Στην εκπομπή Πρωινή Ζώνη της ΕΡΤ 1

Η απόλυτη στοχοποίηση και κατασυκοφάντηση όλων των παραγωγικών δυνάμεων του τόπου από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ πρέπει να τελειώσει. Δεν είναι ούτε οι αγρότες χρυσαυγίτες και εγωιστές,  όπως τους αποκάλεσε ο Πρωθυπουργός, ούτε οι ελεύθεροι επαγγελματίες και ειδικά οι νέοι επιστήμονες φοροφυγάδες, όπως είπε ο κ. Κατρούγκαλος.

Αυτό το ασφαλιστικό είναι ένας ολετήρας, είναι απολύτως άδικο διαγενεακά και αυτό από μόνο του το καθιστά μη εφαρμόσιμο. Ο κ. Κατρούγκαλος έχει μπερδέψει την έννοια της κοινωνικής ασφάλισης με την κοινωνική πρόνοια και με το νομοσχέδιο-έκτρωμα που προωθεί θέλει να κάνει τις συντάξεις επιδόματα πρόνοιας, σε βάρος, κατά κύριο λόγο, των νέων ανθρώπων, των νέων επιστημόνων, των νέων αγροτών.

Πέρυσι τέτοιον καιρό δεν υπήρχε ζήτημα μείωσης των συντάξεων, ούτε αύξησης των εισφορών, ούτε όλων αυτών των πολύ σκληρών μέτρων που φέρνει η κυβέρνηση. Το συγκεκριμένο ασφαλιστικό και τα μέτρα 1,8 δις είναι αποκλειστικό αποτέλεσμα της υποτιθέμενης διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ τους τελευταίους 15 μήνες.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν ψήφισαν τα συγκεκριμένα μέτρα το καλοκαίρι του 2015. Ψήφισε την παραμονή της χώρας μας στο ευρώ. Ψηφίσαμε ένα πολύ ευρύ πλαίσιο, κάνοντας όμως σαφές ότι χρειαζόταν άμεσα να συσταθεί μία διαπραγματευτική ομάδα, προκειμένου να βελτιωθούν τα κακώς κείμενα, με τη συμμετοχή όλων των κομμάτων.
Κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ. Αντ’ αυτού, λίγο καιρό μετά ο ΣΥΡΙΖΑ πήγε σε εκλογές, φτύνοντας αυτούς που έβαλαν πλάτη για την πατρίδα, λέγοντας «ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν».

Μόνη λύση για τη χώρα η κυβέρνηση εθνικής ενότητας ΤΩΡΑ.

 άρθρο στο real.gr

Όταν τον Δεκέμβριο του 2014 ο ΣΥΡΙΖΑ οδήγησε τη χώρα εκβιαστικά σε πρόωρες εκλογές, ίσως να μην ήξερε τι έκανε. Ήταν τόσο μεγάλος ο διακαής πόθος των στελεχών του για εξουσία, που θεωρούσε ότι θα μπορούσε να κυβερνήσει με την ίδια επιπολαιότητα που ασκούσε αντιπολίτευση, και με ακόμη μεγαλύτερη αλαζονεία από αυτήν που καταλόγιζε στους πολιτικούς του αντιπάλους.

Μετά από ένα χρόνο ολιγωρίας, ανικανότητας και λανθασμένων επιλογών της πρώτης φορά αριστερά κυβέρνησης, βιώνουμε την απόλυτη διάψευση των προσδοκιών, την απόλυτη κατάρρευση των μύθων και των ψευδαισθήσεων που ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ επιμελώς καλλιεργούσε εκ του ασφαλούς όσο βρισκόταν στην αντιπολίτευση.

Αντί για διαγραφή του χρέους, το 2016 αυτό προβλέπεται να φτάσει τα 337 δις. (από 324 τον Δεκέμβριο 2014). Η νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών οδήγησε στον αφελληνισμό τους, την εξαέρωση της ονομαστικής αξίας των μετοχών τους και στοίχισε στο κράτος 50 δις που δεν πρόκειται να επιστραφούν ποτέ. Τα κόκκινα δάνεια φέτος είναι αυξημένα κατά 8 δις, τα ξένα fundsνα καραδοκούν, με την απελευθέρωση πλέον των πλειστηριασμών και την άρση προστασίας της πρώτης κατοικίας. Το κακό κλίμα και η ποινικοποίηση της επιχειρηματικότητας, όχι μόνο δεν προσελκύει νέες επενδύσεις στη χώρα αλλά και διώχνει τις (λιγοστές) υπάρχουσες. Αντί για τις 300.000 νέες θέσεις εργασίας που είχε υποσχεθεί ανερχόμενος στην εξουσία ο κ. Τσίπρας, οι μόνοι που εξασφάλισαν δουλειά ήταν οι «ημέτεροι» μέσω ατέρμονων διορισμών.

