική Αντιπολίτευση να λέει ότι «θα σας επιβάλλουμε την Δημοκρατία με το ζόρι» ή ότι όποιο κόμμα δεν δέχεται την συνεργασία μαζί της είναι είτε “πιασμένο”, είτε “κολλημένο” και που συνεχίζει να έχει την λογική του ελέγχου των «αρμών της εξουσίας».
Προχωράμε με το Πρόγραμμά μας, με καταρτισμένα ψηφοδέλτια, με αυτονομία και ανανέωση για να αυξήσουμε σημαντικά τα ποσοστά μας
Χθες ήμουν φιλοξενούμενη του Αντώνη Σρόιτερ στην εκπομπή «Αυτοψία» του Alpha. Στην συζήτηση μας αναφερθήκαμε σε θέματα που απασχολούν την πολιτική επικαιρότητα, όπως τις πιθανές μετεκλογικές συνεργασίες, την αντιθεσμική συμπεριφορά της Κυβέρνησης, την συκοφαντική επίθεση του ΣΥΡΙΖΑ προς τον Πρόεδρο μας, αλλά και για την ακρίβεια που ταλαιπωρεί την κοινωνία.
Στην τοποθέτηση μου σχετικά με τις επερχόμενες εκλογές και το ενδεχόμενο μετεκλογικών συνεργασιών, ανέφερα:
«Το ΠΑΣΟΚ είναι το μοναδικό κόμμα που έχει αυξήσει πάνω από 50% τα δημοσκοπικά του ποσοστά σε σχέση με την εκλογική επίδοση του2019, όταν τα άλλα δύο κόμματα παρουσιάζουν μειώσεις των δικών τους ποσοστών. Ωστόσο, παρακολουθούμε και μας προβληματίζει η κάμψη που παρουσιάζεται τελευταία. Λαμβάνουμε υπόψη τα μηνύματα των δημοσκοπήσεων και βέβαια τα μηνύματα που λαμβάνουμε από την ζωντανή επαφή μας με χιλιάδες πολίτες σ΄όλη την Ελλάδα , κάνουμε διορθωτικές κινήσεις και προχωράμε.
Όμως δεν μπορεί να μην σημειώνεται, ότι το ΠΑΣΟΚ είναι το μοναδικό κόμμα που έχει καταθέσει τις θέσεις και τις προτάσεις του για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της χώρας και της κοινωνίας, διεξάγοντας και σχετικές θεματικές εκδηλώσεις ανά την Ελλάδα. Παράλληλα είμαστε το μοναδικό κόμμα που έχει ανακοινώσει την σύνθεση των ψηφοδελτίων του, αποδεικνύοντας ότι είμαστε έτοιμη για τις εκλογές όποτε και αν τις προκηρύξει ο Πρωθυπουργός.
Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα θεσμικό κόμμα και ο Πρόεδρος μας, ο Νίκος Ανδρουλάκης λειτουργεί πάντα με σεβασμό στους θεσμούς. Δεν προσβλέπουμε να εκμεταλλευτούμε μικροπολιτικά την εντολή σχηματισμού Κυβέρνησης, καταθέτοντάς την άμεσα, όπως αυτάρεσκα και αλαζονικά δηλώνει ότι θα κάνει η ΝΔ προβάλλοντας την αυτοδυναμία ως μόνη λύση, ούτε με δήθεν θολά μηνύματα προοδευτικής συνεργασίας, όπως προσχηματικά λέει ο ΣΥΡΙΖΑ που ταυτόχρονα σπεύδει να τονίσει ότι δεν θέλει «κυβέρνηση ηττημένων», όταν σε όλες τις δημοσκοπήσεις παρουσιάζεται ως δεύτερο κόμμα με σημαντική διαφορά .
Η πραγματικότητα είναι ότι κανένα κόμμα παγκοσμίως δεν ζητά την ψήφο των πολιτών για να συνεργαστεί με κάποιο άλλο, αλλά για να εφαρμόσει τις προτάσεις του.
