Οφείλουμε να σεβόμαστε τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης ακόμα και αν διαφωνούμε με αυτές ή και τις κρίνουμε όπως έχουμε δικαίωμα να κάνουμε
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Έχουν περάσει κάποιες μέρες από την απόφαση της Δικαιοσύνης για τον κ. Λιγνάδη και η δημόσια συζήτηση συνεχίζεται.
Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει ένα σοκ σε σημαντικά τμήματα της κοινής γνώμης. Ωστόσο θα πρέπει να είμαστε σαφείς. Την ευθύνη της όποιας απόφασης, στις Δημοκρατίες, την έχει η Δικαιοσύνη και μόνο. Τελεία και παύλα.
Έχουμε όλοι τις απόψεις μας, τις ενστάσεις μας και μπορούμε να τις εκφράζουμε για αποφάσεις της δικαιοσύνης; Ασφαλώς και έχουμε.
Και οι κρίνοντες κρίνονται.
Κανένας δεν βρίσκεται στο απυρόβλητο στην Δημοκρατία μας. Και επειδή μιλάμε για Δημοκρατία, σ΄ αυτό το σύστημα αποφασίζουν τα ποινικά δικαστήρια με βάση – μη το ξεχνάμε αυτό- την ισχύουσα Νομοθεσία και όχι τα κόμματα ή οι λαϊκές συνελεύσεις. Στο όνομα του κοινού περί δικαίου αίσθημα, είναι αδιανόητο να δημιουργείται κλίμα λαϊκών δικαστηρίων ή να πολιτικοποιείται το κάθε θέμα, να γίνεται αντικείμενο μιας αρρωστημένης έξαλλης κομματικής αντιπαράθεσης.
Αυτά μόνο ζημιά δημιουργούν στην Δημοκρατία και την Δικαιοσύνη.
Δεν μπορεί δε να αντιμετωπίζονται αλά καρτ και εντελώς υποκριτικά αποφάσεις, ανάλογα αν μας συμφέρει, αν συμφωνούν με αυτά που θέλουμε. Για παράδειγμα, η δικαιοσύνη τον καταδίκασε με 12 χρόνια φυλακή. Του έδωσε επίσης το δικαίωμα να είναι εκτός φυλακής μέχρι την εκδίκαση της έφεσης.
Στην πρώτη περίπτωση συμφωνούμε και λέμε ότι είναι αδέκαστη και στην δεύτερη απόφαση ότι ήταν κατευθυνόμενη και μάλιστα ότι έπαιξαν ρόλο πολιτικά πρόσωπα; Συμβουλεύω αυτοσυγκράτηση.
Έχουμε χρέος να λέμε την γνώμη μας για οτιδήποτε αλλά όχι μ΄ αυτές τις επιλεκτικές επιθέσεις που παρακολουθούμε. Σε τελευταία ανάλυση εμείς νομοθετούμε και οι δικαστές πορεύονται με βάση την Νομοθεσία. Όποιος νομίζει ότι η τάδε πρόβλεψη είναι λάθος, ας καταθέσει πρόταση αλλαγής. Όλα τα άλλα ξεφεύγουν της λειτουργίας της Δημοκρατίας και του σεβασμού στην Δικαιοσύνη.
Έλεγχος ή προσπάθεια επιβολής απόφασης δεν νοείται. Ανοίγει επικίνδυνους δρόμους. Δημιουργούν δε τις προϋποθέσεις για πιθανά φαινόμενα που δεν θα επιθυμούσε φαντάζομαι να δει κανείς στο μέλλον.
Αισθάνθηκα την ανάγκη να τα σημειώσω αυτά ως νομικός, ως Βουλευτής αλλά και προοδευτικός άνθρωπος.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Εισάγεται σήμερα προς συζήτηση νομοσχέδιο του Υπουργείου Υγείας για την ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Ως επί το πλείστον δε, το παρόν σχέδιο νόμου στηρίζεται και τροποποιεί το ν. 3305/2005 και συνακόλουθα τα σχετικά άρθρα του Αστικού Κώδικα.
