Στην επί της αρχής συζήτηση του Νομοσχεδίου του Υπουργείου Δικαιοσύνης για την εφαρμογή του Κανονισμού της ΕΕ για την σύσταση της Eυρωπαϊκής Eισαγγελίας και άλλες διατάξεις, την Παρασκευή 12 Μαρτίου 2021, τοποθετήθηκε η βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής Νάντια Γιαννακοπούλου.
Ξεκινώντας την ομιλίας της, η βουλευτής αναφέρθηκε στην πολιτική επικαιρότητα των τελευταίων ημερών, τονίζοντας ότι δυστυχώς οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας ακόμα δεν έχουν λύσει βασικά ζητήματα συνεννόησης μεταξύ τους, που όλοι οι Έλληνες πολίτες, θα θεωρούσαν απολύτως αυτονόητα.
Και βεβαίως τίθενται ξεκάθαρα ζητήματα δημοκρατίας, όταν βουλευτές κομμάτων της Ελληνικής Βουλής εμφανίζονται σε ρόλους περιφρούρησης καταλήψεων, οι οποίες είναι εκ του νόμου παράνομες. Ή όταν στελέχη κομμάτων δηλώνουν, για παράδειγμα, ότι εάν εφαρμοστεί ο νόμος Κεραμέως, θα γίνεται «της Νίκαιας» κάθε μέρα.
Η κα Γιαννακοπούλου, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στις τακτικές αυτές λέγοντας ότι: «Δείχνουν ότι, δυστυχώς, δεν έχουμε διδαχθεί τίποτα από τις παραδόσεις της κεντροαριστεράς, οι οποίες συμπυκνώνονται σ’ αυτό το οποίο είχε πει ο Ηλίας Ηλιού «θα τους ταράξουμε στη νομιμότητα». Και μάλιστα, σε πολύ πιο δύσκολες συνθήκες για τη δράση της Αριστεράς. Γιατί δημοκρατία σημαίνει, πρωτίστως, και πάνω απ’ όλα, σεβασμός στους νόμους που ψηφίζει το Ελληνικό Κοινοβούλιο.»
Επιπλέον, η βουλευτής τόνισε ότι: «Δεν είναι δυνατόν, την κρίσιμη περίοδο, με τα κρούσματα του κορωνοϊού να καλπάζουν, με την οικονομική κρίση να διογκώνεται καθημερινά, να δίνεται η εικόνα μιας πλήρους ασυνεννοησίας ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις. Τις πληρώσαμε αυτές τις τακτικές, όταν άλλες χώρες έβγαιναν από τα μνημόνια μέσα σε δύο και τρία χρόνια, επειδή συνεννοούνταν μεταξύ τους και σε εμάς, εδώ πέρα στην Ελλάδα, μας πήρε πάνω από δέκα χρόνια λόγω του διχαστικού λόγου, λόγω της έντασης, λόγω των ψευδαισθήσεων που είχαν κάποιοι.»
Κλείνοντας, χαρακτήρισε αδιανόητο το γεγονός να αμφισβητείται ευθέως η ύπαρξη κράτους δικαίου στην Ελλάδα, ιδιαίτερα, επειδή δεν παραβιάζεται το νομοθετικό πλαίσιο χαριστικά για έναν καταδικασμένο κατά συρροήν δολοφόνο και τρομοκράτη και να εμφανίζεται έντεχνα ότι δήθεν η δημοκρατία εκδικείται. Όπως αδιανόητο είναι, επίσης, να γίνονται επί ένα ολόκληρο μήνα συγκεντρώσεις με τη στήριξη κοινοβουλευτικών δυνάμεων, χωρίς να υπολογίζεται το υγειονομικό κόστος, για το όποιο κατά τα άλλα φωνάζουν.
«Όλα αυτά χρειάζεται να αντιμετωπιστούν γιατί πάρα πολύ φοβάμαι, ότι ορισμένοι, όπως μέσα στο κίνημα των αγανακτισμένων δεν έβλεπαν ότι ζέσταιναν το αυγό του φιδιού, τώρα πρέπει να καταλάβουν ότι ζεσταίνονται άλλα επικίνδυνα για τη δημοκρατία εκτρώματα.»
Το βίντεο της ομιλίας:
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της τοποθέτησης:
Ευχαριστώ πολύ κύριε Πρόεδρε.
Κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ξέρετε, σκεφτόμουν ότι συζητούμε άλλο ένα νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης σήμερα, αλλά, όπως φαίνεται, δεν έχουμε λύσει βασικά ζητήματα συνεννόησης μεταξύ μας, που θα θεωρούσα, όχι απλά εγώ, νομίζω όλοι οι Έλληνες πολίτες, θα θεωρούσαμε απολύτως αυτονόητα.
Συζητάμε στις Επιτροπές, συζητάμε στην Ολομέλεια και τελικά, ψηφίζονται νομοσχέδια, κατά πλειοψηφία, επομένως, υπάρχουν οι νόμοι της Ελληνικής Πολιτείας, του Ελληνικού Κράτους. Και ξέρετε, δεν έχει σημασία εάν συμφωνούμε ή εάν διαφωνούμε, γιατί υπάρχει η αρχή της πλειοψηφίας, που υπάρχει στις δημοκρατίες.
Τίθενται, όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τίθενται ξεκάθαρα ζητήματα δημοκρατίας, όταν βουλευτές κομμάτων της Ελληνικής Βουλής εμφανίζονται σε ρόλους περιφρούρησης καταλήψεων, οι οποίες είναι εκ του νόμου παράνομες. Ή που στελέχη κομμάτων δηλώνουν, για παράδειγμα, ότι εάν εφαρμοστεί ο νόμος Κεραμέως, θα γίνεται «της Νίκαιας» κάθε μέρα.
Προσωπικά εγώ, αλλά και το Κίνημα Αλλαγής, δεν ψηφίσαμε – δεν ξέρω εάν με ακούτε κύριε Υπουργέ -προσωπικά εγώ, αλλά και το Κίνημα Αλλαγής, δεν ψηφίσαμε το νόμο. Είχαμε εντονότατες αντιρρήσεις, διαφοροποιήσεις, είχαμε επιφυλάξεις, αλλά οι συμπεριφορές τις οποίες ανέλυσα πιο πριν και οι δηλώσεις, είναι, δυστυχώς, βαθύτατα αντιδημοκρατικές.
Αυτές οι τακτικές, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δείχνουν ένα πράγμα. Δείχνουν ότι, δυστυχώς, δεν έχουμε διδαχθεί τίποτα από τις παραδόσεις της κεντροαριστεράς, οι οποίες συμπυκνώνονται σ’ αυτό το οποίο είχε πει ο Ηλίας Ηλιού «θα τους ταράξουμε στη νομιμότητα». Και μάλιστα, σε πολύ πιο δύσκολες συνθήκες για τη δράση της Αριστεράς. Γιατί δημοκρατία σημαίνει, πρωτίστως, και πάνω απ’ όλα, σεβασμός στους νόμους που ψηφίζει το Ελληνικό Κοινοβούλιο. Διαφορετικά, αναιρείται ο ίδιος ο ρόλος του Κοινοβουλίου ως νομοθετικής εξουσίας και ως του πιο βασικού πυλώνα, ενός από τους πιο βασικούς πυλώνες της δημοκρατίας μας.
Και βεβαίως δεν μπορεί, δεν γίνεται, σ΄ αυτή την κρίσιμη περίοδο, με τα κρούσματα του κορωνοϊού να καλπάζουν, με την οικονομική κρίση να διογκώνεται καθημερινά, να δίνεται η εικόνα μιας πλήρους ασυνεννοησίας ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις. Τις πληρώσαμε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτές τις τακτικές, όταν άλλες χώρες έβγαιναν από τα μνημόνια μέσα σε δύο και τρία χρόνια, επειδή συνεννοούνταν μεταξύ τους και σε εμάς, εδώ πέρα στην Ελλάδα, μας πήρε πάνω από δέκα χρόνια λόγω του διχαστικού λόγου, λόγω της έντασης, λόγω των ψευδαισθήσεων που είχαν κάποιοι.
Και τώρα τι κάνουμε; Τώρα ουσιαστικά ζούμε σε έναν νέο γύρο προσπάθειας για να δημιουργηθεί ένα αντίστοιχο πλαίσιο είτε με μία συζήτηση γύρω από τον κ. Κουφοντίνα είτε για το ένα θέμα είτε για το άλλο; Είναι αδιανόητο δε και θέλω να το πω από εδώ, από το βήμα της Ελληνικής Βουλής, από το βήμα της Γερουσίας, είναι αδιανόητο να αμφισβητείται ευθέως η ύπαρξη κράτους δικαίου στην Ελλάδα, ιδιαίτερα, επειδή δεν παραβιάζεται το νομοθετικό πλαίσιο χαριστικά για έναν καταδικασμένο κατά συρροήν δολοφόνο και τρομοκράτη και να εμφανίζεται έντεχνα ότι δήθεν η δημοκρατία εκδικείται. Και βεβαίως είναι, επίσης, αδιανόητο να γίνονται επί ένα ολόκληρο μήνα συγκεντρώσεις με τη στήριξη κοινοβουλευτικών δυνάμεων, χωρίς να υπολογίζεται το υγειονομικό κόστος, για το όποιο κατά τα άλλα φωνάζουν. Αναλαμβάνουν, βέβαια, κάποιοι το ρίσκο, έτσι μας έχουν πει.