Οπότε η ερώτηση για το ενδεχόμενο συνεργασιών θα πρέπει πρώτα να απευθυνθεί στην ΝΔ που δηλώνει ότι επιδιώκει την αυτοδυναμία, αρά δεν υπάρχουν περιθώρια συνεργασιών και στον ΣΥΡΙΖΑ που ό,τι λέει είναι επίπλαστο και προσχηματικό. Το μόνο που επιζητούν είναι να λεηλατήσουν την εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ.»
Ο στόχος του ΠΑΣΟΚ είναι η σημαντική ενίσχυση των ποσοστών μας (τουλάχιστον ο διπλασιασμός τους), προκειμένου την επόμενη ημέρα να μπορέσουμε να πάρουμε την τρίτη εντολή σχηματισμού Κυβέρνησης και πάνω σε συγκεκριμένες σοσιαλδημοκρατικές θέσεις και προτάσεις να συζητήσουμε για τον σχηματισμό Κυβέρνησης από την πρώτη Κυριακή.
Σχετικά με τις αιτιάσεις του ΣΥΡΙΖΑ περί εκβιασμού του Νίκου Ανδρουλάκη, επισήμανα:
«Τα όσα ξεκάθαρα είπε η κα. Τσαπανίδου σαφώς και δεν ήταν μόνο προσωπικές της εκτιμήσεις, καθώς τα επανέλαβε και ο κ. Τσίπρας τόσο στην συνέντευξη τύπου που παραχώρησε, όσο και στην ομιλία του Περιστέρι.
Είναι απολύτως σαφές ότι το ΠΑΣΟΚ ούτε εκβιάζεται, ούτε υπάρχει αντικείμενο εκβιασμού εναντίον του κ. Ανδρουλάκη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ούτε την ηθική, ούτε την πολιτική νομιμοποίηση να μιλά για εκβιασμό του ΠΑΣΟΚ. Δεν θα πάρουμε μαθήματα θεσμικότητας και Δημοκρατίας από τον ΣΥΡΙΖΑ, ούτε και είναι σε θέση να μας παραδίδουν αντιδεξιά μαθήματα αυτοί που εναγκαλιζόντουσαν και συγκυβερνούσαν με τον Πάνο Καμμένο για πάνω από τέσσερα χρόνια.
Όμως ας είμαστε ξεκάθαροι, πίσω από την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη ήταν η Κυβέρνηση και ο κ. Μητσοτάκης.
Δυστυχώς εδώ έχουμε μια δημοκρατική και θεσμική εκτροπή που αποτελεί ένα σοβαρό πρόσκομμα για τις όποιες μετεκλογικές επιλογές, όπως αντίστοιχα πρόσκομμα αποτελούν και οι αντίστοιχες μεθοδεύσεις της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, με την παρακολούθηση του ΚΚΕ, του κ. Πιτσιόρλα.
Είναι προσβολή για τους Έλληνες πολίτες η Κυβέρνηση της ΝΔ να απαξιώνει διαδικασίες που αφορούν την λειτουργία της Δημοκρατίας γιατί δεν την βολεύει και έξι μήνες που έχει ανακύψει το θέμα των παρακολουθήσεων, το μόνο που κάνει είναι να προσπαθεί να συσκοτίσει την έρευνα της υπόθεσης, όταν το ΠΑΣΟΚ και ο Νίκος Ανδρουλάκης έχουν κάνει ό,τι προβλέπεται θεσμικά προσφεύγοντας στην Δικαιοσύνη, στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, ακόμα και με την σύγκληση Εξεταστικής Επιτροπής για την διερεύνηση του.
Από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταστεί ο καλύτερος «χορηγός» της ΝΔ και της Κυβέρνησης που βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο.
Με απανωτά λάθη η Αξιωματική Αντιπολίτευση, δίνει το φιλί της ζωής στην Κυβέρνηση, όπως όταν καταθέτει πρόταση μομφής με αποτέλεσμα να την συσπειρώνει, ή όταν αποφασίζουν την αποχή από την Κοινοβουλευτική διαδικασία, δίνοντας χώρο στην Κυβέρνηση να κάνει ότι θέλει. Το ΠΑΣΟΚ με σεβασμό στην θεσμική λειτουργία της Δημοκρατίας μας καλείται να επιτελέσει τον θεσμικό ρόλο που απεμπολεί ο ΣΥΡΙΖΑ.»
