Χθες το πρωί ήμουν καλεσμένη του Γιώργου Πίκουλα και της Μαρίας Γεωργίου στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΑ. Κατά την συζήτηση μας αναφερθήκαμε στις εξαγγελίες του Πρωθυπουργού στην ΔΕΘ, τις υγειονομικές συνθήκες έναρξης της σχολικής χρονιάς καθώς και τις επερχόμενες πολιτικές διεργασίες στο Κίνημα Αλλαγής.
Σχετικά με τις υγειονομικές συνθήκες με τις οποίες ξεκίνησε η σχολική χρονιά σημείωσα:
«Θα σας μιλήσω ως μητέρα. Ανησυχώ πάρα πολύ. Τα πρωτόκολλα τα οποία έχουν οριστεί για την καινούρια χρονιά προκαλούν νομίζω ανησυχία και στους μαθητές και στους γονείς. Ακόμα και ειδικοί επιστήμονες βγήκαν και πρότειναν στην Κυβέρνηση να τα επανεξετάσει. Είναι κοινή λογική νομίζω ότι είναι επικίνδυνο, να πρέπει να αρρωστήσει η μισή και επιπλέον τάξη για να κλείσει. Φοβάμαι ότι τότε θα είναι πάρα πολύ αργά. Αυτό ενέχει ένα σοβαρό κίνδυνο.
Επίσης δεν βλέπουμε και φέτος να υπάρχει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για το πως θα μπορέσει να διασφαλιστεί η πιο ομαλή λειτουργία των σχολείων. Δηλαδή η Κυβέρνηση και το Υπουργείο Παιδείας έχει εναποθέσει όλο το θέμα της διαχείρισης της εκπαίδευσης, στα self-tests. Ενώ οι τάξεις παραμένουν ασφυκτικά γεμάτες, ενώ το πρωτόκολλο για να κλείσει ένα τμήμα είναι πάρα πολύ χαλαρό έως επικίνδυνο»
Αναφορικά με τις εξαγγελίες του Πρωθυπουργού στην Δ.Ε.Θ. είπα:
«Μετά από δύο χρόνια διακυβέρνησης της ΝΔ και έχοντας εισέλθει η Κυβέρνηση σ’ ένα κύκλο φθοράς, μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές του καλοκαιριού, δεν μπορεί κανείς ν’ αδικήσει την αντιπολίτευση όταν λέει ότι υπάρχει ενδεχόμενο εκλογών και ότι έχουν οσμή προεκλογικών παροχών όσα εξήγγειλε ο κύριος Μητσοτάκης.
Επί της ουσίας δεν είδαμε να υπάρχουν οραματικά, στρατηγικά σημεία για την πορεία της χώρας και μεταρρυθμίσεις στην ομιλία του Πρωθυπουργού. Αντί γι’ αυτό αρκέστηκε μόνο σε προεκλογικές παροχές και μέτρα προσωρινού χαρακτήρα. Αυτό δημιουργεί εύλογες επιφυλάξεις και σε κάποιο βαθμό δείχνει ποια είναι η πρόθεση του κυρίου Μητσοτάκη, όσο και αν το διαψεύδει.
Σαφώς και υπήρξαν μέτρα τα οποία έχουν ένα θετικό αποτύπωμα, όπως το θέμα με τις γονικές παροχές ή το θέμα των gigabytes στην νεολαία. Από εκεί και πέρα υπάρχουν κενά που δεν απαντούν στα τρέχοντα, ουσιαστικά ζέοντα ζητήματα.
Επί παραδείγματι, ένα ζήτημα που καίει την οικονομία της χώρας μας έχει να κάνει με τις χιλιάδες επιχειρήσεις, η οποίες βρίσκονται μπροστά σε πολύ σοβαρά προβλήματα, όπως είναι οι συσσωρευμένες οφειλές προς την Εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία. Είναι ένα ζήτημα που εντοπίζει όλος ο επιμελητηριακός κόσμος της χώρας και λένε ότι το 25 με 30% των επιχειρήσεων αντιμετωπίζουν προβλήματα βιωσιμότητας.