Σ΄ αυτά, λοιπόν, τα φαινόμενα και να κλείσω με αυτήν τη γενική εισαγωγή για να μπω στο νομοσχέδιο, χρειάζονται καθαρές κουβέντες και όχι πολιτικό κρυφτό. Όλα αυτά χρειάζεται να αντιμετωπιστούν γιατί πάρα πολύ φοβάμαι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι ορισμένοι, όπως μέσα στο κίνημα των αγανακτισμένων δεν έβλεπαν ότι ζέσταιναν το αυγό του φιδιού, τώρα πρέπει να καταλάβουν ότι ζεσταίνονται άλλα επικίνδυνα για τη δημοκρατία εκτρώματα.
Ερχόμενη, λοιπόν, στο σημερινό νομοσχέδιο, κύριε Υπουργέ, το άρθρο 86 της Συνθήκης της Λισαβόνας προέβλεψε την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελικής Αρχής. Ο νέος αυτός οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιος για την έρευνα, για τη δίωξη, για την παραπομπή ενώπιον της δικαιοσύνης δραστών αξιόποινων πράξεων, οι οποίες θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η σπουδαιότητα για την σωστή εφαρμογή των διατάξεων αυτού του κανονισμού γίνεται εύκολα αντιληπτή εάν αναλογιστούμε ότι αυτό το σχέδιο νόμου έρχεται και σε μία εξαιρετικά κρίσιμη συγκυρία για την ελληνική οικονομία και γενικά για την κατάσταση η οποία επικρατεί στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης λόγω της πανδημίας.
Άρα, ως προς το πρώτο κεφάλαιο, κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σχετικά με την ευρωπαϊκή οδηγία, ναι θεωρούμε ότι κινείται προς την σωστή κατεύθυνση. Άλλωστε ως Κίνημα Αλλαγής για εμάς είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι ανέκαθεν επιζητούμε, επιδιώκουμε την πλήρη εφαρμογή των ευρωπαϊκών οδηγιών, πάντα με ορθό τρόπο, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και τασσόμαστε υπέρ κάθε πρωτοβουλίας, η οποία υπερασπίζει την νομική, πολιτική, οικονομική βάση και τις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πάμε τώρα στο κεφάλαιο, το δεύτερο κεφάλαιο, για τις ρυθμίσεις και για τη λειτουργία των δικαστηρίων. Θα μου επιτρέψετε, κύριε Υπουργέ και ως υπεύθυνη του κοινοβουλευτικού τομέα εργασίας για την δικαιοσύνη του Κινήματος Αλλαγής, να θίξω για ακόμη μία φορά την κρισιμότητα των ημερών και πλέον μηνών που διανύουμε σε σχέση με τη λειτουργία της δικαιοσύνης. Βρισκόμαστε στα μέσα του Μάρτη του 2021, ένα ολόκληρο χρόνο μετά την σχεδόν πλήρη αναστολή των δικαστηρίων στη χώρα μας. Η συνεχιζόμενη αυτή αναστολή της λειτουργίας των δικαστηρίων, των εισαγγελειών, των υποθηκοφυλακείων, των κτηματολογικών γραφείων όλης της χώρας έχει προκαλέσει αναμφισβήτητα, κύριε Υπουργέ, ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη και ενδεχομένως και συνταγματικές υπερβάσεις και αυτό είναι μια αλήθεια.
