Κύριε πρόεδρε και αξιότιμα μέλη της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων
Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά για την τιμητική σας πρόσκληση στη σημερινή εκδήλωση της Ένωσής σας.
Η Ένωση Εισαγγελέων έχει καταγράψει στην ιστορική της διαδρομή πολλούς σημαντικούς σταθμούς και επιτυχίες. Με ακεραιότητα, προσήλωση στο υψηλό δικαιοδοτικό έργο των μελών της και πρώτιστα με βαθιά αφοσίωση στην εφαρμογή του Συντάγματος και των δικαιοκρατικών εγγυήσεων, η Ένωση αποτέλεσε και αποτελεί πολύτιμο σύμβουλο και συμπαραστάτη της Πολιτείας στη διαχείριση των ζητημάτων απονομής Δικαιοσύνης.
Το ουσιαστικό, κυρίαρχο πρόβλημα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε είναι βαθιά ηθικό και θεσμικό. Οι θεσμοί δοκιμάζονται καθημερινά. Το αξιακό σύστημα έχει αποσαθρωθεί. Οι πολίτες αμφισβητούν καθημερινώς την δύναμη της Δικαιοσύνης. Υπάρχει μια άποψη που διαχέεται, πώς όλοι μπορούν να διαφύγουν της Δικαιοσύνης. Από την άλλη υπάρχει και η μερίδα των πολιτών που χαίρουν κάποιων ευνοϊκών διατάξεων από Αναθεώρηση σε Αναθεώρηση των Κωδίκων, με αποτέλεσμα να χαρακτηρίζουν την Δικαιοσύνη ως ταξικό προνόμιο των ολίγων. Όπως και τροφοδοτήθηκε η πεποίθηση ότι μπορεί πολιτικές παρεμβάσεις να επηρεάζουν το υψηλό φρόνημά σας.
Ας δούμε την αλήθεια κατάματα. Ζούμε σε ένα Κυκεώνα μια γενικευμένης απαξίωσης της Πολιτείας, μια βαθιάς έλλειψης εμπιστοσύνης στο Κράτος και τις λειτουργίες του, μιας αμφισβήτησης ότι στην πράξη ισχύει ο Κανόνας διάκρισης των εξουσιών.
Ταλανιζόμεθα όλοι κάτω απ’ το βάρος της συνεχούς αμφισβήτησης, της κοινωνικής δυσαρέσκειας, της γενικευμένης δυσπιστίας, της κρίσης εκπροσώπησης και αντιπροσώπευσης.
Σήμερα, πιο πολύ από ποτέ άλλοτε, έχουμε ανάγκη από δικαστικούς λειτουργούς θαρραλέους, με ηθικό υψηλό. Με φρόνημα ελεύθερο.
Όμως δεν αρκεί να διακηρύττουμε ή να απαιτούμε από δικαστές κι εισαγγελείς να έχουν τη δύναμη να αντιστέκονται να μένουν όρθιοι και να εφαρμόζουν το Σύνταγμα για την υπεράσπιση των ατομικών δικαιωμάτων, της πολυφωνίας, της ελευθερίας. Άλλωστε, η δύναμη του δικαστή, η βασική πηγή του κύρους του, είναι η πίστη στο ίδιο το λειτούργημά του και στο Κράτος Δικαίου.
Η Πολιτεία οφείλει να είναι αρωγός τους. Να διευκολύνει το καθημερινό έργο τους. Με μέτρα και πρωτοβουλίες άμεσα εφαρμόσιμες και αισθητές. Όχι απλώς για την υλική ενίσχυση του συστήματος της Ποινικής Δικαιοσύνης.
Δεν θα βελτιωθεί η κατάσταση μόνο με διορισμούς λειτουργών και υπαλλήλων. Με δημιουργία δικαστικών κτιρίων και σωφρονιστικών κτιρίων.