Το Κίνημα Αλλαγής επανειλημμένα έχουμε τονίσει την σοβαρότητα του προβλήματος που απαιτεί συγκεκριμένες λύσεις, όχι υποσχεσιολογία.»
Σχετικά με το εκλογικό δίλημμα που έθεσε ο κύριος Μητσοτάκης είπα:
«Δεν με εκπλήσσει το δίλημμα που έθεσε ξεκάθαρα ο κύριος Μητσοτάκης. Στα δύο χρόνια της διακυβέρνησης της ΝΔ, δεν είδα ουσιαστική προσπάθεια να βρεθούν συναινέσεις σε κρίσιμα ζητήματα. Πιο πολύ θα έβλεπα ένα επικοινωνιακό τρόπο διαχείρισης, μια δήθεν συναίνεση πάνω σε σοβαρά νομοσχέδια παρά μια ουσιαστική διάθεση για κάτι τέτοιο. Άρα γιατί να είναι κάτι διαφορετικό, όσον αφορά τις εκλογές;
Γι’ εμένα ο στόχος του Κινήματος Αλλαγής είναι ένας: Πως θα μπορέσουμε να δυναμώσουμε την φωνή μας. Πως θα μπορέσουμε να πείσουμε όσους περισσότερους ανθρώπους από το χώρο του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς, να μας εμπιστευτούν ξανά, κάνοντας μια πολύ μεγάλη επανεκκίνηση και μέσα από τις εσωτερικές μας διεργασίες και διαδικασίες.
Η Πρόεδρος ανακοίνωσε την επίσπευση των διαδικασιών γιατί δεν ζούμε μέσα σε πολιτικό κενό. Μπορεί να είναι μια εκλογική χρονιά και το Κίνημα Αλλαγής οφείλει και πρέπει να είναι έτοιμο, με μια επανεκκίνηση στην στρατηγική του, την πολιτική του αλλά και σε επίπεδο ηγεσίας.
Από την άλλη είναι χρήσιμο για την χώρα να υπάρχει ισχυρή αντιπολίτευση με μια σοβαρή φωνή, που θα κάνει πραγματικό έλεγχο και που θα αποτελέσει τον προοδευτικό αντίποδα, σε μια Κυβέρνηση που, δυστυχώς, οι μέχρι στιγμή οι επιλογές τις είναι βαθιά συντηρητικές.»
Ερωτώμενη σχετικά με το ενδεχόμενο μετεκλογικών συνεργασιών είπα:
« Δεν θα μπω σ’ αυτό το δίλημμα. Γι’ εμένα το πρώτο, το οποίο πρέπει το οποίο πρέπει να στοχεύσει το Κίνημα Αλλαγής και το ΠΑΣΟΚ , είναι η ενδυνάμωση των ποσοστών του. Η ενδυνάμωση της φωνής του, των πολιτικών του, των προτάσεων του και πως θα μπορέσει να τις επιβάλει δημιουργικά και χρήσιμα για τους Έλληνες πολίτες στην επόμενη Κυβέρνηση. Αυτό είναι το στοίχημα και σ’ αυτό το ερώτημα πρέπει ν’ απαντήσουμε.
Έχουμε πάρα πολλά στάδια μέχρι τις εκλογές. Προσωπικά νομίζω ότι το επίκεντρο των προσπαθειών που πρέπει να γίνουν στο χώρο μας, έχουν να κάνουν με την επανεκκίνηση μέσα από τις εσωτερικές μας διαδικασίες, που θα μπορέσει να δώσει το έναυσμα στη νέα αρχή που οφείλουμε και πρέπει να κάνουμε.»