Όσον αφορά στο Δικηγορικό Σώμα, εδώ και δώδεκα μήνες, πλέον, ζητά με επιμονή από την κυβέρνηση, μία ουσιώδη στήριξη.Αντ΄ αυτού, δυστυχώς, κύριε Υπουργέ, από τη μεριά σας, λαμβάνει πλήρη αδιαφορία. Τα πάγια αιτήματα της ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων, των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδας, που εκφράζουν την εύλογη αγωνία την οποία έχουν, για την επαγγελματική επιβίωση χιλιάδων ανθρώπων και των οικογενειών τους, ανά τη χώρα, δεν έχουν ικανοποιηθεί, ούτε στο ελάχιστο. Την ίδια στιγμή, που συγκριτικά στοιχεία, από άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καταδεικνύουν ότι στις άλλες ευρωπαϊκές έννομες τάξεις, δεν υπήρξε παρόμοιας έκτασης αναστολή.
Και εδώ πέρα δεν είναι απλά συντεχνιακό, κύριε Υπουργέ, το ζήτημα, αν το βλέπουν κάποιοι έτσι, που δεν είναι. Έχει να κάνει και με το γενικότερο κοινωνικό σύνολο. Δεν πρέπει λοιπόν, κύριε Υπουργέ, να βλέπουμε ότι, ουσιαστικά, η αναστολή λειτουργίας της δικαιοσύνης πλήττει, ουσιωδώς, το συνταγματικό δικαίωμα του Έλληνα πολίτη στην απονομή δικαιοσύνης και ειδικότερα, το δικαίωμα των πιο ευάλωτων πολιτών, που βρίσκουν στη δικαιοσύνη το αποκούμπι. Αυτό είναι η δικαιοσύνη.
Η αναβολή, λοιπόν χιλιάδων υποθέσεων κάθε είδους και η μη δυνατότητα πραγματοποίησης, πάσης φύσης, διαδικαστικής, επίσης, πράξης -γιατί έχουμε και αυτό- ενώπιον κάθε σχετικής υπηρεσίας, παραβιάζει κατάφωρα τη βασική αρχή της απρόσκοπτης και συνεχούς λειτουργίας των δημοσίων υπηρεσιών και δη αυτών, που ανήκουν στον πολύ σκληρό πυρήνα της πολιτειακής λειτουργίας, όπως είναι και τα δικαστήρια. Η πανδημία και οι συνέπειες αυτής στον τρόπο λειτουργίας της δικαιοσύνης, ανέδειξαν, λοιπόν, την ανάγκη για θέσπιση νέων διατάξεων, που αφορούν στο σύνολο της καθημερινής λειτουργίας των δικαστηρίων.
Ως εκ τούτου, λοιπόν, το Κίνημα Αλλαγής, είναι, είμαστε θετικοί σε κάθε νομοθετική πρωτοβουλία, η οποία αφενός, εξυπηρετεί τις ανάγκες της παρούσας υγειονομικής κατάστασης, αφετέρου αποσκοπεί στην επίλυση των χρόνιων καθημερινών δυσλειτουργιών, οι οποίες έχουν αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια, από το σύνολο των φορέων της δικαιοσύνης.
Όμως, πλην των δύο αυτών σημείων του νομοσχεδίου, στα οποία, ναι είμαστε ξεκάθαρα θετικοί, κύριε Υπουργέ, υπάρχουν πολύ σοβαρά ζητήματα, τα οποία δημιουργούν, προκαλούν εύλογα ερωτήματα και χρήζουν σοβαρών διευκρινίσεων. Και εμείς θα τα αναδείξουμε και θα ζητήσουμε με συγκεκριμένες αντιπροτάσεις, να τα τροποποιήσετε ή ακόμα και να τα αντικαταστήσετε, κύριε Υπουργέ.
Για παράδειγμα, στο άρθρο 21, το οποίο αναφέρεται στην αύξηση των οργανικών θέσεων των δικαστικών λειτουργών, πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης. Πέραν της αύξησης στο ανώτατο και στα ανώτερα δικαστήρια της χώρας, παρατηρείται ότι, οι θέσεις του συνολικού αριθμού εισαγγελέων πρωτοδικών, αυξάνονται μόνο κατά τέσσερις. Βεβαίως και είναι θετικό, κύριε Υπουργέ. Η κάθε αύξηση του αριθμού των δικαστών, βεβαίως, είναι θετική. Όμως, δεν είναι δυνατόν. Δεν είναι δυνατόν να μη γνωρίζετε ότι το βάρος και ο τεράστιος φόρτος εργασίας, στις Εισαγγελίες Πρωτοδικών της χώρας, δεν μπορεί να επιλυθεί, απλά, με τέσσερις νέες οργανικές θέσεις. Δεν γίνεται. Θα μας εξηγήσετε. Μην αυτό προδίδεστε για τις συνεννοήσεις που έχετε με τους δικαστές. Γιατί εδώ πέρα δημιουργούνται άλλα ερωτήματα. Να το λάβετε, λοιπόν, σοβαρά υπόψη, γιατί καταλαβαίνετε ότι θα πρέπει να είστε πιο γενναίοι. Ειδικά με τα δικαστήρια, τα οποία φορτώνονται το μεγαλύτερο όγκο των υποθέσεων, όπως είναι τα πρωτοδικεία.
