Από την εκπομπή «Black Out» του Χρήστου Μυτιλινιού στο ραδιόφωνο των Παραπολιτικών, όπου ήμουν καλεσμένη. Η συζήτηση μας περιλάμβανε θέματα που απασχολούν την τρέχουσα πολιτική επικαιρότητα όπως είναι ο εμβολισμός κατά του Covid 19, η προκλητική πολιτική της Τουρκίας αλλά και τα εσωκομματικά θέματα του Κινήματος Αλλαγής.
Σε ερώτηση για τον εμβολιασμό κατά της πανδημίας και αν επηρεάζονται τα ατομικά δικαιώματα των πολιτών τόνισα:
«Το εμβόλιο είναι η ελπίδα μας απέναντι στον κορονοϊό και ελπίζουμε ότι η Κυβέρνηση θα κάνει την καλύτερη δυνατή καμπάνια ενημέρωσης των πολιτών. Όμως εγώ θα επιμείνω ότι θα πρέπει να υπάρξει κινητοποίηση και σε τοπικό επίπεδο. Πρέπει άνθρωποι με επιρροή στις τοπικές κοινωνίες όπως είναι οι Βουλευτές και οι Δήμαρχοι να πείσουμε για την ανάγκη εμβολιασμού.
Σίγουρα το ζήτημα του εμβολιασμού και των ατομικών δικαιωμάτων, είναι ένα θέμα που θα μας απασχολήσει το επόμενο διάστημα. Θα πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί και ευαίσθητοι, ώστε να διασφαλίσουμε ότι οι όποιες αμφιβολίες και φόβοι δεν θα οδηγηθούμε στο να μην εμβολιαστεί οι κοινωνία.
Χρειάζεται να έχουμε μια ευρύτερη οπτική του θέματος, γιατί σαφώς αφορά την Ευρωπαϊκή και Διεθνή κοινότητα. Επί παραδείγματι κάποιος που θέλει να ταξιδέψει στο εξωτερικό και η ταξιδιωτική εταιρία, που μπορεί να είναι Αγγλική, ζητά πιστοποιητικό εμβολιασμού αυτό ξεπερνά τα ελληνικά όρια δικαιοδοσίας.
Είναι μια δύσκολη εξίσωση. Θα πρέπει η διεθνής κοινότητα να το δει στην ολότητα του και να διασφαλιστούν τα προσωπικά δεδομένα, σε βαθμό που να διασφαλίζεται και η Δημόσια υγεία. Άρα οι κανόνες θα πρέπει να είναι ενιαίοι, τουλάχιστον σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δείξει μεγάλη ευαισθησία σ’ αυτά τα θέματα. Πιστεύω ότι σε Ανώτατο Επίπεδο θα συζητηθεί και θα βρεθεί τρόπο να υπάρξουν κοινοί κανόνες και υποχρεώσεις όλων των κρατών μελών, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την ασφάλεια των ανθρώπινων δικαιωμάτων ώστε να μην υπάρξουν φαινόμενα «μεγάλου αδερφού», που απασχολούν μερίδα και των Ελλήνων πολιτών.»
Τοποθετούμενη σχετικά με την πολιτική προκλήσεων που ακολουθεί η κύριος Ερντογάν επεσήμανα:
«Ο κύριος Ερντογάν κάθε φορά που πλησιάζει Σύνοδος Κορυφής, παριστάνει το καλό παιδί. Απομακρύνει το Opuc Reis, δείχνει ότι τηρεί τους διεθνείς κανόνες και βγάζει μια ψευδεπίγραφη ρητορική, την οποία μετά το πέρας της Συνόδου και αφού έχει αποφύγει τις κυρώσεις, αναιρεί εφαρμόζοντας την ίδια τακτική.
Πρέπει να πούμε τα πράγματα με το όνομα τους. Η Γερμανία έχει δείξει μια απαράδεκτη στάση ανοχής έναντι της Τουρκίας και του κυρίου Ερντογάν. Δεν ξέρω αν είναι οι επιχειρηματικές σχέσεις, τα εξοπλιστικά προγράμματα που την ωθούν προς αυτή την στάση, αλλά δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτό.
Στην πρόσφατη συνέντευξη του ο Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μαργαρίτης Σχοινάς, ήταν ιδιαίτερα επικριτικός απέναντι στην Γερμανία. Ακόμα και χώρες που παραδοσιακά αποτελούν «συμμάχους» της Γερμανίας, όπως είναι η Ολλανδία έχουν καταλάβει πιο είναι η τακτική του κυρίου Ερντογάν και πλέον διίστανται οι απόψεις τους από εκείνες τις Γερμανίας.
Συνεπώς η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να αποφασίσει αν τελικά είναι μια ένωση ευρωπαϊκών κρατών που θα απομονώσει τα επιτακτικά σχέδια του κυρίου Ερντογάν, η οποία θα θέσει ζητήματα Δημοκρατίας σε μια χώρα η οποία υποτίθεται ότι είναι υπο ένταξη, ή όχι.
Ουσιαστικά το θέμα δεν είναι αποκλειστικά οι προκλήσεις της Τουρκίας προς την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά οι προκλήσεις προς την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση και την κουλτούρα της και γι’ αυτό χρειάζονται αποφασιστικά μέτρα.»
Ενώ σχολιάζοντας τα εσωκομματικά θέματα σημείωσα :
«Όταν έχουμε μπροστά μας τόσα θέματα, τα εσωτερικά ζητήματα των κομμάτων έρχονται σε δεύτερη μοίρα.
Κατά την προσωπική μου άποψη κακώς άνοιξαν και συζητούνται τα ζητήματα της ηγεσίας, της συνδιάσκεψης κλπ. Καταλαβαίνω ότι απασχολεί τους δημοσιογράφους, από την στιγμή που έχει ξεκινήσει μια συζήτηση, όμως αυτή την στιγμή αντιμετωπίζουμε πολύ πιο σοβαρά θέματα.
Εμείς προσπαθούμε και κάνουμε μια υπεύθυνη και σοβαρή αντιπολίτευση. Ασφαλώς και η εικόνα που παρουσιάζουμε δημοσκοπικά είναι κάτι που μας προβληματίζει όλους μας. Το επόμενο διάστημα θα μετρήσουμε τα αποτελέσματα της αντιπολιτευτικής μας πολιτικής, όπως αυτά αποτυπώνονται από όλες τις δημοσκοπήσεις και όταν όλα θα είναι καλύτερα, (μέσα στο ’21) θα πραγματοποιήσουμε την Συνδιάσκεψη και τις διαδικασίες αλλαγής ηγεσίας, όπου θα μπορέσουμε να τα συζητήσουμε όλα ανοιχτά.
Όμως επιμένω ότι κακώς άνοιξε κακώς άνοιξε η συζήτηση αυτή τώρα. Καλό είναι στην παρούσα φάση να συζητάμε για τα δέοντα και πολύ σοβαρά θέματα και γι’ εμένα αυτή την στιγμή προέχει το πως θα πείσουμε την κοινωνία εμβολιαστεί. Όλο το πολιτικό σύστημα πρέπει να επικεντρωθούμε σ’ αυτό για να πάρουμε τις ζωές μας πίσω, αλλιώς δεν υπάρχουν εσωκομματικά του Κινήματος Αλλαγής, ούτε τίποτα.»