“Οι συνεχείς βιβλικές καταστροφές αποδεικνύουν ότι η κυβέρνηση έχει αποτύχει να προσαρμόσει το κράτος σε αυτές τις νέες συνθήκες.”

11 Σεπτεμβρίου, 20230

Τοποθέτηση στην Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης & Δικαιοσύνης 11.09.2023

Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι ,

Κύριοι Υπουργοί,

Επιτρέψτε μου να επισημάνω ότι συζητάμε το Νομοσχέδιο σε μια στιγμή που βιώνουμε μια τεράστια καταστροφή στην Θεσσαλία, που χιλιάδες άνθρωποι της περιοχής ζουν μια προσωπική και συλλογική περιπέτεια. Οι πολίτες της Θεσσαλίας βιώνουν μια ανείπωτη τραγωδία. Θρηνούμε νεκρούς. Οι ζημιές σε κατοικίες, υποδομές, καλλιέργειες και κτηνοτροφικές μονάδες είναι τεράστιες. Μετά τις καταστροφές περιοχών όλο το Καλοκαίρι λόγω των πυρκαγιών ήρθε η καταστροφή από τις πλημύρες.

Και ας μην συνεχίζει να μας κάνει η Κυβέρνηση μαθήματα περί κλιματικής κρίσης και ακραίων φαινομένων. Όλοι γνωρίζουμε τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και τα ακραία καιρικά φαινόμενα. Το μεγάλο θέμα είναι τι κάνουμε. Επενδύουμε στην πρόληψη, αλλάζουμε την αντίληψη πολιτικής προστασίας, κατασκευής των αναγκαίων υποδομών ή θα πρέπει να δεχτούμε πως ότι γίνεται είναι μοιραίο; 

Ε δεν είναι όλα αναπόφευκτα, δεν μπορούμε να συμβιβαστούμε με την καταστροφή περιοχών όπως του Έβρου, της Ρόδου και τώρα της Θεσσαλίας. Είδαμε πολύ χαρακτηριστικά την αδυναμία, την απουσία απαραίτητων αντανακλαστικών σε κρίσιμες στιγμές , την έλλειψη συντονισμού, την καθυστέρηση παρέμβασης του στρατού. Μάθαμε ότι η ίδια η Κομισιόν εδώ και χρόνια επισημαίνει τον κίνδυνο έντονων πλημμυρικών φαινομένων και ταυτόχρονα την απουσία αναγκαίων μεγάλων αντιπλημμυρικών έργων. Ας μη κρύβεται λοιπόν η Κυβέρνηση, ας αναλάβει με στοιχειώδη γενναιότητα τις ευθύνες της.

Οι συνεχείς βιβλικές καταστροφές αποδεικνύουν ότι η κυβέρνηση έχει αποτύχει να προσαρμόσει το κράτος σε αυτές τις νέες συνθήκες. Και αυτό είναι πάρα πολύ κρίσιμο. Στη Θεσσαλία, κατέρρευσαν το δίκτυο και τα έργα υδραυλικής θωράκισης πολλών περιοχών. Αυτό δείχνει ότι πρέπει να κάνουν πολύ περισσότερα από αυτά που έχουν γίνει μέχρι σήμερα.

Έχουμε χρέος να κάνουμε πολύ περισσότερα.

Και επιτρέψτε μου και μια αναφορά σχετικά με την παραίτηση του κ. Βαρβιτσιώτη, του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας. Μια απλή παραίτηση με μια εβδομάδα καθυστέρηση και υπό το κλίμα της λαϊκής κατακραυγής. Έχει δε το πολιτικό θράσος να μιλάει για κριτική με τοξικότητα. Προφανώς δεν έχει καταλάβει τι είπε ο πρ. Υπουργός.

Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι ,

Κύριε Υπουργέ,

Σήμερα ακούσαμε, πολύ προσεκτικά, τους φορείς και τις παρατηρήσεις, τις οποίες επεσήμαναν και συγκεκριμένες λεπτομέρειες και προτάσεις για το εν λόγω νομοθέτημα. Πρόκειται για επισημάνσεις διορθωτικές, γιατί επί της ουσίας και επί της αρχής, κανείς δεν μπορεί, πραγματικά, να αντικρούσει την ανάγκη για την λειτουργία, επιτέλους, της Δικαστικής Αστυνομίας, που αφενός θα επικουρήσει σε επιστημονικό επίπεδο, το έργο των εισαγγελικών και δικαστικών αρχών και σε επίπεδο αστυνόμευσης θ’ αναλάβει μεγάλο κομμάτι της φύλαξης και των λοιπών ευθυνών, που αυτή τη στιγμή υλοποιείται από τα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας.