Αναφορικά με την ακρίβεια που ταλαιπωρεί την κοινωνία, τόνισα:
«Η Κυβέρνηση παρουσιάζει μια ειδυλλιακή εικόνα που καμία σχέση δεν έχει με την πραγματικότητα. Κάθε ημέρα βρίσκομαι, μιλάω με πολίτες στο Περιστέρι, στο Αιγάλεω, στο Ίλιον, σε εργατικές γειτονιές που μου λένε ότι δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα. Και δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα, γιατί έχουμε αυξήσεις στα τρόφιμα που αγγίζουν το 30% όταν δυστυχώς οι μισθοί και οι συντάξεις είναι καθηλωμένες.
Παρά τα όσα διατείνεται η Κυβέρνηση, 900.000 συνταξιούχοι δεν είδαν ούτε ένα ευρώ αύξηση. Παράλληλα στα πιο φτωχά νοικοκυριά όλες αυτές οι ανατιμήσεις απορροφούν έως και το 40% του εισοδήματος τους. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Το ΠΑΣΟΚ δεν κάνει ισοπεδωτική αντιπολίτευση. Ακόμα και όταν θεωρούσαμε ότι τα όποια μέτρα προτείνει η Κυβέρνηση είναι αναποτελεσματικά και ότι δεν απαντούν στην ρίζα του προβλήματος, τα ψηφίζαμε γιατί πιστεύουμε ότι είναι σημαντική η οποιαδήποτε βοήθεια μπορεί να δοθεί στα νοικοκυριά.
Όμως το ερώτημα που απευθύνουμε επανειλημμένα στην Κυβέρνηση, χωρίς απάντηση, είναι γιατί δεν λαμβάνουν πιο σοβαρά και ριζικά μέτρα, Γιατί δεν μειώνουν τους έμμεσους φόρους που γίνεται και σε άλλες χώρες. Η Ελλάδα έχει έναν από τους υψηλότερους ΦΠΑ στην Ευρώπη, γιατί δεν τον μειώνουν από το 13 στο 6% για όσο διαρκεί η κρίση; Γιατί δεν μειώνουν τον Ενιαίο Φόρο Κατανάλωσης, ένα μέτρο που θα είχε άμεσο αντίκτυπο στα οικονομικά των πολιτών. Η μείωση των έμμεσων φόρων θα αύξανε την κατανάλωση, άρα θα αυξάνονταν αντίστοιχα τα κρατικά έσοδα. Οπότε αποδεικνύεται έωλη η θέση της Κυβέρνησης ότι η μείωση των έμμεσων φόρων, θα είχε ως αποτέλεσμα την μείωση των κρατικών εσόδων.
Ταυτόχρονα δεν είναι δυνατόν να διατείνεται η Κυβέρνηση ότι δεν υπάρχει αισχροκέρδεια και ότι γίνονται έλεγχοι, όταν όλοι βλέπουμε τι γίνεται στην αγορά με την συνεχή ανατίμηση των βασικών αγαθών. Αλήθεια ποια είναι τα αποτελέσματα των ελέγχων; Πόσα πρόστιμα έχουν επιβληθεί;
Ως μητέρα και νοικοκυρά μπορώ να βεβαιώσω ότι το μέτρο του καλαθιού της νοικοκυράς δεν έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα στην ανάσχεση της ακρίβειας που δημιουργεί ζήτημα κοινωνικής συνοχής.
Δεν μπορεί την κρίση να την πληρώνει αποκλειστικά και μόνο ο Ελληνικός λαός. Υπάρχουν τομείς της οικονομίας όπως είναι τα διυλιστήρια, τα supermarket, οι πάροχοι ενέργειας, οι τράπεζες (με την διαφορά επιτοκίων καταθέσεων και δανεισμού να αυξάνεται), που βγάζουν υπερκέρδη και η Κυβέρνηση τους χαϊδεύει. Πρέπει και αυτοί να βάλουν πλάτη στην αντιμετώπιση της κρίσης με την φορολόγηση των υπερκερδών τους.