Ο ρεαλιστικός απολογισμός της “πρώτης φοράς αριστερά” κυβέρνησης είναι η εικόνα μιας διαπραγμάτευσης με τους εταίρους που διαρκώς επιδεινώνεται. Ενός ασφαλιστικού-ολετήρα, που το μόνο που θα καταφέρει είναι να διώξει στο εξωτερικό όσους νέους επιστήμονες παραμένουν στη χώρα και να οδηγήσει στην ευρύτατη φτωχοποιήση της ελληνικής κοινωνίας. Μιας πολιτικής ανοιχτών συνόρων που οδήγησε στην στην ανάθεση ελέγχου τους στο ΝΑΤΟ, στην απειλή εξόδου της χώρας από τη Συνθήκη Σένγκεν και του κλεισίματος των συνόρων. Μιας ‘ετσιθελικής’ και κατάφωρα αντισυνταγματικής παρέμβασης στο θέμα των τηλεοπτικών αδειών με παραγκωνισμό των ανεξάρτητων αρχών, με μοναδικό στόχο τον έλεγχο της ενημέρωσης από τους κυβερνώντες.

Αν έχει έστω και την παραμικρή συναίσθηση της πραγματικότητας ο κ. Πρωθυπουργός, θα πρέπει να έχει συνειδητοποιήσει ότι βρίσκεται σε απόλυτο αδιέξοδο. Ότι ο «εχθρός» δεν είναι οι κακοί δανειστές, αλλά ούτε και οι «προηγούμενοι», εναντίον των οποίων επιτίθεται με μένος, χρόνια τώρα, διχάζοντας και δηλητηριάζοντας τον ελληνικό λαό. Ο πραγματικός εχθρός είναι ο λαϊκισμός, οι ιδεοληψίες, οι εμμονές σε χίμαιρες που μας έφεραν ως εδώ. Είναι η ανεύθυνη πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, που οδήγησε κάθε κοινωνική και επαγγελματική τάξη – αγρότες, νέους επιστήμονες, επαγγελματίες, παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας – στους δρόμους και τις πλατείες, να διαδηλώνουν ενάντια σε μια κυβέρνηση που υποσχέθηκε τα πάντα στους πάντες και απέτυχε παταγωδώς. Ενάντια σε μία «αριστερή» κυβέρνηση που για να παραμείνει γαντζωμένη στην εξουσία, συκοφαντεί με χυδαιότητα κάθε κοινωνικό αγώνα (οι αγρότες είναι «ακροδεξιοί και εγωιστές», οι δικηγόροι «το κίνημα της γραβάτας» κοκ) και  χρησιμοποιεί ευρέως μέσα καταστολής, όταν ως αντιπολίτευση είχε ταυτιστεί με τις πιο ακραίες μορφές αντίδρασης στις Σκουριές, το Γραμματικό, τα διόδια και άλλα…

Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο ελληνικός λαός δεν αντέχει να ξαναζήσει το καλοκαίρι του 2015. Τότε που ο κ. Τσίπρας έβαλε το κόμμα του πάνω από την πατρίδα με ανυπολόγιστες συνέπειες για την χώρα. Γύρισε την πλάτη στη στήριξη που του προσέφεραν τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα και οδήγησε τη χώρα σε εκλογές «για να τους τελειώσει», διχάζοντας για μία ακόμη φορά τους Έλληνες.

Αν πραγματικά μέλημα της κυβέρνησης αλλά και της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι πρωτίστως το καλό της χώρας, τότε ας συνειδητοποιήσουν ότι αυτό που χρειάζεται σήμερα είναι μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, όπως ζητάμε ανελλιπώς από το 2010. Μια οικουμενική κυβέρνηση με προοδευτικό πρόσημο και πρόγραμμα. Μια κυβέρνηση στην οποία θα συμμετέχουν και τα δύο μεγάλα κόμματα, και θα αναλάβουν όχι τον έλεγχο του κράτους αλλά – κυρίως – θα αναλάβουν την ευθύνη. Μια κυβέρνηση που θα μιλήσει πρωτίστως για ένα νέο παραγωγικό μοντέλο. Γιατί μόνο με ισχυρή οικονομία θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε ένα δίκαιο κοινωνικό κράτος – και όχι αναδιανομή της μιζέριας και της φτωχοποίησης στην οποία μας οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια ο ΣΥΡΙΖΑ.

Ας σοβαρευτούμε λοιπόν όλοι, και ιδίως ο ΣΥΡΙΖΑ, και ας συνεννοηθούμε πριν είναι πολύ αργά. Ας μάθουν από τα λάθη τους και ας αποφασίσουν πώς θα προχωρήσουν από δω και πέρα. Εάν έχουν τη δεδηλωμένη, ας κυβερνήσουν επιτέλους σοβαρά. Αν όχι, να το πουν ξεκάθαρα στη Βουλή. Σε κάθε περίπτωση, οφείλουν να προσγειωθούν στην πραγματικότητα και να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Πριν να είναι πολύ αργά…