Κύριε Υπουργέ,

έχουμε τονίσει κατ’ εξακολούθηση την ανάγκη να γίνεται ένας ευρύτατος διάλογος για αυτά τα ζητήματα και για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που πρέπει να υπάρχουν στο χώρο της δικαιοσύνης. Έτσι ώστε να υπάρχει η μέγιστη δυνατή προσπάθεια, προκειμένου να έχουμε την καλύτερη και μεγαλύτερη δυνατή πολιτική συναίνεση και συνεννόηση, για να γίνουν πράξη οι βαθιές και ουσιαστικές τομές που είναι αναγκαίες, μέσα σε σύντομο, μάλιστα, χρονικό διάστημα. Και βεβαίως, σ’ αυτή τη συνεννόηση, πρέπει εξέχοντα και πρωταρχικό ρόλο, να έχει και ο νομικός κόσμος της χώρας, οι άμεσα εμπλεκόμενοι προκειμένου να μπορέσουμε να προχωρήσουμε μπροστά.

Στην ομιλία σας, κατά την πρώτη συνεδρίαση, είπατε ότι σ’ αυτό το μήκος κινείστε κι εσείς από τη θέση, στην οποία βρίσκεστε, και ότι θα δώσετε την αρμόζουσα προσοχή σε όλες τις παρατηρήσεις που θ’ ακουστούν. Αυτό είναι ευχάριστο. Εύχομαι  να το πράξετε.

Πρέπει όλοι μας να αναλογιστούμε τις ευθύνες μας. Πρέπει να καθίσουμε όλοι σε ένα τραπέζι για κάποια ζητήματα που επιτέλους πρέπει να γίνουν πολύ σοβαρές τομές, Κυβέρνηση και Αντιπολίτευση και να αφουγκραστούμε τους φορείς της Δικαιοσύνης, τους δικαστές, τους δικηγόρους, τους δικαστικούς υπαλλήλους και να βρούμε επιτέλους μια λύση σε αυτό το ζήτημα, ειδικά για την επιτάχυνση απονομής δικαιοδύνης. Λύση τελέσφορη γι’ αυτά τα ζητήματα.

Σας τόνισα και στην προηγούμενη συνεδρίαση, ότι για εμάς  στο ΠΑΣΟΚ, κάθε αναμόρφωση της ελληνικής νομοθεσίας, όσον αφορά τον πολύπαθο χώρο της δικαιοσύνης, αποτελεί προτεραιότητα ώστε η ελληνική κοινωνία ν’ απολαμβάνει μία ισχυρή, λειτουργική, ταχεία και αποτελεσματική δικαιοσύνη, που τα τελευταία χρόνια αιμορραγεί σε πολλούς τομείς .

Συγκεκριμένα επί του νομοσχεδίου, και σχετικά με το άρθρο 3 επαναλαμβάνεται και στο νέο σχέδιο νόμου η υποψηφιότητα ανώτερων ή ανώτατων δικαστικών λειτουργών που είναι συνταξιούχοι, εμμένοντας σε αυτή την μονοθεματική προσέγγιση, εμπλέκοντας ως «διακοσμητικό» στοιχείο στην όλη διαδικασία την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, που θα διατυπώσει γνώμη κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής. Εν ολίγοις, προβλέπεται η απλή πλειοψηφία των Βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας.

 Όπως το ΠΑΣΟΚ ανέφερε και πέρσι, δεν υπάρχει λόγος να γίνεται συμμέτοχος σε τέτοιες επιλογές της εκτελεστικής εξουσίας, το Κοινοβούλιο. Θα είχε νόημα να εμπλακεί στη διαδικασία επιλογής του διευθύνοντος η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, αν οριζόταν ότι η διατύπωση γνώμης στηρίζεται σε πλειοψηφία τουλάχιστον των 3/5. Θα έπρεπε να προβλέπεται  πρόσκληση ενδιαφέροντος και υποβολή υποψηφιοτήτων από περισσότερες κατηγορίες νομικών και κρίση από επιτροπή που παρέχει υψηλές εγγυήσεις αξιοκρατικής και αντικειμενικής κρίσης. Επαναλαμβάνουμε εδώ τη αποκλειστική αρμοδιότητα του Υπουργού Δικαιοσύνης, να επιλέξει κατά τη διακριτική του ευχέρεια τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης της Δικαστικής Αστυνομίας, ο οποίος μάλιστα θα πρέπει να είναι συνταξιούχος δικαστικός λειτουργός.