Μολονότι ο προηγούμενος νόμος ήταν πράγματι προοδευτικός για την εποχή του, εντούτοις υπό τις σημερινές ταχύτατες εξελίξεις της ιατρικής επιστήμης αλλά και της ίδια της κοινωνίας, ορθά θεωρώ καταρχήν ότι το πλαίσιο αυτό εκσυγχρονίζεται.
Και ναι, οι αλλαγές κρίνονται επιβεβλημένες, όμως σε κάθε περίπτωση οι όποιες τροποποιήσεις αυτές θα πρέπει να πραγματοποιηθούν με σοφία, σύνεση και προσοχή καθώς πραγματεύονται ιδιαίτερα λεπτά ζητήματα, που εκφεύγουν μιας αμιγούς νομοπαρασκευαστικής διαδικασίας και διανθίζονται με έντονα επιστημονικά, ιατρικά αλλά και κοινωνικά δεδομένα.
Να υπενθυμίσω στο σημείο αυτό το πραγματικό γεγονός, ότι σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία των Μονάδων Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής και των Τραπεζών Κρυοσυντήρησης, οι γεννήσεις με εξωσωματική αντιστοιχούν στο 6% των 80.000 περίπου γεννήσεων στη χώρα μας.
Εξ’ αυτών και μόνο αβίαστα προκύπτει ότι γενικότερα η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή αφορά και απασχολεί μεγάλη μερίδα του εγχώριου πληθυσμού.
Με το παρόν νομοσχέδιο εισάγονται ρυθμίσεις θετικές, που έρχονται να παρακολουθήσουν τις αλλαγές που έχουν προκύψει τόσο στην τεχνολογία και στην επιστήμη, όσο και στην κοινωνία, όπως είναι τα άρθρα που τροποποιούν το καθεστώς κρυοσυντήρησης γεννητικού υλικού, ζυγωτών και γονιμοποιημένων ωαρίων, την αποσύνδεση της κρυοσυντήρησης από τη συναίνεση του συζύγου/συντρόφου όταν πρόκειται για μη γονιμοποιημένο γεννητικό υλικό, τη διατήρηση και χρησιμοποίηση των γαμετών από εκείνον στον οποίο ανήκουν, σε περίπτωση που χωρίσει το ζευγάρι και αυτό είναι που είναι θετικό για τη θωράκιση των δικαιωμάτων των γυναικών που θα έπρεπε να είναι αυτονόητα.
Το θέμα της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής δεν είναι ένα θέμα που έχει να κάνει με την υπογεννητικότητα ή το δημογραφικό της Ελλάδας, όπως λανθασμένα είχε διατυπωθεί στον αρχικό σκοπό του νομοσχεδίου που κατατέθηκε στη Βουλή και το οποίο αποφασίσατε να διορθώσετε κ. Υπουργέ, ύστερα από ενστάσεις της Αντιπολίτευσης. Χαιρετίζουμε το ότι αλλάξατε την διατύπωση του σκοπού.
Δεν λύνει τέτοια προβλήματα και εδώ χρειάζεται να είμαστε ειλικρινείς.
Άλλα χρειάζονται κύριε Υπουργέ για την αντιμετώπιση της υπογενετικότητας και του δημογραφικού προβλήματος.
Χρειάζονται δραστικά μέτρα, όπως η θέσπιση προγράμματος κοινωνικής κατοικίας για νέα ζευγάρια, ενοϊκή εργασιακή νομοθεσία για τις μητέρες και τους νέους γονείς, εξασφάλιση πρόσβασης σε κρατικές κοινωνικές δομές και παροχές για τα παιδιά. Προτάσεις που εμείς το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής επανειλημμένως έχουμε προτείνει.
Όταν όμως τα μέτρα για την υπογεννητικότητα και το δημογραφικό είναι ανύπαρκτα, αυτό γίνεται. Βαφτίζουμε το οτιδήποτε ως μεταρρύθμιση και ως λύση.