Χρειάζονται ριζικά μέτρα άμεσα, μέτρα όπως η μείωση του ΦΠΑ και η μείωση του Ενιαίου Φόρου Κατανάλωσης. Η δικαιολογία ότι δεν υπάρχουν λεφτά δεν ευσταθεί, όταν η Κυβέρνηση έχει δαπανήσει 60 δις σε ημίμετρα.»
Σήμερα το πρωί ήμουν καλεσμένη της Στέλλας Γκαντώνα και του Ντίνου Σιωμόπουλου στην εκπομπή “Mega Σαββατοκύριακο“ στο Mega Channel, όπου αναλύσαμε την τρέχουσα πολιτική επικαιρότητα. Στην συζήτηση μας αναφερθήκαμε στην ρύθμιση «μπλόκο» στην είσοδο εγκληματικών οργανώσεων στη Βουλή που έχει καταθέσει η Κυβέρνηση, στο ενδεχόμενο μετεκλογικών συνεργασιών και στην θεσμική συμπεριφορά της Κυβέρνησης.
Σχετικά με την νομοθετική ρύθμιση που έχει καταθέσει η Κυβέρνηση σημείωσα:
«Προφανώς είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, που δεν χωρά να γίνει ζήτημα μικροπολιτικής εκμετάλλευσης. Το μήνυμα του πολιτικού κόσμου θα πρέπει να είναι ενιαίο για την ανάγκη ύπαρξης ενός «μπλόκου» στην Χρυσή Αυγή και θα πρέπει η Κυβέρνηση να ακούσει προσεκτικά και τις προτάσεις της αντιπολίτευσης. Είδαμε πάθαμε και μάθαμε, και θα είναι κυριολεκτικά ντροπή για την Δημοκρατία μας να επανέλθει η Χρυσή Αυγή με μεταλλαγμένη μορφή στο Κοινοβούλιο.
Το ΠΑΣΟΚ από την πρώτη στιγμή είχε υποστηρίξει ότι η Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση. Βέβαια και ο αγώνας για την αντιμετώπιση του φασισμού και του νεοναζισμού γίνεται στην κοινωνία, όμως το κύριο πλήγμα για την Χρυσή Αυγή ήταν όταν μπήκε στην φυλακή, άρα χρειάζεται και θεσμική αντιμετώπιση.
Εμείς ως κόμμα έχουμε καταθέσει τις προτάσεις μας στην Κυβέρνηση για το ζήτημα. Κατ’ αρχάς θα πρέπει ο νόμος θα πρέπει να έχει σαφήνεια, ώστε να μην υπάρξει περιθώριο συνταγματικής αμφισβήτησης του. Φανταστείτε αυτός ο νόμος να κριθεί αντισυνταγματικός, θα έχουμε ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα και θα ηρωοποιηθούν η Χρυσή Αυγή και οι μιμητές της. Κατά την γνώμη μας είναι πολύ σημαντικό να γνωμοδοτήσει και η επιστημονική υπηρεσία της Βουλής και να αντιμετωπιστεί το ζήτημα της πραγματικής ηγεσίας.»
Αναφορικά με τα σενάρια μετεκλογικών συνεργασιών, επισήμανα:
«Όλη αυτή η συζήτηση περί μετεκλογικών συνεργασιών, γίνεται σε καθαρά θεωρητικό επίπεδο. Η πραγματικότητα είναι ότι από την μια πλευρά έχουμε την ΝΔ που δηλώνει ότι επιδιώκει αποκλειστικά και μόνο την αυτοδυναμία. Ο δε ΣΥΡΙΖΑ από την άλλη πλευρά, προτείνει μια θολή προοδευτική συνεργασία, χωρίς να αναφέρεται σε κανένα προγραμματικό πλαίσιο. Εμείς ως ΠΑΣΟΚ έχουμε διαφοροποιημένη θέση από εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ, σε μια σειρά θεμάτων όπως η εξωτερική και αμυντική πολιτική, στην αλλαγή και κατάργηση συγκεκριμένων άρθρων του νόμου Κατρούγκαλου.