 Προσοχής χρήζουν δύο σημεία.

ΠΡΩΤΟΝ, ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης επιλέγεται απευθείας από τον εκάστοτε Υπουργό Δικαιοσύνης, χωρίς δηλαδή να υφίσταται ένα αντικειμενικό σύστημα αξιολόγησης και

ΔΕΥΤΕΡΟΝ, περιορίζεται ο κύκλος των «υποψηφίων», μόνο μεταξύ συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών, αποκλείοντας άλλους υποψηφίους, οι οποίοι έχουν τις απαιτούμενες νομικές γνώσεις και νομική παιδεία.

Πρόκειται για ρύθμιση, η οποία αποτελεί παραβίαση κάθε κανόνα ενός αντικειμενικού και αξιοκρατικού συστήματος επιλογής προσώπων για καίριες θέσεις.

 Η πρότασή μας στηρίζεται σε αυτονόητες κατά την άποψή μας επιλογές. Εστιάζεται:

  • Στην πρόβλεψη πρότασης/πρόσκλησης δημόσιου ενδιαφέροντος, προκειμένου να υποβάλλουν υποψηφιότητα όσοι έχουν τα τυπικά προσόντα για την ανάληψη της εν λόγω θέσης (π.χ. πτυχίο Νομικής Σχολής ή/και Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης στο Ποινικό Δίκαιο)
  • Στην συγκρότηση ειδικής επιτροπής αξιολόγησης, η οποία θα καταλήγει στην πρόταση μιας short list με τους τρεις καλύτερους υποψηφίους, από τους οποίους θα επιλέξει τον έναν ο Υπουργός Δικαιοσύνης.

Η επιτροπή αξιολόγησης θα μπορούσε να συγκροτηθεί από εκπρόσωπο της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων, μόνιμη παρατήρηση του Προέδρου της Ολομέλειας κου Βερβεσού, με το σωστό επιχείρημα ότι από τη στιγμή που οι δικηγόροι συμμετέχουν στις εξετάσεις για την Εθνική Σχολή Δικαστών, είναι άτοπο να αποκλείονται οι δικηγορικοί Σύλλογοι από τις εξετάσεις της Δικαστικής Αστυνομίας. Επίσης από Μέλος Δ.Ε.Π. Νομικής Σχολής του Τομέα Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών και από αφυπηρετήσαντα  αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Η απαρίθμηση είναι ενδεικτική.

Όσον αφορά, το άρθρο 4 έχουμε αντικατάσταση φράσεων και λεκτικές προσαρμογές ενδεικτικές της προχειρότητας της διαδικασίας νομοθέτησης. Ενώ στον νόμο 4963/2022 άρθρο 4 παρ. 2 υπήρχε εξουσιοδοτική για την έκδοση Π.Δ τώρα εισάγεται η επίλυση του ζητήματος των αρμοδιοτήτων με διάταξη τυπικού νόμου, που είναι φανερό από την διατύπωση του ότι είναι ασαφές και θα προκληθεί ανάγκη για εκ νέου τροποποίηση καθώς απαιτείται πολύ μεγαλύτερη σαφήνεια και αναλυτική προσέγγιση του ζητήματος.

Στο άρθρο 7, τροποποιείται το άρθρο 10 του ν.4963 περί σωματικών προσόντων του προσωπικού του αστυνομικού τομέα, προσθέτοντας σε αυτό δεύτερο εδάφιο με τον ευφάνταστο τίτλο περί απαγόρευσης «δεσματοστιξίας». Ως νομικός κατανοώ ότι ακολουθούνται οι 1722 και 1723/2014 αποφάσεις του Γ΄ Τμήματος του Συμβουλίου Επικρατείας. Αναφέρεται ότι το προσωπικό αυτό δεν επιτρέπεται να φέρει στο σώμα δερματοστιξία, η οποία είναι εξωτερικά εμφανής με την ενδυμασία (θερινή και χειμερινή στολή) και επιπλέον, λόγω του είδους των περιεχομένων σε αυτή απεικονίσεων, είτε αναιρεί την επιβαλλόμενη από το Σύνταγμα ουδετερότητα των υπαλλήλων του Δημοσίου είτε δεν συνάδει προς την ιδιότητα και τα καθήκοντα αυτών».