Θα μου επιτρέψετε τώρα να αναφερθώ -και θα χρειαστώ λίγο περισσότερο χρόνο, κύριε Πρόεδρε- στα όσα προβλέπονται στο άρθρο 24. Καταπληκτικές πρωτοτυπίες, πραγματικά, για τον περιορισμό στον αριθμό των σελίδων των δικογράφων και των ενδίκων βοηθημάτων, των πρόσθετων λόγων και των υπομνημάτων, που κατατίθενται στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Πραγματικά δεν ξέρω τι να πω γι’ αυτό, κύριε Υπουργέ, το καταπληκτικό, το οποίο σκεφτήκατε, για τον κόφτη, έτσι θα μπορούσαμε να το πούμε. Είναι ένας κόφτης στην έκταση των δικογράφων, ο οποίος σε συνέχεια της πρότασης περί χρονικού περιορισμού των αγορεύσεων ενώπιον του Σ.τ.Ε.. Γιατί, τελικά μπορεί να προκαλεί θυμηδία, αλλά είναι πάρα πολύ σοβαρό ζήτημα, κύριε Υπουργέ, αποτελεί κατάφωρη παραβίαση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας, που περιλαμβάνει και την πλήρη και αποτελεσματική ανάπτυξη των επιχειρημάτων.
Η Κυβέρνησή σας και εσείς, κύριε Υπουργέ, και απορώ πώς είδε συναίνεση ο Εισηγητής της Πλειοψηφίας, δεν φαίνεται να έχετε λάβει υπόψιν καμία, μα καμία αντίδραση των αρμόδιων φορέων, ούτε της Συντονιστικής της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος, η οποία χαρακτηρίζει την προωθούμενη προς ψήφιση διάταξη, ως μία παράλογη πρωτοτυπία, που δύσκολα απαντάται σε άλλες έννομες τάξεις.
Αντίθετα, βάσει της Αιτιολογική Έκθεσης του νομοσχεδίου, το οποίο μας παρουσιάζετε, η προτεινόμενη διάταξη υπαγορεύθηκε, όπως λέτε, από την παρατήρηση ότι ολοένα και συχνότερα κατατίθενται στο Συμβούλιο της Επικρατείας δικόγραφα υπερβολικού μεγέθους.
Ακούστε, κύριε Υπουργέ, πρέπει να καταλάβετε κάτι, πρέπει να καταλάβετε ότι ένα δικόγραφο δεν είναι ούτε τηλεγράφημα, δεν είναι ούτε ιατρική συνταγή. Αυτό πρέπει να το καταλάβετε. Χρειάζεται να περιλαμβάνει το ιστορικό, χρειάζεται να περιλαμβάνει τη νομική βάση, χρειάζεται να περιλαμβάνει τη νομολογία και όλα αυτά και αυτόν τον κόφτη δεν μπορεί κανείς, μα κανείς να τον επιβάλει.
Και αναρωτιέμαι ποιος είναι ο λόγος που το δικόγραφο ενώπιον του Σ.τ.Ε πρέπει λοιπόν να περιορίζεται στις 20 ή στις 30 σελίδες. Για ποιο λόγο το κάνετε, ποιος είναι στόχος; Κάτι το οποίο να πείσει, τουλάχιστον να μπορεί να ακουστεί.
Ουσιαστικά, δηλαδή, με αυτήν την απαράδεκτη ρύθμιση μας λέτε, ότι ο λόγος των καθυστερήσεων οφείλεται στην έκταση των δικογράφων των δικηγόρων; Αυτό λέτε αυτήν τη στιγμή, ότι αυτό είναι η αιτία του μεγαλύτερου προβλήματος, το οποίο αντιμετωπίζει η Ελληνική Δημοκρατία, δηλαδή την καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης; Φταίνε οι δικηγόροι, φταίνε τα μεγάλα δικόγραφα; Δεν υπάρχει κάτι άλλο; Είναι τόσο ρηχή και κοντόθωρη η αντίληψη της Κυβέρνησης γι’ αυτό το τόσο σοβαρό ζήτημα;
Είναι, λοιπόν, απαράδεκτο, έχει πολύ σοβαρά ζητήματα αντισυνταγματικότητας, δεν συμβαδίζει σε καμία απολύτως περίπτωση η διάταξη με την νομική μας παράδοση και το νομικό μας πολιτισμό και βεβαίως ως προς την παροχή αποτελεσματικής έννομης προστασίας. Θα μιλήσω πολύ πιο αναλυτικά στην επί των άρθρων συζήτηση.
