Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Κατανοώ ότι είναι σημαντικό το σύνολο του παρόντος νομοσχεδίου, όμως στη σημερινή μου τοποθέτηση θα ήθελα να επικεντρωθώ στις διατάξεις που αφορούν στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά. Διατάξεις που έχουν προκαλέσεις ποικίλες αντιδράσεις από όλες τις πλευρές και εμπλεκόμενους φορείς.
Τα πολυπαθή αυτά Ναυπηγεία που από κόσμημα της ελληνικής οικονομίας και βιομηχανίας έφτασαν στο σημείο της πτώχευσης και της αφάνειας και παρέμειναν ζωντανά χάρη και στις θυσίες των εργαζομένων τους.
Τα Ναυπηγεία λοιπόν Σκαραμαγκά, όπως όλοι μας θυμόμαστε, δημιουργήθηκαν τη δεκαετία του ‘60 με λαμπρές επιδόσεις ναυπηγήσεων τάνκερ και άλλων μικρότερων πλοίων, για να οδηγηθούν έκτοτε σε ένα πολυετές αδιέξοδο.
Παρά τις αλλεπάλληλες έκτοτε ιδιοκτησιακές διαδοχικές μεταλλάξεις, για μεγάλη χρονική περίοδο διέρχονται περιόδους πλήρους απραξίας ή στην καλύτερη περίπτωση υπολειτουργούν αναλαμβάνοντας αποκλειστικά τις περιορισμένες ποσοτικά παραγγελίες του Υπουργείου Άμυνας, χωρίς έτερη ναυπηγοκατασκευαστική δραστηριότητα. Δηλαδή δραστηριότητα με έναν πελάτη, μετά τις απαγορεύσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού και το εν τοις πράγμασιν εμπορικό αδιέξοδο που επιβλήθηκε.
Έτσι φτάσαμε μετά από μια θυελλώδη ιστορία στο έτος 2018 οπότε και η κάποτε ναυπηγική βιομηχανική μονάδα παγκοσμίου φήμης αυτή, με την υπ’ αριθμ. 725/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών ετέθη σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης κατ’ άρθρο 68 επ. του ν. 4307/2014.
Σήμερα, το ενεργητικό των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά έχει πουληθεί σε ιδιώτη επενδυτή έναντι μόλις 25 εκ ευρώ, μια τιμή ιδιαίτερα χαμηλή σε σχέση με την πραγματική τους αξία. Σημειώνω, ότι ανεξάρτητοι εκτιμητές είχαν προσδιορίσει την αξία τους σε πάνω από 100 εκατομμύρια. Αυτά συνέβησαν με ένα διαγωνισμό χωρίς ελάχιστη προσδιορισθείσα τιμή εκκίνησης αλλά και χωρίς κάποιο δεσμευτικό αναπτυξιακό πλαίσιο. Τα ερωτήματα είναι αμείλικτα και παραμένουν.
Κύριε Υπουργέ,
το σύνολο σχεδόν των Φορέων αλλά και των συναδέλφων ανέδειξαν την προβληματικότητα, αλλά και την επιλεκτικότητα της ρύθμισης σας αναφορικά με τα Ναυπηγεία, όπου πολλά κρίσιμα πρακτικά ζητήματα παραμένουν νομοθετικά αρρύθμιστα ή στην καλύτερη αόριστα. Δεν σας προβληματίζουν όλες αυτές οι εύστοχες παρατηρήσεις κ. Υπουργέ, με την αποσπασματική και αφαιρετική κατά μια έννοια αν μη τι άλλω νομοθέτηση σας ;
Ακούσια ή μη, οι κραυγαλέες νομοθετικές παραλείψεις σας αυτές προκάλεσαν και προκαλούν εύλογες αντιδράσεις.
Τα Ναυπηγεία λοιπόν άλλαξαν ιδιοκτησιακό καθεστώς, με το τρόπο που έγινε τελικά αυτό και όπως έγινε. Καμία όμως αναφορά για την υποχρέωση διατήρησης της λειτουργίας των ναυπηγείων για όλο το διάστημα κατά το οποίο παραχωρείται στον φορέα υλοποίησης το δικαίωμα χρήσης του αιγιαλού και της παραλίας.
Πρόκειται το λιγότερο για παράδοξη παραχώρηση δικαιωμάτων χωρίς συγκεκριμένο ποιοτικό και χρονικό κριτήριο.