Από τη συγκεκριμένη διατύπωση προκύπτουν πολλά ζητήματα που πρέπει να αναφερθούν διεξοδικά σε σχέση με το τι « αναιρεί την ουδετερότητα και δεν συνάδει προς την ιδιότητα και τα καθήκοντα υπαλλήλων του Δημοσίου». Ευλόγως ακούστηκε από συνάδελφο, στην προηγούμενη συνεδρίαση, εάν δηλαδή το σχέδιο είναι το σύμβολο μίας ομάδας, εντάσσεται στους περιορισμούς; Το λέω ενδεικτικά, σίγουρα υπάρχουν πολλά άλλα παραδείγματα που θα θέσουν λογικούς προβληματισμούς.

Συμφωνούμε και ξεκαθαρίζουμε βεβαίως ότι θετικό στοιχείο αποτελεί η απαγόρευση φασιστικών/ακροδεξιών/ναζιστικών απεικονίσεων που, αν εισάγεται για τον σκοπό αυτό πρέπει να αναφερθεί ρητά και με σαφήνεια και θα το επικροτήσουμε απολύτως.

Στο άρθρο 8, κύριε Υπουργέ, δημιουργούνται τα εξής ζητήματα.

Αφενός τόσο σε σχέση με την υποκατάσταση στην πράξη των Δικαστικών Υπαλλήλων από τη Δικαστική Αστυνομία, αφετέρου στο τυπικό σκέλος του προσδιορισμού (συν)αρμοδιοτήτων.  Προβλέπονται για παράδειγμα (άρθρο 16Α περ. ε’) τριάντα (30) θέσεις για τον Κλάδο ΠΕ Πληροφορικής. Σε τι διαφοροποιούνται; Τα καθήκοντα τους από αυτά των ήδη υπηρετούντων Δικαστικών Υπαλλήλων του αντίστοιχου κλάδου; Μήπως τελικά πίσω από την εισαγωγή του θεσμού της Δικαστικής Αστυνομίας που όντως είναι χρήσιμος κρύβονται προθέσεις για προσλήψεις από το παράθυρο; Παρακαλώ, να το διευκρινίσετε, καθώς το σχολιάζω καλοπροαίρετα επειδή προκαλεί μια σύγχυση η παρούσα διατύπωση.

Τέλος, κύριε Υπουργέ

Στα άρθρο 9, 10 (τυπικά προσόντα, διαδικασία πρόσληψης) δημιουργήθηκε ήδη από τη διαβούλευση μια τεράστια συζήτηση με πολλά παράπονα ότι οι διατάξεις όπως είναι διατυπωμένες ουσιαστικά δημιουργούν προνομιακές συνθήκες για ορισμένες κατηγορίες, ενώ αντίθετα αποκλείουν μεγάλο μέρος υποψηφίων.

Πιο συγκεκριμένα, στο άρθρο 10, τροποποιείται το άρθρο 20 του νόμου 4963, το οποίο αναφέρεται σε κατηγορίες υποψηφίων οι οποίοι λαμβάνουν μονάδες, λόγω του γεγονότος ότι υπηρέτησαν σε συγκεκριμένες θέσεις στις τάξεις των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.

Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, η απόφαση για πριμοδότηση όσων εμπίπτουν στο συγκεκριμένο εδάφιο, αμέσως πραγματοποιείται μια δυσμενή διάκριση σχετικά με τις γυναίκες υποψήφιες, οι οποίες σε τόσο μικρό αριθμό θέσεων, αποκλείονται ουσιαστικά.

Κλείνω κύριε Πρόεδρε, τονίζοντας ότι πρέπει να γίνουν εκείνες οι αλλαγές, οι οποίες, ουσιαστικά, εξελίσσουν την ελληνική δικαιοσύνη, αφουγκραζόμενοι τις ανάγκες της Ελληνικής κοινωνίας. Κι όσον αφορά τόσο τη Δικαστική Αστυνομία όσο και κάθε μέτρο που αφορά την αξιοπιστία του συστήματος απονομής δικαιοσύνης, θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι οποιαδήποτε τροποποίηση του, έχει και πρέπει να έχει ουσιαστικό αντίκτυπο με αυστηρά θετικό τρόπο. Αλλιώς οποιαδήποτε επέμβαση μας, ως νομοθετικό Σώμα, θα έχει αποτύχει. Και πλέον τέτοια περιθώρια δεν υπάρχουν.

Σας ευχαριστώ.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

https://nadiagiannakopoulou.gr/wp-content/uploads/2024/09/logo-f2.png
https://nadiagiannakopoulou.gr/wp-content/uploads/2024/09/logo-footer.png
Επικοινωνία
giannakopoulounadia@gmail.com
2105711860