Ως προς το Κεφάλαιο Γ΄, σε σχέση με το άρθρο 32, το οποίο αφορά στην παραχώρηση των καταστημάτων κράτησης στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη από το ΤΑΧΔΙΚ. Θα επαναλάβω για μία φορά, κύριε Υπουργέ, τις αρχικές μας ξεκάθαρες αντιδράσεις που εκφράσαμε, ως Κίνημα Αλλαγής, ήδη από το καλοκαίρι του 2019, ότι η μεταφορά των φυλακών της χώρας από το Υπουργείο Δικαιοσύνης στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη μόνο ως ξεκάθαρα συντηρητική οπισθοδρόμηση μπορεί να χαρακτηριστεί.
Πέραν του ότι ουσιαστικά ανατρέψαμε ένα πολιτικό δημοκρατικό κεκτημένο, δημιουργήσατε και προβλήματα στη διαχείριση των πόρων του ΤΑΧΔΙΚ. Εδώ, ουσιαστικά με αυτό το άρθρο, επιβεβαιώνετε όσα σας είχαμε πει και είχαμε προειδοποιήσει, ήδη από τον Ιούλιο του 2019. Εδώ πέρα όμως τίθεται ένα πάρα πολύ εύλογο ερώτημα, κύριε Υπουργέ, το οποίο δυστυχώς επιβεβαιώνει τις χειρότερες προβλέψεις μας και έχει να κάνει με την λιτή, αλλά πολλά υποκρυπτόμενη τελευταία πρόταση, η οποία αναφέρει χαρακτηριστικά «η διαχείριση και τα έσοδα των ανωτέρω ακινήτων…» δηλαδή, των σωφρονιστικών καταστημάτων, «…περιέρχονται στο ΠΡΟ.ΠΟ».
Αλήθεια, κύριε Υπουργέ, ποια έσοδα αναμένετε από τη διαχείριση των καταστημάτων κράτησης; Μπορείτε να μας ενημερώσετε τι ακριβώς πάει να πει αυτή η διάταξη;
Μπορείτε να μας εξηγήσετε τι ακριβώς εννοείτε για έσοδα από τη διαχείριση των καταστημάτων κράτησης, γιατί εδώ πέρα προφανώς δεν γίνεται κατανοητό;
Άρα,εμείς αντιλαμβανόμαστε ξέρετε ως Κίνημα Αλλαγής την κοινοβουλευτική διαδικασία ως το πιο δημιουργικό κομμάτι του ρόλου μας ως κομμάτι της Αντιπολίτευσης, ίσως και το πιο δυναμικό και θέλουμε δημιουργικά με προτάσεις να μπορούμε να βλέπουμε ποια είναι τα κακώς κείμενα και να συμβάλουμε στην αλλαγή τους.
Το κάνουμε, λοιπόν, και θα το κάνουμε σε όλη την συζήτηση στις Επιτροπές να αναδείξουμε με πολύ συγκροτημένο τρόπο και επιχειρήματα τα κακώς κείμενα που δυστυχώς υπάρχουν σε αυτό το νομοσχέδιο.
Ας μπορέσουμε, όμως, όλοι χωρίς μικροκομματικές σκοπιμότητες, κύριε Υπουργέ, αφουγκραζόμενοι ναι και κάθε θετικό στοιχείο το οποίο εισφέρει αυτό το νομοσχέδιο και κάθε αρνητικό να ακούσετε και εσείς από τη μεριά σας να μην εμμένετε στείρα απλά στις εισηγήσεις των συμβούλων σας, να ακούσετε και να δείτε ποια είναι τα προβληματικά μέρη, ώστε να μπορούμε να κάνουμε το καλύτερο δυνατόν για τους Έλληνες πολίτες που εκπροσωπούμε.
Για αυτό, λοιπόν, επιφυλασσόμεθα επί της αρχής στο παρόν νομοσχέδιο και θα τοποθετηθούμε στην Ολομέλεια.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Δευτερολογία:
Ευχαριστώ πάρα πολύ κύριε Πρόεδρε.