Ταυτόχρονα δηλώνουν ότι δεν θέλουν να σχηματίσουν Κυβέρνηση ηττημένων, όταν σε όλες τις δημοσκοπήσεις φαίνεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υπολείπεται αρκετών μονάδων της ΝΔ, και εξαπολύουν μια αήθη επίθεση κατά του Προέδρου μας, του Νίκου Ανδρουλάκη με υπόνοιες εκβιασμού. Ουσιαστικά μας λένε και αυτοί ότι δεν θέλουν καμία συνεργασία αλλά ένα δεκανίκι. Άρα το μόνο που επιδιώκουν είναι να αλιεύσουν ψήφους από την εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ, κάτι τέτοιο δεν θα το επιτρέψουμε.
Όλα τα Κόμματα κατά την προεκλογική περίοδο ζητούν από τους πολίτες να τα ψηφίσουν για να εφαρμόσουν αυτά που προτείνουν με βάση τις θέσεις και τις αξίες τους. Κανένα Κόμμα παγκοσμίως δεν ζητά την ψήφο των πολιτών για να συνεργαστεί με κάποιο άλλο. Και εν τέλη τις όποιες μετεκλογικές συνεργασίες τις διαμορφώσουν δύο παράγοντες, η λαϊκή ετυμηγορία και δυνατότητα προγραμματικών συγκλήσεων.»
Για την θεσμική συμπεριφορά της Κυβέρνησης είπα:
«Η Κυβέρνηση είναι με την πλάτη στον τοίχο, με την αποκάλυψη των παρακολουθήσεων και των υποκλοπών. Δεν είναι απλά και μόνο η παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη, είναι ο τρόπος που συμπεριφέρεται η Κυβέρνηση θεσμικά. Είναι ξεκάθαρη θεσμική εκτροπή, όταν παρακολουθείται ο αρχηγός του τρίτου κόμματος, όταν βγαίνουν όλα αυτά τα σκάνδαλα για παρακολουθήσεις ακόμα και του Α/ΓΕΕΘΑ. Όλα αυτά είναι πάρα πολύ σοβαρά.
Όμως δεν μπορούμε να ξεχνάμε ποια ήταν η λογική και η αντίστοιχη πρακτική της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ που σήμερα ασκεί κριτική. Δεν μπορούμε να ξεχνάμε την υπόθεση της παρακολούθησης του ΚΚΕ, του κ. Πιτσιόρλα ή τις δηλώσεις περί ελέγχου των αρμών της εξουσίας.
Ουσιαστικά και η ΝΔ και το ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος σε ότι αφορά τα θεσμικά ζητήματα.»
Α). Το 2011 στα πλαίσια της διασύνδεσης των Νοσοκομείων και του καθορισμού του τρόπου λειτουργία τους, διασυνδέθηκε το Γενικό Νοσοκομείου Νίκαιας “Aγ. Παντελεήμων” με το Γενικό Νοσοκομείο Δυτικής Αττικής “Αγία Βαρβάρα”, λειτουργώντας υπό Διοίκηση ενιαίου Συλλογικού Οργάνου (ΦΕΚ 1681/Β/2011).
Με την υπ’ αριθμ. 123791/31-12-2012 υπουργική απόφαση (αρ. φύλλου 3486/2012 ΕτΚ) τα ως άνω λειτουργούντα υπό ενιαία διοίκηση διασυνδεόμενα Νοσοκομεία του ΕΣΥ υπήχθησαν στις διατάξεις του ΝΔ 2592/ 53 «Περί οργανώσεως της Ιατρικής Αντίληψης» (ΦΕΚ 254/Α), αποτελώντας εφεξής αυτοτελές και ενιαίο Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ) σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν. 4052/2012 (ΦΕΚ 41 Α΄), το οποίο υπόκειται στον έλεγχο και την εποπτεία του Διοικητή της 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας Πειραιώς και Αιγαίου. Έδρα δε, του εν λόγω ΝΠΔΔ είναι το Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας Πειραιά που βρίσκεται στη Νίκαια.