Πάμε τώρα στο άλλο φλέγον ζήτημα. Αναφέρομαι στους εργαζόμενους των Ναυπηγείων. Δεν γίνεται καμία αναφορά και σε αυτό. Επικρατεί πλήρες σκοτάδι και αβεβαιότητα.
Γιατί κ. Υπουργέ ;
Δεν κρίνετε το ζήτημα αυτό ως άξιο νομοθέτησης ; Δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη, ούτε για τις θέσεις εργασίας στο νέο Φορέα αλλά ούτε και για την καταβολή των αποζημιώσεων και των οφειλομένων προς αυτούς. Πως απαντάτε στους χιλιάδες εργαζομένους αυτούς και τις οικογένειες τους, οι οποίοι αγωνιούν για το αβέβαιο εργασιακό τους μέλλον αλλά και για τα οφειλόμενα προς αυτούς δεδουλευμένα του παρελθόντος ;
Το ερώτημα αυτό προβάλλει αμείλικτα, πολύ περισσότερο όταν με απόφαση του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου η οποία “επικυρώθηκε” αμετάκλητα από τον Άρειο Πάγο, το ελληνικό δημόσιο καταδικάστηκε στην πληρωμή προς τα Ελληνικά Ναυπηγεία ποσού ύψους 75 εκ. ευρώ με το νόμιμο τόκο. Ποσό το οποίο έχουν κατάσχει οι εργαζόμενοι εις χείρας τρίτου του δημοσίου για οφειλές της εταιρείας έναντι τους.
Μέχρι και σήμερα οι δικαστικές αποφάσεις αυτές παραμένουν ανεκτέλεστες, με το δημόσιο να αρνείται όπως συμμορφωθεί προβάλλοντας αίολες δικαιολογίες και μοιράζοντας αφηρημένες υποσχέσεις. Δεν νοούνται τέτοιες καταστάσεις σε ένα κράτος δικαίου και σε μια ευνομούμενη πολιτεία. Το ίδιο το κράτος να μην είναι συνεπές στις υποχρεώσεις του προς τους χιλιάδες αυτούς πολίτες.
Φαντάζομαι πως για όλα αυτά θα δοθούν από την μια εξηγήσεις και ταυτόχρονα θα αναληφθούν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για να λήξει αυτή η αυθαιρεσία.
Κύριε Υπουργέ,
Όλοι θα συμφωνήσουμε ότι η επανεκκίνηση των Ελληνικών Ναυπηγείων είναι απαραίτητη. Η υγιής όμως επανεκκίνηση με κανόνες και σωστές βάσεις αλλά και προϋποθέσεις. Και Ναυπηγεία χωρίς τους εργαζόμενους τους για εμάς τουλάχιστον δεν νοούνται σε καμία περίπτωση.
Για αυτό από μέρους μας θεωρούμε κρίσιμο να προβλεφθεί ότι όλοι οι εργαζόμενοι με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου θα συνεχίσουν να εργάζονται στο νέο σχήμα για να συμβάλλουν στο μέλλον των Ναυπηγείων, όπως με αυτοθυσία έπραξαν κατά το παρελθόν βάζοντας πλάτη σε κρίσιμες περιόδους. Εξάλλου ομιλούμε για εργαζομένους με ειδικές γνώσεις και πολυετή εμπειρία, οι οποίοι εμπράκτως έχουν αποδείξει ότι γνωρίζουν άριστα τη ναυπηγοεπισκευαστική τέχνη και μόνο να προσφέρουν έχουν στο μέλλον των Ναυπηγείων.
Ζητάμε επίσης, την εφαρμογή μέτρων κοινωνικής εργασιακής προστασίας για τους εργαζομένους κοντά στη σύνταξη και καταβολή των δεδουλευμένων με εφαρμογή της διαιτητικής απόφασης του ICC και της δικαστικής απόφαση.
Παρά ταύτα στο νομοσχέδιο σας προβλέπεται αόριστα και γενικόλογα ότι το μείζον ζήτημα αυτό των εργασιακών σχέσεων θα ρυθμιστεί κάποτε στο μέλλον κατόπιν εκδοθέντος προεδρικού διατάγματος, με το οποίο θα οριστεί ένας ελάχιστος αριθμός θέσεων εργασίας χωρίς όμως να προσδιορίζεται ποσοτικά ο αριθμός αυτός ή να ξεκαθαρίζεται εάν θα συμπεριλάβει το σύνολο των υπαρχόντων εργαζομένων ή με ποια κριτήρια θα γίνει η όποια επιλογή.
Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα επίσης προβλέπεται ότι θα καθοριστούν οι ειδικότεροι όροι, περιορισμοί και προϋποθέσεις για την πραγματοποίηση της επένδυσης, όπως το ελάχιστο ύψος της επένδυσης, οι πηγές και οι κατ’ αρχήν φορείς χρηματοδότησης της νέας επένδυσης. Στο δε, ύψος της επένδυσης ορίζεται ότι προσμετράται υποχρεωτικά η αξία απόκτησης της έκτασης των Ναυπηγείων.Πρόκειται για πρωτάκουστα πράγματα δηλαδή, ενδεικτικά της προχειρότητας της νομοθέτησης σας. Προηγείται η δρομολόγηση της πώλησης των περιουσιακών στοιχείων σε τιμές σχεδόν χαριστικές και κατόπιν με τη μορφή μάλιστα προεδρικού διατάγματος θα διαμορφωθεί το ύψος της επένδυσης.
Καμία διαφάνεια και στο κομμάτι αυτό.
Σε κάθε περίπτωση δεν θα πρέπει να αγνοηθούν και οι φωνές των κατοίκων – περιοίκων, η ζωή των οποίων επηρεάζεται άμεσα από την επανεκκίνηση αυτή και οι οποίοι ομιλούν για περιβαντολλοντική υποβάθμιση της ευρύτερης περιοχής. Εκφράζουν δε, τις εύλογες ανησυχίες τους προβάλλοντας ζητήματα ασφαλείας καθώς με το παρόν νομοσχέδιο και συγκεκριμένα με το άρθρο 3 παρέχεται η δυνατότητα για τη χωροθέτηση χρήσεων υψηλής όχλησης, πέραν των Ναυπηγείων όπως μεταξύ άλλων για εγκατάσταση μονάδας αποθήκευσης φυσικού αερίου και παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Αυτό σημαίνει ότι η στάση των ναυπηγείων δεν αντιμετωπίζεται ως μέρος του συνολικού γεωγραφικού περιβαλλοντικού και κοινωνικού και οικονομικό πλαίσιο της περιοχής όπως υποστηρίζεται και σε υπόμνημα του Δήμου Χαϊδαρίου και του Δημάρχου Βαγγέλη Ντινιακού.
Δηλαδή σε μια περιοχή όπως η Δυτική Αθήνα όπου υπάρχει έλλειψη μεγάλων παρεμβάσεων αστικής ανάπλασης, συνεχίζεται μια διαχρονική αδικία απέναντι στους πολίτες. Είναι σε αντίθεση με το ρυθμιστικό σχέδιο της Αθήνας που θέτει ρητά ως στόχο τη μείωση των ανισοτήτων μεταξύ της Δυτικής Αθήνα και άλλων περιοχών του Λεκανοπεδίου.
Αναρωτιέμαι, αυτό ήταν το όραμα του κ. Μητσοτάκη όταν επέλεγε την Δυτική Αθήνα για να εκλεγεί Βουλευτής; Αυτή ήταν η αντίληψη του για την ανάπτυξη στην πιο αδικημένη περιοχή του Λεκανοπεδίου;
Τι απαντάτε κ. Υπουργέ σε όλους αυτούς και στα ζητήματα περιβαντολλογικής φύσεως που θέτουν; Για εμάς παραμένουν προτεραιότητα.
Η βιώσιμη ανάπτυξη και η εκ νέου λειτουργία του Ναυπηγείου Σκαραμαγκά αποτελεί στόχο μείζονος σημασίας για τη χώρα, την εθνική οικονομία αλλά και την εθνική ασφάλεια. Θα πρέπει όμως να γίνει με κανόνες, θα πρέπει να επιλύσει τα χρόνια προβλήματα του παρελθόντος, να προστατεύσει τους εργαζομένους και τα δικαιώματα τους, λαμβάνοντας συνάμα υπόψιν το περιβάλλον και την πράσινη ανάπτυξη.
Δυστυχώς και στην παρούσα προσπάθεια σας συναντάμε ένα αποσπασματικό και προβληματικά εν γένει νομοθέτημα που λησμονεί να επιλύσει πρακτικά ζητήματα.
Σας ευχαριστώ.