Επειδή ξεκίνησε και έχει γίνει πάρα πολύ κουβέντα για το θέμα του άτυχου αστυνομικού και της τοποθέτησής μας εδώ πέρα. Εμείς ως Κίνημα Αλλαγής, εκφράσαμε από την πρώτη στιγμή τη συμπαράστασή μας στον άτυχο αστυνομικό. Και βεβαίως, για μία ακόμη φορά, στα πλαίσια λειτουργίας της Επιτροπής μας, εκφράζουμε την συμπαράστασή μας και τις ευχές μας για ταχεία ανάρρωση στον άτυχο αστυνομικό.
Ξέρετε, είναι πραγματικά αδιανόητο και νομίζω ότι οφείλουμε να δούμε το ζήτημα και στην ευρύτερη έκτασή του. Είναι αδιανόητο, λοιπόν, η εντεταλμένη, για την εφαρμογή των νόμων στη δημοκρατική πολιτεία μας, Αστυνομία, η εντεταλμένη Αρχή για να εφαρμόζει τους νόμους, η ΕΛ.ΑΣ., να αντιμετωπίζεται ως σάκος του μποξ και να στοχοποιείται με τον τρόπο τον οποίο έχει στοχοποιηθεί.
Θέλω, βέβαια, να είμαι απολύτως ξεκάθαρη και απολύτως σαφής. Δεν αναφέρομαι, σε καμία περίπτωση, κύριε Πρόεδρε, σε αυτούς οι οποίοι ντροπιάζουν την ΕΛ.ΑΣ., όπως την ντρόπιασε ο αστυνομικός, την προηγουμένη Κυριακή, που ξυλοκόπησε τον πολίτη στην πλατεία της Νέας Σμύρνης. Αυτοί οι άνθρωποι, πρέπει σύμφωνα με τις διαδικασίες και τις εσωτερικές, και της Δικαιοσύνης, να πηγαίνουν σπίτι τους. Ωστόσο, όμως, ας μην χρησιμοποιούνται κάποια μεμονωμένα περιστατικά, για να καλυφθούν οι 300 επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα, γραφεία και σπίτια βουλευτών κλπ..
Έγινε πάρα πολλή κουβέντα για το άρθρο 23. Για το άρθρο 23, το οποίο και στην επί των άρθρων συζήτηση και στην Ολομέλεια, θα αναλύσουμε ξεκάθαρα, για ποιο λόγο είναι βαθύτατα αντισυνταγματικό. Για ποιο λόγο παραβιάζει κατάφωρα το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης, της δίκαιης δίκης και πολλών ακόμα συνταγματικών αρχών, βάζοντας τον συγκεκριμένο αδικαιολόγητο κόφτη.
Και βεβαίως, ο κ. Υπουργός, μας είπε -δεν ξέρω αν το έκανε ηθελημένα ή αν του ξέφυγε – ότι η συγκεκριμένη διάταξη και πρόταση ήρθε επειδή το ζήτησε το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Καταρχάς, έχουμε μια διάκριση εξουσιών στις ώριμες δημοκρατίες. Νομοθετεί το νομοθετικό μας σώμα ύστερα από πρόταση της εκτελεστικής εξουσίας. Δεν εμπλέκεται, λοιπόν, σε καμία περίπτωση σ΄αυτό η δικαστική εξουσία.
Οφείλατε να μην είχατε κάνει αποκλειστικά και μόνο διάλογο μόνο με την μία πλευρά για να έχετε μία αντικειμενική πρόταση φέρει, η οποία, δυστυχώς, αυτή τη στιγμή φαίνεται, με τον τρόπο που το παρουσιάσαμε εσείς, ότι έρχεται αποκλειστικά και μόνο για επίρρωση των δικαστών και αυτό είναι κάτι το οποίο τους αδικεί. Αδικεί τους δικαστές του ΣτΕ ο τρόπος που το παρουσιάσαμε σήμερα, κύριε Υπουργέ.
Εδώ πέρα, λοιπόν, υπάρχουν συλλειτουργοί της ελληνικής δικαιοσύνης, εκτός από τους δικαστές είναι οι δικηγόροι και βεβαίως υπάρχει και η κοινωνία των πολιτών που δεν μπορείτε να της στερείτε το δικαίωμα δικαστικής προστασίας ή να της το πετσοκόβετε με τον τρόπο τον οποίο προσπαθείτε.