Η παραπάνω διασύνδεση εν τοις πράγμασιν οδήγησε στην υποβάθμιση του Γενικού Νοσοκομείου Δυτικής Αττικής. Ενός νοσοκομείου το οποίο εξυπηρετεί τις υγειονομικές ανάγκες των κατοίκων της πολυπληθούς Δυτικής Αθήνας και κάποιων Δήμων του Πειραιά, παρέχοντας όμως τελικά λιγότερες ποσοτικά και ποιοτικά υγειονομικές υπηρεσίες λόγω της υποστελέχωσης και του μειωμένου προϋπολογισμού, αποτέλεσμα της διασύνδεσης. Ιατροί, προσωπικό, υπάλληλοι και κονδύλια απορροφώνται ως επί τω πλείστον από το διασυνδεδεμένο Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας, αφήνοντας το Γενικό Νοσοκομείο Δυτικής Αττικής σε δεύτερη μοίρα το οποίο κατ’ ανάγκη υστερεί στην παροχή υγειονομικής φροντίδας και περίθαλψης.
Η εικόνα εγκατάλειψης του Νοσοκομείου είναι φανερή, αποτυπώνεται δε στη γενικότερη έλλειψη προσωπικού, ιδίως δε στο υποστελεχωμένο μικροβιολογικό και το ακτινολογικό τμήμα.
Δεδομένου ότι το Γενικό Νοσοκομείο “Αγία Βαρβάρα” εξυπηρετεί δυνητικά δεκάδες χιλιάδες πολίτες καλύπτοντας πολυπληθείς δήμους και περιοχές, ειδικά της Δυτικής Αθήνας.
Δεδομένου ότι η Δυτική Αθήνα δεν διαθέτει κάποιο αυτόνομο τοπικό Νοσοκομείο, καθώς το Αττικό αποτελεί Πανεπιστημιακό υπερτοπικό νοσοκομείο.
Δεδομένου ότι η υγειονομική κρίση αύξησε τις περιπτώσεις ανάγκης παροχής υγειονομικής φροντίδας, επιβαρύνοντας υπέρμετρα νοσοκομεία και ιατρικό προσωπικό.
Δεδομένου ότι κανένα Νοσοκομείο δεν περισσεύει καθώς τα υπάρχοντα δεν επαρκούν και τα περισσότερα εξ αυτών στηρίζονται πλέον μόνο στην αφοσίωση και το ζήλο του προσωπικού τους οι οποίοι όμως έχουν υπερβεί εαυτόν.
Κατόπιν των ανωτέρω και για τους λόγους αυτούς καθίσταται επιτακτική αφενός η άμεση αποσύνδεση και η αυτονόμηση του Γενικού Νοσοκομείου Δυτικής Αττικής “Αγία Βαρβάρα”, και αφετέρου η επαρκής στελέχωση και χρηματοδότηση του.
Με παλαιότερη ερώτηση μου (5266/17-5-2022) είχε τεθεί το γενικότερο ζήτημα της υποβάθμισης του ΓΝΔΑ και της υστέρησης σε υγειονομική φροντίδα και περίθαλψη που εντοπίζεται στην ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Αθήνας, χωρίς όμως κάποια δέσμευση από μέρους του Υπουργείου.
Β). Περαιτέρω, τον Ιούνιο του 2022 εγκαινιάστηκε η Ψυχιατρική Κλινική Εφήβων «Ιωάννης Αγγελικούσης» του Νοσοκομείου Νίκαιας – Δυτικής Αττικής «Αγία Βαρβάρα», στο πλήρως ανακαινισμένο και σύγχρονο κτήριο «ΚΟΠΑΝΑΡΗ». Έργο δε, που ολοκληρώθηκε χάρη στη γενναιόδωρη προσφορά ύψους 580.000 ευρώ του Ιδρύματος «Αντώνιος και Ιωάννης Αγγελικούσης». Το νέο κτήριο αποτελεί έναν χώρο δυνητικά κατάλληλο για την ψυχιατρική φροντίδα των νεαρών ασθενών, παρέχοντας υπηρεσίες Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας και Τριτοβάθμιας Περίθαλψης. Προβλέπεται δε, να στεγάσει την ψυχιατρική κλινική Εφήβων 14-18 ετών, δυναμικότητας 15 κλινών και 10 εξωτερικών ιατρείων, στελεχωμένο από διεπιστημονική ομάδα παιδοψυχιάτρων, ψυχολόγων, κοινωνικών λειτουργών, λογοθεραπευτών και εργοθεραπευτών.