Σε ερώτηση για την στασιμότητα των δημοσκοπικών ποσοστών του Κινήματος Αλλαγής, είπα:
« Το Κίνημα Αλλαγής στην παρούσα φάση φαίνεται να είναι κολλημένο σ’ ένα μονοψήφιο ποσοστό, την ίδια ώρα που βλέπουμε την Κυβέρνηση να έχει αρχίσει να έχει σοβαρές, σοβαρότατες φθορές λόγο και των καταστροφικών πυρκαγιών. Αλλά και την Αξιωματική Αντιπολίτευση, τον ΣΥΡΙΖΑ, να μην έχει μια πειστική αντιπρόταση και να παρουσιάζει μείωση των ποσοστών του, άρα να έχει σημαντικές διαρροές. Τώρα είναι η ώρα που εμείς πρέπει να αξιοποιήσουμε αυτή την συγκυρία.
Φοβάμαι ότι έχουμε αφήσει στον χώρο του Κέντρου, μόνο τον κύριο Μητσοτάκη, αυτό κατά την γνώμη μου είναι ένα στρατηγικό λάθος το οποίο έχουμε κάνει. Νομίζω ότι αυτό που πρέπει να γίνει, είναι το Κίνημα Αλλαγής να επανακατακτήσει τον χώρο του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς. Πρέπει να δώσουμε σοβαρές απαντήσεις σ’ αυτό τον κόσμο, που θέλει να δει ουσιαστικές αλλαγές για την Ελλάδα του μέλλοντος, της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης, να συζητήσουμε σοβαρά για την κλιματική αλλαγή, με συγκεκριμένες λύσεις και προτάσεις. Να μιλήσουμε για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, όχι επικοινωνιακή διαχείριση ή δήθεν μεταρρυθμίσεις που κάνει αυτή η Κυβέρνηση, πειράζοντας χρόνιες παθογένειες αλλά με τρόπο ανεπαρκή ή επικοινωνιακό.»
Αναφερόμενη στις επικείμενες εσωκομματικές διαδικασίες και τα χαρακτηριστικά της νέας ηγεσίας του Κινήματος Αλλαγής, τόνισα:
« Δεν μπορώ να γνωρίζω αν θα υπάρξουν και άλλες υποψηφιότητες. Ιδεολογικά νομίζω ότι υπάρχει μια κάλυψη όλων των πλευρών. Τα ζητούμενο είναι να γίνει μια ενδιαφέρουσα, συνθετική διαδικασία, που ο κάθε υποψήφιος θα παρουσιάσει ποιες είναι οι πολιτικές του θέσεις και προτάσεις, και θα σφυρηλατηθεί ακόμα περισσότερο η ενότητα μας.
Όσον αφορά τα πολιτικά χαρακτηριστικά τα οποία κατά την γνώμη μου οφείλει να έχει η επόμενη ηγεσία του χώρου, είναι η σύνθεση χωρίς να μένουν στην άκρη ή απ’ έξω οι δημιουργικές δυνάμεις του κόμματος. Να είναι μια φωνή δυνατή. μια φωνή που τοποθετείται ξεκάθαρα σ’ όλες τις δύσκολες στιγμές. Μια φωνή η οποία να είναι πάντα παρούσα και να αποπνέει γνώση, εμπειρία, θάρρος. Που θα μπορεί να εκφράσει τις δυνάμεις του Κέντρου, της Κεντροαριστεράς, των μεταρρυθμίσεων, των σοβαρών και ουσιαστικών αλλαγών που πρέπει να κάνει η χώρα σ’ αυτή την τόσο δύσκολη συγκυρία.
Στην καρδιά όλων μας είναι το ΠΑΣΟΚ. Μου το λέει ο κόσμος που συναντώ στην Δυτική Αθήνα και μου ζητά να το επαναφέρουμε. Όμως θέλω να είμαι δίκαιη, το πρόβλημα δεν είναι απλά το όνομα, που σημειολογικά είναι πολύ σημαντικό. Εξίσου σημαντικό όμως είναι να το πως θα βρούμε την περπατησιά μας. Τι λέμε στον κόσμο και ειδικά στους νέους ανθρώπους. Τα προβλήματα είναι περισσότερα από το να δίνουμε gigabytes που είναι θετικό μεν, αλλά όλοι καταλαβαίνουμε την προσωρινότητα και το πόσες λίγες απαντήσεις δίνει στα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας.»