Για να κλείσω, όμως, κύριε Πρόεδρε και κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτό δεν είναι τυχαίο που κάνετε, κύριε Υπουργέ, αλλά εντάσσεται σε ένα συνολικό πλαίσιο με πολύ συγκεκριμένες παρεμβάσεις που έχετε κάνει για την περιστολή της δικαστικής προστασίας των Ελλήνων πολιτών.
Θέλετε να θυμηθούμε το πώς φέρατε το κατάφωρα αντισυνταγματικό δικαστικό ένσημο με νυχτερινή βουλευτική τροπολογία, το οποίο ξεκάθαρα περιορίζει την πρόσβαση του Έλληνα πολίτη στη δικαιοσύνη; Γιατί πιο πριν προσπαθούσατε να δικαιολογήσετε τις πολιτικές σας και να πείτε, μα εμείς είμαστε δίπλα στους Έλληνες πολίτες. Αναρωτιέμαι πόσο δίπλα στους Έλληνες πολίτες ήταν οι ασφυκτικές προθεσμίες που βάλατε στο ν.3869, στο νόμο Κατσέλη για την προστασία τους, μέσα σε κλειστά δικαστήρια, σε κλειστές επιτροπές, σε κλειστές δημόσιες υπηρεσίες υπηρεσίες και αυτό βεβαίως μια ξεκάθαρη πολιτική στόχευση σας.
Και έρχεστε τώρα και φέρνετε άλλο ένα κερασάκι στην τούρτα συνέχεια της ενοχλητικής δυνατότητας των Ελλήνων πολιτών να προσφεύγουν στην ελληνική δικαιοσύνη. Ενοχλητικής για την κυβέρνηση με τον τρόπο που νομοθετείτε. Τρία παραδείγματα σας ανέφερα. Το Κίνημα Αλλαγής δεν μιλάει ποτέ στον αέρα, μιλάει πάντα συγκεκριμένα και με παραδείγματα εκφράζοντας τον χώρο της κεντροαριστεράς. Ενοχλητική για τις τράπεζες, όπως κάνατε με το νόμο Κατσέλη και τις προθεσμίες σας και ενοχλητική βέβαια η δικαστική προστασία των Ελλήνων πολιτών για τα μεγάλα συμφέροντα, προφανώς, με τον τρόπο τον οποίο περιορίζετε τη δικαστική προστασία ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, όπου όλοι γνωρίζουμε ότι συζητούνται και αποφασίζονται οι πολύ μεγάλες επενδύσεις.
Αποφασίστε, λοιπόν, όταν κάνετε κάτι να το κάνετε σωστά, να το κάνετε συμπεριλαμβάνοντας όλους τους φορείς στους συνομιλητές σας και κυρίως, να διασφαλίζετε το καλό του ελληνικού λαού και όχι συγκεκριμένων περιπτώσεων, όπως ξεκάθαρα φωτογραφίζετε από τον τρόπο που νομοθετείτε.
Τριτολογία:
Κύριε Υπουργέ, σήμερα μας είπατε τα δύο εξής καταπληκτικά. Πρώτον, ότι οι καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης ενώπιον του Σ.τ.Ε οφείλονται στα μακροσκελή δικόγραφα. Αυτή είναι άποψή σας, αυτή είναι η θεώρησή σας, αυτό ακριβώς είπατε. Λυπάμαι πάρα πολύ, αν το βλέπετε τόσο απλά και μακάρι, κύριε Υπουργέ, να ήταν αυτό το θέμα, μακάρι να ήταν αυτό το πρόβλημα και να λυνόταν τόσο απλά.
Δεύτερον, μας είπατε ότι ανήκουν στις δυνάμεις του χθες αυτοί, οι οποίοι σας λένε ότι με αυτή τη διάταξη περικόπτετε και ψαλιδίζετε τα δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών. Δεν έχετε δικαίωμα να κάνετε τέτοιες λογικές πολιτικές ακροβασίες, ενώπιον της Βουλής των Ελλήνων, γιατί πραγματικά λαϊκίζετε σε πολύ άσχημο βαθμό, κύριε Υπουργέ. Να μετράτε, λοιπόν, και να προσέχετε τις κουβέντες σας, όταν αυτό, το οποίο σας λέμε, είναι πολύ συγκεκριμένο και να απαντάτε συγκεκριμένα, παρακαλώ πολύ, στις πολύ συγκεκριμένες ερωτήσεις, που σας θέτουμε.