Παρά ταύτα μέχρι και σήμερα, η ως άνω Ψυχιατρική Κλινική παραμένει υποστελεχωμένη σε καίριες θέσεις. Ειδικότερα, απαιτείται επειγόντως η πρόσληψη τουλάχιστον δύο επιπλέον παιδοψυχιάτρων προκειμένου η Κλινική να λειτουργήσει πλήρως και αποτελεσματικά.
Κατόπιν τούτων,
Ερωτάσθε κ. Υπουργέ :
Προτίθεστε να προχωρήσετε στην αποσύνδεση του ΓΝΔΑ “Αγία Βαρβάρα” με σκοπό η Δυτική Αθήνα να αποκτήσει αυτόνομη, επαρκή και πλήρη ιατρική φροντίδα και περίθαλψη, ανάλογη του πληθυσμού της και των αναγκών της περιοχής ;
Προτίθεστε να χρηματοδοτήσετε και να στελεχώσετε ουσιαστικά το ΓΝΔΑ “Αγία Βαρβάρα” ;
Σκοπεύετε να υποστηρίξετε με το απαραίτητο προσωπικό την Ψυχιατρική Κλινική Εφήβων «Ιωάννης Αγγελικούσης» του Νοσοκομείου Νίκαιας – Δυτικής Αττικής «Αγία Βαρβάρα» ;
Χθες το βράδυ ήμουν φιλοξενούμενη του Γιώργου Μελιγγώνη στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Kontra Channel, όπου σχολιάσαμε την τρέχουσα πολιτική επικαιρότητα. Στην συζήτηση μας αναφερθήκαμε στο υπό διαμόρφωση προεκλογικό κλίμα, την στάση του ΠΑΣΟΚ στο θέμα των μετεκλογικών συνεργασιών, τις υπόνοιες περί εκβιασμού του Προέδρου μας που διατυπώνει ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και την απόφαση αποχής του από την κοινοβουλευτική διαδικασία.
Ανάμεσα σε όλα επισήμανα :
«Στόχος του ΠΑΣΟΚ στις επόμενες εκλογές είναι η ενίσχυση των ποσοστών του και της δυναμικής του, με βάση τις θέσεις και τις προτάσεις μας. Είμαστε το πρώτο κόμμα που έχει καταθέσει ένα σαφές πρόγραμμα και έχει ανακοινώσει τα ψηφοδέλτια του.
Παγκοσμίως τα κόμματα ζητούν την ψήφο των πολιτών για να εφαρμόσουν τις θέσεις και τις προτάσεις τους, κανένα κόμμα δεν λέει «ψηφίστε με για να συνεργαστώ με κάποιο άλλο κόμμα».
Τώρα το τι θα γίνει μετά τις εκλογές θα διαμορφωθεί από δύο παράγοντες, ο πρώτος είναι η λαϊκή ετυμηγορία και οι πολιτικοί συσχετισμοί που θα διαμορφώσει και ο δεύτερος παράγοντας είναι η δυνατότητα προγραμματικών συγκλίσεων.
Όμως για να μιλάμε πρακτικά, από την μια πλευρά έχουμε την ΝΔ που επιδιώκει την αυτοδυναμία, δηλώνοντας ότι θα προσφύγει σε επαναληπτικές εκλογές για να το πετύχει, αποκλείοντας έτσι κάθε πιθανότητα συνεργασίας την πρώτη Κυριακή.
Από την άλλη πλευρά έχουμε τον ΣΥΡΙΖΑ που μιλά για μια νεφελώδη και αόριστη προοδευτική συνεργασία, χωρίς να διευκρινίζει σε ποια ζητήματα. Γιατί προφανώς το ΠΑΣΟΚ δεν πιστεύει ούτε στον έλεγχο «των αρμών της εξουσίας», ούτε στην κατάργηση των Ανεξάρτητων Αρχών. Ενώ έχουμε διατυπώσει σαφώς τις θέσεις μας για την εξωτερική και αμυντική πολιτική της χώρας και γι’ αυτό, έχουμε υπερψηφίσει τις συμφωνίες με Γαλλία και ΗΠΑ.