Τα προβλήματα στο χώρο της Δικαιοσύνης είναι δομικά και συστημικά. Και γι’ αυτό οι λύσεις οφείλουν να υπακούν σε έναν βαθύ και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό μεταρρυθμίσεων και παρεμβάσεων.
Για την αναθεώρηση της βασικής νομοθεσίας.
Την ολοκλήρωση των εφαρμογών της Ηλεκτρονικής Δικαιοσύνης.
Την επαναχάραξη του δικαστικού χάρτη της χώρας με όρους σύγχρονης δικαστικής χωροταξίας.
Σήμερα, έχουν γίνει όλες οι αναγκαίες διορθώσεις; Είμαστε βέβαιοι ότι η πρακτική των δικαστηρίων θα δώσει την απάντηση.
Είναι χρέος της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης να αρθεί στο ύψος των ιστορικών περιστάσεων. Το δικαστικό σώμα έχει επιδείξει ορθά και έγκαιρα ανακλαστικά σε πλήθος περιπτώσεων που έφερε την ιστορική ευθύνη διαφύλαξης του κράτους δικαίου και των δικαιωμάτων. Οι σημερινές οικονομικές και ιδίως κοινωνικές συνθήκες καθιστούν την ευθύνη αυτή ακόμη πιο επιτακτική, ακόμη πιο επίκαιρη.
Η βελτίωση της ταχύτητας και της ποιότητας απονομής της Δικαιοσύνης και η εμπέδωση της ανεξαρτησίας της αποτελούν ζητήματα προτεραιότητας και πρωταρχικούς όρους για την έξοδο της χώρας από την κρίση.
Και κάτι τέτοιο δεν θα έλθει ούτε με ευχολόγια. Αλλά μέσα από σοβαρό και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Που δεν θα φοβάται, αλλά θα υποστηρίζει στην πράξη τις αναγκαίες δομικές μεταρρυθμίσεις για ένα σύγχρονο και αποδοτικό δικαιοδοτικό σύστημα.
Η Δικαιοσύνη καλείται να παραμείνει στο θεσμικό ύψος της. Αφοσιωμένη στην πολιτειακή της αποστολή: Για την αποκάλυψη της αλήθειας. Για την προστασία και εμπέδωση του Κράτους Δικαίου. Με αξιοπρέπεια, διαφάνεια και λογοδοσία.
Η πρόσφατη νομοθετική περιπέτεια του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας μας απέδειξε περίτρανα πώς μία κατά τα άλλα καθολικά αποδεκτή και αναγκαία μεταρρύθμιση μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο άγονης πολιτικής αντιπαράθεσης.
Όταν δύο κορυφαίοι κώδικες έρχονται στη Βουλή προς ψήφιση μερικές ημέρες πριν τις εκλογές, ακυρώνοντας κατ’ ουσίαν τον κοινοβουλευτικό διάλογο, είναι αυτονόητο πως θα αδικηθεί μια σπουδαία επιστημονική εργασία που καθυστέρησε να ολοκληρωθεί εννέα συναπτά έτη.
Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η ίδια η Πολιτεία, ο νομοθετικός και ο διοικητικός της μηχανισμός, έχουν μεγάλη ευθύνη για τα αίτια του σημερινού αδιεξόδου.
Όμως η ιστορική ευθύνη, η ευθύνη της αλλαγής εξακολουθεί να πέφτει βαριά στους ώμους όσων υπηρετούν τη Δικαιοσύνη καθημερινά.
Αυτή, λοιπόν, πρέπει να είναι η πιο πειστική απάντηση μιας Ελληνικής Δικαιοσύνης ισχυρής και ανεξάρτητης απέναντι σε όλους εκείνους που την επιβουλεύονται, την προσβάλλουν, την υποβαθμίζουν, απειλούν να την ακρωτηριάσουν. Με πίστη στις αναγκαίες μεταρρυθμιστικές τομές. Χωρίς αγκυλώσεις και μικρόνοιες. Με ομοψυχία, συνεννόηση και κοινωνική ευθύνη.