Και πάμε τώρα στην αύξηση του ηλικιακού ορίου από τα 50 στα 54 χρόνια. Η αύξηση του ορίου έχει να κάνει περισσότερο με τον ιατρικό τουρισμό. Η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή λύνει κάποια προβλήματα των ζευγαριών που έχουν φυσική αδυναμία να τεκνοποιήσουν και αυτό είναι καλό. Αλλά δεν λύνει το δημογραφικό της χώρας. Το δημογραφικό, για να αντιμετωπιστεί, χρειάζεται κοινωνικές πολιτικές. Εξάλλου, πόσες είναι οι περιπτώσεις των γυναικών άνω των 50 ετών που τεκνοποιούν με ΙΥΑ; Ο εκπρόσωπος της ΠΕΚΕ ανέφερε κατά την ακρόαση φορέων, ότι σύμφωνα με δικές τους μελέτες και στατιστικές, υπολογίζονται γύρω στις 50 γυναίκες ετησίως, οι οποίες είναι άνω της ηλικίας των 50 και ψάχνουν στο εξωτερικό για να κάνουν θεραπεία.
Σε κάθε περίπτωση εκφράστηκαν τεκμηριωμένος προβληματισμός από τον ειδικό μας αγορητή κ. Φραγγίδη κατά πόσο μια κύηση σε τέτοια ηλικία ενέχει αυξημένους κινδύνους για τη γυναίκα. Θα πρέπει με κάθε τρόπο να προστατεύεται η υγεία και η ζωή της γυναίκας. Δεν είναι σκοπός η τεκνοποίηση με κάθε κόστος.
Είναι γνωστό, εξάλλου, ότι από τα 40 και μετά αυξάνονται σταδιακά οι πιθανότητες χρωμοσωμικών ανωμαλιών στο έμβρυο.
Γεννάται επίσης το ερώτημα, γιατί ενώ για την υιοθεσία η ηλικιακή προϋπόθεση για ένα ζευγάρι είναι τα 50 έτη και στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή πηγαίνουμε την ηλικία της γυναίκας στα 54;
Χρειάζεται να λάβουμε υπόψη και τι είναι ψυχολογικά επωφελές για το παιδί. Δεν είναι ιδανική κατάσταση για ένα παιδί να μεγαλώνει με πολύ μεγάλους ηλικιακά γονείς.
Ακόμα και για ένα άνδρα μεγάλης ηλικίας, η πιθανότητα ανωμαλιών στο σπέρμα είναι μεγάλες, όπως και η πιθανότητα γέννησης παιδιών με προβλήματα.
Θα ήταν χρήσιμο να φροντίσει η Πολιτεία να υπάρχει συστηματική και πλήρης ενημέρωση, ιδιαίτερα στους νέους ανθρώπους για θέματα αναπαραγωγής, ώστε να μην υπάρχει παραπληροφόρηση και να γίνεται σωστός οικογενειακός προγραμματισμός.
Ομοίως, ορθή η πρόβλεψη για τη δημιουργία Μονάδας Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής και Τράπεζας Κρυοσυντήρησης στο νοσοκομείο ΑΤΤΙΚΟ για τους οροθετικούς. Ήταν απαραίτητο η δημιουργία μιας τέτοιας Μονάδας ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος οριζόντιας ή κάθετης μετάδοσης του ιού κατά την εφαρμογή μεθόδων ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Καλό ήταν η πρόβλεψη αυτή να επεκταθεί και στη Βόρεια Ελλάδα, με την ίδρυση αντίστοιχης δομής.
Επίσης, οι διατάξεις που αφορούν στα ανήλικα intersex άτομα είναι στη σωστή κατεύθυνση, γιατί τους δίνουν τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν ιατρικές πράξεις και θεραπείες αλλαγής φύλου όταν συμπληρώσουν τα 15 τους μόνο με την ελεύθερη συναίνεσή τους, κατόπιν ενημέρωσης, των ιδίων και των προσώπων που ασκούν τη γονική μέριμνα ή την επιμέλειά τους. Πριν την ηλικία αυτή προβλέπεται η χορήγηση άδειας με απόφαση του αρμόδιου Ειρηνοδικείου μετά από συγκεκριμένη διαδικασία και βέβαια γνωμοδότηση της διεπιστημονικής επιτροπής.
Η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των ατόμων και το δικαίωμα στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους και της αυτοδιάθεσης, είναι άλλωστε αδιαπραγμάτευτα.
Γενικότερα, πρόκειται για ένα νομοσχέδιο με θετικό τελικό αντίκτυπο που κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, υπάρχουν θέματα που χρειάζονται περαιτέρω συζήτηση.
Σας ευχαριστώ.