Παράλληλα ο κ. Τσίπρας δηλώνει ότι ναι μεν επιθυμεί προοδευτική συνεργασία, αλλά δεν μπορεί να υπάρξει Κυβέρνηση ηττημένων, όταν το κόμμα του- όπως όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν – ότι υπολείπεται αρκετών μονάδων της ΝΔ.
Αυτό που συμπεραίνουμε από την στάση και των δύο κομμάτων, είναι ότι κανείς δεν ενδιαφέρεται για συνεργασία και το μόνο τους μέλημα είναι το πως θα αλιεύσουν ψηφοφόρους από την εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ. Εμείς αυτό δεν θα το επιτρέψουμε.
Ο σκοπός των εκλογών είναι η ανάδειξη μια σταθερής Κυβέρνησης, που θα πάει μπροστά την χώρα και τον λαό που υποφέρει μετά από 12 χρόνια κρίσης και όχι αν θα είναι Πρωθυπουργός ο κ. Μητσοτάκης ή ο κ. Τσίπρας.
Εμείς δεν βλέπουμε τις εκλογές όπως η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ. Εμείς, προτάσσοντας το εθνικό συμφέρον, όπως έκανε πάντα και με πολιτικό κόστος το ΠΑΣΟΚ, προσκαλούμε σε μια συζήτηση ώστε να βγει Κυβέρνηση από τις πρώτες εκλογές. Γι’ αυτό ζητούμε μια ισχυρή τρίτη εντολή, όπως προβλέπει το άρθρο 37 του Συντάγματος, προκειμένου πάνω σε θέσεις και προτάσεις με ξεκάθαρες κόκκινες γραμμές (όπως η αύξηση μισθών και συντάξεων) να συζητήσουμε, ακόμα και για τα πρόσωπα.
Αυτή τη στιγμή έχουμε μια Κυβέρνηση η οποία βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο λόγω του ανεπίτρεπτου σκανδάλου των παρακολουθήσεων και της θεσμικής εκτροπής των υποκλοπών, ενώ από την άλλη έχουμε μια Αξιωματική Αντιπολίτευση η οποία δίνει το «φιλί της ζωής» στην Κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη. Το έκανε πριν από τέσσερις ημέρες με την κατάθεση πρότασης δυσπιστίας, βοηθώντας την Κυβέρνηση να συσπειρωθεί και να βγει από την δύσκολη θέση που βρισκόταν. Παράλληλα προέβη σε υβριστικούς και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς απέναντι στο ΠΑΣΟΚ και ως επιστέγασμα των παραπάνω έρχεται η αντιθεσμική και αντικοινοβουλευτική απόφαση αποχής από τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες.
Δεν νομίζω ότι κατανοεί κανείς αυτή την απόφαση, είναι πολιτικός ακτιβισμός επιπέδου δεκαπενταμελούς. Η Αξιωματική Αντιπολίτευση, όπως και όλη η αντιπολίτευση, οφείλει να είναι παρούσα στη Βουλή, να κάνει σκληρή κριτική στην Κυβέρνηση και να μην της αφήνει ελεύθερο χώρο, ειδικά σε αυτήν Κυβέρνηση που όλοι βλέπουμε τις τεράστιες ευθύνες που έχει ειδικά για τα θεσμικά της ατοπήματα και για την διαχείριση της κρίσης.
Εμείς βλέπουμε τον ελληνικό λαό να μην θέλει την Κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, έχοντας περάσει κάτω από τον πήχη στην διαχείριση όλων των κρίσεων. Όπως βλέπουμε και ποιο είναι το κοινωνικό αποτύπωμα της διακυβέρνησης του κ. Τσίπρα και το πόσο ακριβά πλήρωσε ο λαός το τίμημα της.
Χρειάζεται λοιπόν πολιτικό οξυγόνο και αυτό μπορεί να το παρέχει το ΠΑΣΟΚ με ένα άλλο μοντέλο σοσιαλδημοκρατικής διακυβέρνησης.»